Κυριακή 3 Οχτώβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 16
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΤΑ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ
Καθ' οδόν στο Λουτράκι

Το αρχαίο Ηραίο

Eurokinissi

Το αρχαίο Ηραίο
Παραλιακώς... Ετσι πηγαίναμε παλιά στην ειδυλλιακή, στην πάμφωτη λουτρόπουλη των ωραιότερών μας χρόνων. Πολύ παλιά, τότε που ήμουνα παιδάκι. Δαντελωτός ο δρόμος, όλο στροφές, άγγιζε τη θάλασσα, και ζαλάδα μου έφερνε και τρόμο ένιωθα όταν κοντοζυγώναμε την Κακιά Σκάλα, μπας και μας περιμένει ο Προκρούστης. Και τώρα ακόμη, μετά από τόσες δεκαετίες, φοβάμαι όταν περνάω από εκεί, αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Για τα ατέλειωτα έργα που προκαλούν το φρικτό μποτιλιάρισμα και δημιουργούν ατέλειωτες σειρές ακινήτων αυτοκινήτων και όχι μόνο. Φαίνεται πως αυτή είναι η μοντέρνα εκδοχή του Προκρούστη, του Προκρούστη που αλλάζει όψη αλλά δεν έχει αλλάξει στέκι και μάλλον θα παραμείνει εκεί για πάντα. Οσο κρατά το πάντα, τέλος πάντων.

Μα τότε, αραιά και πού να συναντούσες ένα άλλο αυτοκίνητο. Ο δρόμος στενός μπορεί να ήταν, αλλά σου ανήκε. Δικός σου ήτανε. Εκτός και αν χρειαζόταν να προσπεράσεις ένα αργοκίνητο λεωφορείο, που αγκομαχούσε να αγγίξει τα τριάντα χιλιόμετρα την ώρα! Τα 'βγαζε δεν τα 'βγαζε πέρα. Γκαζοζέν ήταν; Δεν ξέρω. Πολλές φορές σταματούσαμε στους Αγίους Θεοδώρους για να κάνουμε μια βουτιά στα... καθάρια γαλάζια νερά τους. Τελικά, κάποια στιγμή στρίβαμε δεξιά και μπαίναμε στην ευθεία του Λουτρακίου. Από μακριά ακούγαμε το γνώριμο, ρυθμικό θόρυβο. Ηταν τα πέταλα του αλόγου. Και τότε στρέφαμε το βλέμμα στον παππού μας. Παρακλητικά. Ξέραμε ότι μόνο εκείνος θα μας πήγαινε βόλτα με το αμαξάκι. Ο καυγάς για το ποιος θα καθίσει δίπλα στον αμαξά δεν ξεσπούσε ποτέ. Ηξερα τη θέση μου, πάντα πίσω ήταν. Ζήλευα λιγάκι, αλλά δεν έβγαζα άχνα. Ημουνα η μικρότερη, έπρεπε να υποστώ τις συνέπειες...

Η παραλία της Περαχώρας
Η παραλία της Περαχώρας
Το Λουτράκι εκείνη την εποχή διέθετε ό,τι επιθυμούσε ένα παιδί. Ακρογιαλιές, ανηφόρες για ορθοπεταλιές με το ποδήλατο, βάρκες για βόλτα ή για ψάρεμα, θερινό σινεμά. Αλλά και χορό. Κάθε βράδυ «Ροκ εν Ρολ» στην Ακτή! Και στην επιστροφή, πριν πέσουμε αποκαμωμένοι για ύπνο, σταματούσαμε για ένα γλυκό του κουταλιού ή του ταψιού στο «Καζίνο». Ακούω ακόμα τις φλυαρίες των ωραίων και κομψών γυναικών που κάθονταν στη βεράντα που έμοιαζε να ακουμπά στη θάλασσα. Και τη σιωπή των ανδρών που προτιμούσαν να κοιτούν το υγρό στοιχείο μέσα στο οποίο βουτούσαν τα αστέρια. Μυστήρια σιωπή έμοιαζε σε μένα.

