Κυριακή 17 Ιούλη 2005
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
ΖΩΓΡΑΦΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ ΤΟΥ ΠΕΤΕΡ ΝΤΕ ΦΡΑΝΣΙΑ: «Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗ»
Να βρει στέγη στην Ελλάδα

Οι άγνωστες πτυχές ενός σημαντικού ζωγραφικού έργου

Ηταν ξημέρωμα Κυριακής. Το ημερολόγιο έγραφε 30 Μαρτίου 1952. Στους ερημικούς δρόμους της Αθήνας, μια μικρή φάλαγγα από στρατιωτικά αυτοκίνητα κατευθύνεται προς το Γουδί. Φθάνοντας, οι οπλισμένοι φρουροί πηδούν απ' τα καμιόνια και πιάνουν τα άκρα. Σε λίγο, τέσσερις πολίτες με τις χειροπέδες κατεβαίνουν από το δικό τους όχημα. Είναι οι τέσσερις μελλοθάνατοι... Ανάμεσά τους ένας μελαχρινός άντρας με βλέμμα σταθερό, που κρατάει στα χέρια του ένα μισομαραμένο κόκκινο γαρίφαλο. Είναι ο Νίκος Μπελογιάννης. Ο «άνθρωπος με το Γαρίφαλο»... Οι μελλοθάνατοι στήνονται στον τοίχο και, υπό το φως των προβολέων των αυτοκινήτων, το εκτελεστικό απόσπασμα παρατάσσεται απέναντι στον ανθρώπινο στόχο. Θαρραλέα, χωρίς κουκούλες και λιγοψυχιές, στέκονται παλικαρίσια μπρος στο θάνατο. Οι κάννες των όπλων, αμερικανικής κατασκευής, υψώνονται... Ενα ακόμα έγκλημα είχε διαπραχθεί, μέσα σ' εκείνο το ζοφερό κλίμα, στη διάρκεια, αλλά και μετά την τραγωδία του εμφύλιου πολέμου.

Νίκος Μπελογιάννης, ο «άνθρωπος με το γαρίφαλο»... Ο φωτογραφικός φακός του Παναγιώτη Μήτσουρα απαθανάτισε τον κομμουνιστή στο εδώλιο του κατηγορουμένου, σε μια δίκη «παρωδία», που προκάλεσε διεθνή συγκίνηση. Τον αποτύπωσε να χαμογελά, μ' ένα γαρίφαλο στο χέρι... Η φωτογραφία αυτή ταξίδεψε έξω από τα όρια της χώρας μας, ξεσηκώνοντας διεθνή κατακραυγή κατά των ελληνικών στρατοδικών και του παρακράτους. Χιλιάδες ήταν οι υπογραφές υπέρ της αθώωσής του ή της απονομής χάριτος. Εκατοντάδες οι άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών, που βρέθηκαν στο πλάι του. Ευαίσθητοι «παλμογράφοι» και οι εικαστικοί δημιουργοί, που, με τα δικά τους «όπλα», έδωσαν χρώμα στον αγώνα, στην αντίσταση, στην ελπίδα. Αποκορύφωμα, το έργο του Πικάσο «Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο», που γύρισε, με τη μορφή αφίσας, όλο τον κόσμο.

«Σπάραγμα» συλλογικής μνήμης και ιστορίας


Η εκτέλεση του Νίκου Μπελογιάννη σημάδεψε πολλούς δημιουργούς. Ανάμεσά τους, ο αντιφασίστας διανοούμενος Peter de Francia, που το 1953 ξεκινά την προσωπική του «Γκουέρνικα», έναν από τους μεγαλύτερους πίνακές του, εμπνευσμένο από την πολύκροτη θυσία του ανθρώπου με το γαρίφαλο, η οποία τάραξε τη δημοκρατική Ευρώπη. «Η εκτέλεση του Μπελογιάννη», όπως ονομάζεται ο πίνακας του καλλιτέχνη, είναι μία μνημειακή, γεμάτη ένταση και δύναμη, σύνθεση. Το μακρόστενο σχήμα της (3Χ1.50μέτρα) τονίζει την επική αφήγηση.

Για περισσότερα από πενήντα χρόνια, ο πίνακας κρατήθηκε από τον καλλιτέχνη στο εργαστήριό του. Μόνο ένα μικρό σχέδιο της σύνθεσης συμμετείχε το 1953 στην περιοδεύουσα έκθεση με τίτλο «Looking Forwatd». Ωσπου, τον περασμένο Απρίλη, στην έκθεση έργων του σημαντικού ζωγράφου και δασκάλου Peter de Francia στο Λονδίνο, στο James Hyman Fine Art, παρουσιάστηκε - εκτός καταλόγου - το μνημειώδες αυτό έργο (λάδι) και συγκλόνισε το κοινό. Τότε, γεννήθηκε και η σκέψη της αγοράς του πίνακα από κάποιον δημόσιο φορέα της χώρας μας. «Ψυχή» της προσπάθειας, η γλύπτρια και μαθήτριά του (Φιλοσοφία και Ιστορία της Τέχνης) στο Royal College of Art, Ευγενία Πολίτη.

