Κυριακή 12 Ιούνη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
Ο εργάσιμος και ελεύθερος χρόνος στον καπιταλισμό πεδίο ανάπτυξης της ταξικής πάλης

Τι είναι όμως ελεύθερος χρόνος; Οι περισσότερες μαρξιστικές απόπειρες ορισμού του ελεύθερου χρόνου τείνουν να διακρίνουν τον κοινωνικό χρόνο σε τέσσερα επίπεδα: τον εργάσιμο χρόνο, το χρόνο που δαπανάται σε δραστηριότητες που σχετίζονται με την εργασία (π.χ. μετακινήσεις), το χρόνο που δαπανάται για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης (το μεγάλωμα των παιδιών, ο ύπνος, το φαγητό κ.ά.) και, τέλος, τον ελεύθερο χρόνο1.

Ορος ύπαρξης κάθε κοινωνίας είναι η παραγωγή. Από αυτήν την άποψη, όταν εξετάζουμε το πρόβλημα του χρόνου στον καπιταλισμό, πρέπει πρωτίστως να δίνουμε βάρος σε ένα πρωτόγνωρο στοιχείο που φέρνει ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής στο φως της Ιστορίας. Για τον καπιταλισμό, κυρίαρχη μορφή εξαναγκασμού είναι η οικονομική. Ενώ στα πρώτα στάδια της καπιταλιστικής παραγωγής, η υποταγή της εργασίας είναι τυπική (στη μανιφακτούρα ο ρυθμός της εργασίας δεν καθορίζεται από τη μηχανή αλλά από τον εργάτη), με τη βιομηχανική επανάσταση και την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων η υποταγή της εργασίας στο κεφάλαιο γίνεται πραγματική (δηλαδή, ο ρυθμός της εργασίας καθορίζεται από το κεφάλαιο μέσω της μηχανής2), υποταγή που αντανακλάται και στη διάρκεια και το περιεχόμενο του χρόνου εργασίας3. Η διάσπαση του χρόνου εργασίας στον καπιταλισμό ανάμεσα στον αναγκαίο και τον πρόσθετο χρόνο εργασίας αποτελεί τη βάση για την παραγωγή υπεραξίας, ταυτόχρονα όμως αναδεικνύει τη σημασία της πάλης της εργατικής τάξης, τόσο για τη διάρκεια του χρόνου εργασίας όσο και την εσωτερική του διαίρεση. Επομένως, ο χρόνος εργασίας αποτελεί πεδίο ταξικής πάλης, τόσο στο οικονομικό όσο και στο ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο, εφόσον κατά τη διάρκεια της εργάσιμης μέρας πραγματοποιείται η εκμετάλλευση και η αλλοτρίωση.

Στρατηγικές του κεφαλαίου στο ζήτημα «ελεύθερος χρόνος»

Οταν οι εργαζόμενοι, στα μέσα του 19ου αιώνα, έθεταν το ζήτημα της αύξησης του ελεύθερου χρόνου, για να μπορούν να ικανοποιούν τις πνευματικές και ψυχικές τους ανάγκες, οργανώνοντας εκπολιτιστικές λέσχες, η αστική τάξη συνειδητοποιούσε ότι έπρεπε να παρέμβει πολιτικά και ιδεολογικά, σε αυτή την «άγνωστη γη» μέχρι τότε, τον ελεύθερο χρόνο των εργαζομένων. Ηδη από τη δεκαετία του 1840, η αστική τάξη επιδιώκει και μερικές στιγμές καταφέρνει να πάρει τον έλεγχο εκπολιτιστικών εργατικών οργανώσεων, για να τις μετατρέψει αργότερα σε όργανα διάδοσης των αντιλήψεων που εδραίωναν την κυριαρχία της4.

Εκτός, όμως, από την κρίσιμη ιδεολογικοπολιτική πλευρά του ελεύθερου χρόνου για το κεφάλαιο, υπάρχει και μια άλλη, η οικονομική, δηλαδή η επιδίωξη να αναπαράγονται τα καπιταλιστικά κέρδη μέσω της βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου (μέσω της κατανάλωσης προϊόντων, μηνυμάτων κ.ά.).

Η ριζική στροφή, όμως, στη στάση της αστικής τάξης απέναντι στον ελεύθερο χρόνο σηματοδοτείται με το πέρασμα στον 20ό αιώνα5. Ο ελεύθερος χρόνος αναγνωρίζεται πια ως κοινωνικό πρόβλημα, ως ζήτημα προς διερεύνηση. Γιατί όμως όλα αυτά;

Είναι πολύ απλό: Ο ελεύθερος χρόνος είναι εκείνη η περίοδος της μέρας, όπου εκδηλώνεται πιο ξεκάθαρα ο τρόπος ζωής του εργαζόμενου οι συγκεκριμένες ιστορικά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά επιλογές του. Αυτό συνεπάγεται ότι για το κεφάλαιο και τους ιδεολογικούς του μηχανισμούς, ο ελεύθερος και ο εργάσιμος χρόνος συλλαμβάνονται ενιαία ως τόπος εξασφάλισης κερδών, οικονομικών, πολιτικών και ιδεολογικών.