Κανένα παιδί δεν ενδιαφερόταν για τις ιαματικές πηγές. Και το Ηραίο με άφηνε αδιάφορη. Ομως ο παππούς μας, που ήταν μαλακός και γλυκός άνθρωπος, σ' αυτό το θέμα επέμενε. Μας έλεγε πως η Αγγλική Αρχαιολογική Σχολή με τις ανασκαφές που είχε κάνει στα 1930-'33 είχε φέρει στην επιφάνεια τα θεμέλια κατοικιών, λείψανα οχυρωματικών έργων και τμήματα αρχαίων δρόμων, που ανήκαν στη σημαντική κατά τα προϊστορικά χρόνια πόλη του ιερού, που έφτανε ως τη Λίμνη της Βουλιαγμένης, η οποία κατά την αρχαιότητα ονομαζόταν Εσχατιώτης και δεν επικοινωνούσε με τη θάλασσα. Εγώ, τότε, σε αντίθεση με τον αδελφό, που είχε περιέργεια να δει το Ηραίο, τα θεμέλια της Ηρας Ακραίας, της Ηρας Λιμενιάς, τη μεγάλη στοά του λιμανιού που χτίστηκε τον 4ο αιώνα π.Χ., αδιαφορούσα. Την ίδια παγερή αδιαφορία ένιωθα και για τα μεγάλα έργα ύδρευσης, με τις υπόγειες υδατοδεξαμενές ελληνιστικής περιόδου, τη νεκρόπολη, κάτω από την Περαχώρα και τους μυκηναϊκούς τάφους στην περιοχή Σκάλωμα και δεν εννοούσα να καταλάβω το «... παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, έλα μαζί μας», που μου έλεγε ο μεγάλος μου αδελφός. Γι' αυτό «εκείνη» την ημέρα είχα... πυρετό (ο οποίος όλως περιέργως, έπεφτε αμέσως μετά την επιστροφή τους...) δεν ήθελα να χάσω τις άλλες μικρές περιπέτειες που με περίμεναν το βραδάκι.


Τώρα, που όχι μόνο με ενδιαφέρει, ειδικά το Ηραίο, αλλά γενικά με ενθουσιάζουν όλα τα αρχαιολογικά ευρήματα, τώρα που και τι δε θα έδινα να το επισκεφτώ, τώρα αλίμονο, είμαι μόνη. Δεν έχω τη συντροφιά του παππού και του αδελφού μου. Εχουν φύγει...

Μελαγχόλησα, νοστάλγησα, βούρκωσα. Πρέπει να κάνω κάτι διαφορετικό. Κάτι που δεν το έχω κάνει ποτέ άλλοτε ή τουλάχιστον δεν το θυμάμαι. Λέω λοιπόν να πάω στις Αλκυονίδες. Στο σύμπλεγμα των τεσσάρων νησιών που είναι καρφιτσωμένα στον Κορινθιακό Κόλπο και οφείλουν το όνομά τους στις αλκυόνες. Τα μυθικά πουλιά που γεννούν στην καρδιά του χειμώνα τα αβγά τους στα απάνεμα νερά. Θα πάρω το καΐκι και σε 45 λεπτά θα είμαι εκεί. Εκεί θα «γεννήσω» το μέλλον μου. Εκεί θα κολυμπήσω μέχρι να κουραστώ. Και κάποια στιγμή εξαντλημένη θα επιστρέψω στο τσιμεντένιο παρόν μου. Στην Αθήνα. Θα αποχαιρετήσω το Λουτράκι του σήμερα, που καμιά σχέση δεν έχει με το Λουτράκι του «τότε». Σήμερα στο Λουτράκι καρφίτσα δεν πέφτει. Θέση να αφήσεις το αυτοκίνητο δεν υπάρχει, υπαίθριο γκαράζ είναι όλος ο τόπος, ενώ τα τεράστια κτίρια που έχουν χτιστεί σχεδόν πάνω στο κύμα κρύβουν την υπέροχη γαλάζια θέα και κόβουν τη θαλασσινή αύρα που κάποτε χάιδευε τα πρόσωπά μας. Ολα αλλάζουν. Το Λουτράκι άλλαξε, η Αθήνα άλλαξε, η ζωή άλλαξε, εγώ άλλαξα. Ας το πάρω απόφαση επιτέλους. Τα χρόνια πέρασαν και από το Λουτράκι και από πάνω μου. Ας περιοριστώ λοιπόν στις νοερές, νοσταλγικές μου αποδράσεις και ας κάνω ένα άλμα στο παρελθόν.


Στους καταρράκτες
Στους καταρράκτες

Φάρος του 1897 στο ακρωτήρι Μελαγκάβι ή Ηραίον
Φάρος του 1897 στο ακρωτήρι Μελαγκάβι ή Ηραίον

Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