Ιερό «σπάραγμα» συλλογικής μνήμης και ιστορίας, το έργο του Francia αναζητά το φυσικό του αποδέκτη, το ελληνικό κοινό. Μισόν αιώνα μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη, ο ελληνικός λαός έχει το δικαίωμα να αποκτήσει τον πίνακα που «γεννήθηκε» μέσα από τα ίδια του τα σπλάχνα. Αυτό το έργο τον αφορά. Δεν είναι μόνον η σπουδαία καλλιτεχνική του αξία, αλλά και το ίδιο του το θέμα - μια «σελίδα» υπέρτατης θυσίας. Η ελληνική πολιτεία έχει την υποχρέωση να φέρει αυτό το έργο στη χώρα μας. Να κάνει όλες εκείνες τις ενέργειες, προκειμένου «Η εκτέλεση του Μπελογιάννη» να βρει τη θέση που της αξίζει σε μιαν ελληνική εκθεσιακή αίθουσα και μάλιστα δημόσια. Ωστε αυτή η πολύτιμη παρακαταθήκη να είναι προσβάσιμη στο κοινό. Σε όσους έζησαν και αγωνίστηκαν τα «πέτρινα χρόνια», αλλά και στους νεότερους, που έχουν πολλά να διδαχτούν.

Συγκλονιστική μαρτυρία

Ο πίνακας αποτελεί την πρώτη από τις τρεις μεγάλες μεταπολεμικές συνθέσεις, που φιλοτέχνησε ο Francia. Η δεύτερη είναι «Ο βομβαρδισμός του Sakiet» (1959), που παρουσιάστηκε στην Tate Modern και αναφέρεται στο βομβαρδισμό του ομώνυμου τυνησιακού χωριού το 1958 από τα γαλλικά αεροπλάνα. Λίγο αργότερα, φιλοτεχνεί την «Αφρικανική φυλακή» (Sheffield City Art Galleries). Τα έργα του, καρπός συστηματικής καλλιτεχνικής έρευνας και κοινωνικού προβληματισμού, αποκαλύπτουν έναν καλλιτέχνη με ιδιαίτερη ευαισθησία, αλλά και βαθιά κοινωνική συνείδηση.

Ο Peter de Francia, στην «Εκτέλεση του Μπελογιάννη», δεν εικονογραφεί. Σχολιάζει και καταγγέλλει, μετατρέποντας την επιφάνεια του πίνακα σε συγκλονιστική μαρτυρία. Συνθέτει μία τριπλή αποκαθήλωση, στην οποία, τα τρία νεκρά σώματα εξέρχονται από τη φυσιολογική τους κατάσταση και λειτουργούν ως σύμβολα - κραυγή διαμαρτυρίας ενάντια στην αδικία, στα βασανιστήρια, στις εκτελέσεις. Ο καλλιτέχνης δε ζωγραφίζει αυτό που βλέπει, αλλά αυτό που νιώθει. Οι ανθρώπινες μορφές, χωρίς να χάνουν τα ρεαλιστικά χαρακτηριστικά τους, φορτίζουν, με την εξπρεσιονιστική παραμόρφωσή τους, τη σκηνή. Τρία νεκρά ανθρώπινα σώματα κείτονται στο χώμα, δίπλα στο σταυρό του μαρτυρίου τους. Στην αριστερή πλευρά, η φιγούρα του Ν. Μπελογιάννη με το κόκκινο γαρίφαλο στο χέρι. Ενα ιστορικό γεγονός, που μετατρέπεται σε συλλογική οδύνη, αλλά και πανανθρώπινο ύμνο. Ο Francia, με το χρωστήρα του, «ακροβατεί» ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, στο θάνατο και το θρήνο. Χωρίς ρητορείες και διακοσμητικότητα, «χτίζει» τη σύνθεσή του. Η λιτότητα των εκφραστικών μέσων τονίζει την πρόθεσή του να είναι άμεσος, κριτικός, κατήγορος.

