Με πρόσχημα την ανάπτυξη και την οικονομική αποτελεσματικότητα, η ΕΕ θέτει όρους και περιορισμούς στα κράτη - μέλη της για το καθεστώς λειτουργίας των κοινωφελών οργανισμών, με στόχο το λιγότερο κράτος, πίσω από το οποίο κρύβεται το ξήλωμα του κράτους πρόνοιας
Η τροποποίηση της συστατικής για την τότε ΕΟΚ Συνθήκης της Ρώμης, που υπογράφηκε το 1957, κρίθηκε αναγκαία στα κεφάλαια που αφορούν το δημόσιο τομέα. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στη Χάρτα, "η κοινοτική οικοδόμηση, ισχυροποιημένη από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ, δεν έχει σταθεροποιηθεί σαφώς", αφού "η παρούσα κατάσταση επέδρασε στις αρχές του ανταγωνισμού, κυρίως σε αυτές που επικρατούν στο δημόσιο τομέα". Συνεπώς, επισημαίνεται, "ο στόχος είναι να δοθεί ένα τέλος σ' αυτές τις καταστάσεις, για να αρχίσει μια συμμαχία των εταιριών του δημοσίου τομέα με το μέτρο του ανταγωνισμού".
Δηλαδή με απλά λόγια, και σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά εδάφια που παραθέτουμε πιο κάτω, η Συνθήκη του Μάαστριχτ δεν επαρκεί για να προσδώσει στα αδηφάγα αφεντικά της Ευρωπαϊκής Ενωσης το χαρακτήρα άκρατου φιλελευθερισμού που θέλουν στην ενιαία αγορά της. Κι αυτό, γιατί - όπως προκύπτει από τη Χάρτα - διαπιστώθηκε ότι πολλές χώρες (μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) διατηρούν κρατικά μονοπώλια σε ζωτικούς τομείς της οικονομίας τους. Αυτό βέβαια στέκεται εμπόδιο στα σχέδιά τους, αφού γνωρίζουν ότι η πίτα των κερδών των δραστηριοτήτων όπου εμπλέκονται οι ΔΕΚΟ είναι μεγάλη και βέβαια δεν προτίθενται να τη χάσουν. Σκοπός δηλαδή της τροποποίησης είναι ο επαναπροσδιορισμός της έννοιας των δημοσίων επιχειρήσεων, που πρέπει πλέον να έχει τη μορφή μιας αδιαμφισβήτητης νομικής βάσης, η οποία θα συμβάλει αποΦΑΣΙΣΤΙΚΑ στη λειτουργία του ελεύθερου ανταγωνισμού - όπως προβλέπεται ρητά στη Συνθήκη του Μάαστριχτ - ΚΑΙ στο χώρο των ΔΕΚΟ.
Και ιδού τι προβλέπει η αναθεώρηση της Συνθήκης για τις αρμοδιότητες που μπορούν να ασκούνται από τα κράτη - μέλη:
Β. Ρ.