Ανάμεσα στους πρώτους κοινωνικούς στόχους της καπιταλιστικής βιομηχανίας του ελεύθερου χρόνου είναι η νεολαία. Η νεολαία, που εμφανίζεται ως ξεχωριστή κοινωνική διαταξική κατηγορία στον καπιταλισμό, χαρακτηρίζεται από ιδιαίτερα βιολογικά, ψυχολογικά και κοινωνικά χαρακτηριστικά, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η νεολαία δεν έχει ταξική καταγωγή (ανάλογα με την τάξη της οικογένειας στην οποία ανήκει) αν δεν ενταχθεί στην παραγωγική διαδικασία. Τα ιδιαίτερα κοινωνικά χαρακτηριστικά της, η έλλειψη κοινωνικής εμπειρίας και ταξικών αγώνων την οδηγούν να εκφράζεται με ακόμα πιο έντονη την αντιφατική διάθεση από το σύνολο του πληθυσμού6. Αυτή, ακριβώς, η δεξαμενή της αυριανής εργατικής τάξης δεν μπορεί παρά να αποτελεί στόχο ιδεολογικοπολιτικής αντιπαράθεσης για το κέρδισμα της συνείδησής της, ανάμεσα στις δυο βασικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας, την αστική και την εργατική7.

Το κοινωνικό πλαίσιο αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου

Παρ' όλη τη φιλολογία περί «κοινωνίας και πολιτισμού του ελεύθερου χρόνου» που αρκετοί αστοί κοινωνιολόγοι υποστήριζαν (Γκορζ, Ντιμαζντιέ κ.ά.), η δεκαετία του 1990 αποτέλεσε την πιο ισχυρή διάψευση των αντιλήψεων που συνέδεαν μονοσήμαντα την ανάπτυξη του ελεύθερου χρόνου με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τον καθοριστικό ρόλο των σχέσεων παραγωγής, καθώς και του επιπέδου της ταξικής πάλης του εργατικού κινήματος.

Οι αρνητικοί συσχετισμοί κεφαλαίου - εργασίας που δημιουργήθηκαν μετά τις ανατροπές των σοσιαλιστικών καθεστώτων της Ευρώπης επανέφεραν στο προσκήνιο την απειλή για τη μείωση του μη εργάσιμου χρόνου υπό την πίεση δύο κυρίως παραγόντων:

Αύξηση του χρόνου εργασίας που εντοπίζεται πρώτον στην επιμήκυνση της εργάσιμης μέρας σε μια μόνο δουλιά (τις περισσότερες φορές μάλιστα χωρίς πληρωμή της υπερωρίας), δεύτερον, με την απασχόληση σε παραπάνω από μία δουλιές (τάση η οποία αυξάνεται στην Ελλάδα και στην ΕΕ8) και τρίτον, με την αύξηση της κυριακάτικης εργασίας.

Προώθηση των ελαστικών σχέσεων εργασίας, οι οποίες πέρα από το να εντείνουν την εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, κατακερματίζουν το μη εργάσιμο χρόνο και δημιουργούν νέα εμπόδια στην αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου9.

Εκτός από τις τάσεις μείωσης του ελεύθερου χρόνου, το κοινωνικό πλαίσιο αξιοποίησής του καθορίζεται αποφασιστικά από τον ίδιο το ρυθμό της καπιταλιστικής παραγωγής σήμερα, την ενσωμάτωση ολοένα και πιο εξελιγμένων τεχνολογικών μέσων στην παραγωγή που κύριο χαρακτηριστικό έχουν την ταχύτητα (ή αλλιώς την οικονομία του χρόνου). Οπως ο Σαρλό, στο κινηματογραφικό έργο «Μοντέρνοι Καιροί», αφομοιώνει το ρυθμό της καπιταλιστικής επιχείρησης τόσο βαθιά, ώστε να συνεχίζει την ίδια μηχανική κίνηση και μετά το χρόνο εργασίας, έτσι και ο σύγχρονος εργαζόμενος εσωτερικεύει δυο στοιχεία του ρυθμού της καπιταλιστικής παραγωγής: Την υποβάθμιση του δημιουργικού - ανθρώπινου στοιχείου και την αντικατάστασή του από την καπιταλιστική μηχανή, και την αίσθηση αδυναμίας να ελέγξει την παραγωγή που τον οδηγεί σε μια κατάσταση που τόσο γλαφυρά περιγράφεται στις Θέσεις του 8ου Συνεδρίου της ΚΝΕ για την επίθεση χειραγώγησης των νεανικών συνειδήσεων:

«Η νεολαία καλείται να "προσαρμοστεί", να διαχειριστεί την κρίση. Θέλουν να εμπεδώσει ένα μεταφυσικό τρόπο αντίληψης του κόσμου, όπου κυριαρχεί μια ανεξέλεγκτη και χαοτική μεταβολή, στην οποία ο άνθρωπος δεν είναι ο δημιουργός της ιστορίας μα άβουλο θύμα ακατανόητων δυνάμεων».