Πολυσήμαντη δημιουργία

«Υπάρχουν πολλοί τρόποι ν' αποσιωπήσεις την αλήθεια, όπως υπάρχουν και πολλοί τρόποι να την πεις. Εμείς αντλούμε την αισθητική, καθώς και την ηθική μας από τις ανάγκες του αγώνα μας», σημείωνε σ' ένα κείμενό του ο Μπ. Μπρεχτ. Σ' αυτές τις ηθικές αρχές στηρίχτηκε πάντοτε η εικαστική δημιουργία του Peter de Francia. Γεννημένος στη Γαλλία το 1921, σπούδασε στην Ακαδημία των Βρυξελλών. Από το 1945 έως το 1948 βρίσκεται στο Slade School στο Λονδίνο και το 1951 εργάστηκε στο Μουσείο της Νέας Υόρκης. Τρία χρόνια αργότερα, ξεκίνησε να διδάσκει Ιστορία της Τέχνης στο St Martin's του Λονδίνου, για να ακολουθήσει το κολέγιο του Goldsmith's, και από το 1972 έως το 1986, ως καθηγητής στο μεταπτυχιακό τμήμα του Royal College of Art. Η καλλιτεχνική του καριέρα ξεκίνησε το 1958 με την ατομική έκθεση έργων του στο Μιλάνο. Από τις πολλές και σημαντικές παρουσιάσεις της δουλιάς του, σημειώνουμε εκείνες στη Wappihgton Galleries, στην ομαδική «British painting» στο Λονδίνο και στη Λευκωσία (1995).

Δεινός σχεδιαστής, στη μακρόχρονη εικαστική του πορεία, ο Francia δημιουργεί σχέδια, στα οποία, με ωμό ρεαλισμό, συμπορεύεται το χιούμορ με το σαρκασμό, η οδύνη με το μεγαλείο των ανθρώπινων πράξεων. Χαρακτηριστικά, τα 39 σχέδια που παρουσίασε το 1989 στην Κοπεγχάγη, στα οποία καταγγέλλει τους «απελευθερωτές». Ο αγώνας των λαών ενάντια στην αδικία, η εκμετάλλευση, τα βασανιστήρια, ο ρατσισμός, ήταν μερικά από τα κύρια θέματα και τα σημεία αναφοράς του. Οπως ο Γκόγια στη σειρά «Τα δεινά του πολέμου», ή ο Ρ. Γκουτούζο στα καταγγελτικά σκίτσα του, έτσι και ο Francia εμπνέεται από τα γεγονότα της εποχής που τάραζαν τις συνειδήσεις και στράτευαν τους διανοούμενους.

Οπως έγραφε χαρακτηριστικά το 1996 ο σημαντικότερος, ίσως, μεταφραστής του Μπρεχτ στην Ευρώπη, John Willett: «Αντίθετα με τη σημερινή τέχνη, που είναι στοιχειωμένη από τα media, ο Peter de Francia παραμένει μια μοναχική φιγούρα που ποτέ δεν έγινε ευρύτερα γνωστή, καθώς τον γνωρίζει μόνον η μειονότητα των αφοσιωμένων θαυμαστών του. Το ίδιο συνέβαινε και με τον προκάτοχό του, επικεφαλής του τμήματος ζωγραφικής στο Royal College of Art, Carel Weight...».

«Στην περίπτωση του de Francia, η εργασία του απορρέει από την ευρωπαϊκή παράδοση του Μεσοπολέμου, η οποία συγκροτήθηκε μέσα από το σοσιαλιστικό ρεαλισμό του ανατολικού μπλοκ και την πολιτικά αποδεκτή αφαίρεση της σχολής της Νέας Υόρκης. Κυρίως επρόκειτο για το αντιφασιστικό Λαϊκό Μέτωπο», όπως ανιχνεύεται στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και τη Διεθνή Εκθεση του 1937, την περίοδο της Guernica και των μεγάλων τοιχογραφιών του Leger, και το οποίο εμπεδώθηκε στη Βρετανία μέσω της ΑΙΑ (Artist's International Association).

«Τι νομίζετε πως είναι ο καλλιτέχνης;», έλεγε ο Πικάσο το 1957. «Νομίζετε πως είναι κανένας ηλίθιος που έχει μόνο μάτια αν είναι ζωγράφος, ή μόνο αυτιά αν είναι μουσικός, ή που κρατάει μια λύρα για όλα τα διαμερίσματα της καρδιάς αν είναι ποιητής, ή, ακόμα, που έχει μόνο μπράτσα αν είναι μποξέρ; Τελείως αντίθετα, είναι ταυτόχρονα ένα πολιτικό ον, σταθερά άγρυπνος μπροστά στα καυτά σπαρακτικά ή ευχάριστα γεγονότα του κόσμου, του κόσμου που διαμορφώνεται κατ' εικόνα τους από κάθε λογής κομμάτια. Πώς μπορεί να 'ναι δυνατό να μη γνοιάζεται για τους άλλους ανθρώπους και στο όνομα ποιας φιλντισένιας αδιαφορίας, να αποσπάται από μια ζωή που προσφέρουν οι άνθρωποι με τόσο μόχθο; Οχι, ο ζωγράφος δε φτιάχτηκε για να διακοσμεί τα διαμερίσματα. Είναι ένα εργαλείο επιθετικού και αμυντικού πολέμου εναντίον στον εχθρό».


Η. ΜΟΡΤΟΓΛΟΥ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