Ετσι, η ίδια η λειτουργία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής διαμορφώνει το αντικειμενικό έδαφος ανάπτυξης των διαφόρων ρευμάτων ή τάσεων αξιοποίησης του ελεύθερου χρόνου στις μέρες μας.

1. Οπως είναι φανερό, ο ελεύθερος χρόνος ως κοινωνική κατηγορία προσδιορίζεται σε σχέση με τον εργάσιμο χρόνο και όχι σε σχέση με το μη εργάσιμο χρόνο (του οποίου άλλωστε αποτελεί μέρος). Ο άνεργος, για παράδειγμα, έχει άφθονο διαθέσιμο χρόνο, αλλά μηδενικό ελεύθερο χρόνο.

2. «Διόλου τυχαίο που μια από τις μεγαλύτερες επαναστατικές εφευρέσεις της εποχής, σημαντικότερη ίσως και από την εφεύρεση της ατμομηχανής, σχετίζεται με το χρόνο. Πρόκειται για το ρολόι, αυτή τη "μηχανή του χρόνου" που γίνεται η καρδιά της επιχειρηματικής δραστηριότητας, της εκβιομηχάνισης και της παραγωγής [...]. Το ρολόι δεν είναι απλώς μια πηγή πληροφόρησης ή ένα έμβλημα εξουσίας. Είναι επίσης το παράδειγμα προς το οποίο τείνουν να εξομοιωθούν όλες οι μηχανές, καθώς η ακριβής μέτρηση του χρόνου έχει ιδιαίτερη σημασία για τον καλύτερο και το συστηματικότερο έλεγχο της εργασίας με στόχο τη μέγιστη αποδοτικότητα» Αλεξάνδρα Κορωναίου: «Κοινωνιολογία του ελεύθερου χρόνου», εκδόσεις «Νήσος», Αθήνα 1996, σελ. 21.

3. Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών: «Προσεγγίσεις στην κατάσταση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2000, σελ. 177.

4. Στα «Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα», (σελ. 95 - 96) εντοπίζουμε μια ανάγλυφη περιγραφή της αλλοτρίωσης: «Τι συνιστά την αλλοτρίωση της εργασίας; Πρώτο, το γεγονός ότι η εργασία είναι εξωτερική προς τον εργάτη, δηλαδή δεν ανήκει στη βαθύτερη ύπαρξή του, ότι επομένως ο εργάτης δεν επιβεβαιώνει τον εαυτό του στην εργασία, αλλά αρνείται τον εαυτό του [...]. Ετσι ο εργάτης, βρίσκει τον εαυτό του μόνο έξω από την εργασία του, την ώρα της εργασίας του αισθάνεται έξω από τον εαυτό του [...]. Το αποτέλεσμα είναι ότι ο άνθρωπος (ο εργάτης) νιώθει ελεύθερα μόνο στις ζωικές του λειτουργίες - φαγητό, ποτό και αναδημιουργία, ή το πολύ και στα ζητήματα της κατοικίας του και του στολισμού του - ενώ στις ανθρώπινες λειτουργίες του δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα ζώο».

5. Gianni Toti: «Ο ελεύθερος χρόνος», εκδόσεις «Μνήμη», Αθήνα, σελ. 58 - 59.

6. Από το 1919 οργανώνονται διεθνείς συνδιασκέψεις για τον ελεύθερο χρόνο.

7. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε: Ερευνα της V-PRC για τη στάση της νεολαίας, με αφορμή το Πολυτεχνείο, στο περιοδικό ΚΡΑΜΑ, Οκτώβρης 2003, τεύχος 7, όπου η επικαιρότητα της ταξικής πάλης υποστηρίζεται από το 53% το ερωτημένων νέων. Από την άλλη μεριά, σε έρευνα του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών (ΕΚΚΕ), με θέμα «Πολιτική και κοινωνία. Πορίσματα από την ευρωπαϊκή κοινωνική έρευνα» (ανακοίνωση συμπερασμάτων Ιούνης 2004), οι νέοι φαίνεται να εμπιστεύονται την αστυνομία και την εκκλησία σαν παράγοντες τάξης και ευημερίας στην ελληνική κοινωνία.

8. Το 2002, 5.358.000 εργαζόμενοι στην ΕΕ (15 χώρες) έχουν δηλώσει ότι δουλεύουν σε δεύτερη δουλιά.

9. «...για σημαντικό τμήμα της εργατικής τάξης, η εναλλαγή εργάσιμου και μη εργάσιμου χρόνου γίνεται με ακανόνιστο, από βιολογική και κοινωνική άποψη, τρόπο (βάρδιες, νυχτερινή εργασία, ευελιξία) με συνέπειες στην υγεία και τη δυνατότητα κοινωνικών επαφών», ΚΜΕ: «Προσεγγίσεις στην κατάσταση της εργατικής τάξης στην Ελλάδα», σελ. 199.

  • Αναδημοσιεύεται από την ΚΟΜΕΠ, τεύχος 4/2004

(ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ)


Του
Κυριακου ΙΩΑΝΝΙΔΗ*
*Ο Κυριάκος Ιωαννίδης είναι μέλος του ΚΣ της ΚΝΕ και υπεύθυνος της Ιδεολογικής Επιτροπής του.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