Κυριακή 12 Μάρτη 1995
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 24
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Ασφυκτική η σχέση με τα ΜΜΕ

Σύμφωνα με τους διαφημιστές, η διαφήμιση προσφέρει πολυσχιδώς στο κοινωνικό σύνολο και μια από αυτές τις προσφορές, όπως ανέφερε ο Θ. Κουτούπης, είναι ότι στηρίζει οικονομικώς ολοκληρωτικά όλα τα ιδιωτικά ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης, είναι βασικός οικονομικός αιμοδότης του Τύπου, συμβάλλοντας έτσι στην πολυφωνία και την ελευθερία του λόγου.

Θα ξεκινήσουμε από το τελευταίο αυτό επιχείρημα τη συζήτησή μας με την Μαρία Κομνηνού,επίκουρη καθηγήτρια του Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών. "Ξεκινώντας από την επίδραση της διαφήμισης στη δημοκρατία, θέλω να πω ότι ο πολλαπλασιασμός των μέσων μαζικής ενημέρωσης δε σημαίνει πολυφωνία", επισημαίνει και εξηγεί: "Στην Ελλάδα, το βλέπουμε καθαρά αυτό. Χωρίς να υπάρχει η άμεση εξάρτηση του προγράμματος από τη διαφήμιση, ο οικονομικός της ρόλος είναι τέτοιος που ομοιογενοποιεί και απλοποιεί τα προγράμματα όλων των καναλιών και επικρατεί η ρηχή διασκέδαση, γιατί έτσι μπορείς να έχεις ακροατήριο από τη γιαγιά ως το εγγονάκι. Με αυτό τον τρόπο, ειδικά τις ώρες μεγάλης ακροαματικότητας, περιθωριοποιείται το ποιοτικό πρόγραμμα και θριαμβεύει το σώου τύπου "Φαντάστικο", "Μπράβο", "Τσιάο" κλπ. Οχι πως η μαζική κουλτούρα δεν μπορεί να έχει καλύτερο επίπεδο, απλά αυτό δεν επιδιώκεται από τη στιγμή που εξασφαλίζεται το διαφημιστικό πακέτο".

Για την κατάσταση αυτή, όπως τονίζει, μεγάλη ευθύνη φέρει η κρατική τηλεόραση, που δε διαμόρφωσε ένα ποιοτικά υψηλό επίπεδο στα προγράμματά της και βρέθηκε έτσι ξαρμάτωτη μπροστά στην επίθεση της διαφήμισης.

Οσον αφορά τη σχέση Τύπου και διαφήμισης, εκεί τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. "Η διαφήμιση επιλέγει το έντυπο, που διαθέτει αναγνωστικό κοινό υψηλού οικονομικού εισοδήματος. Ετσι, καταργείται αυτόματα η δυνατότητα έκδοσης ενός εντύπου, που θα έχει αναγνωστικό κοινό από τα λαϊκά στρώματα. Ενα έντυπο που απευθύνεται στα λαϊκά στρώματα δεν μπορεί να συντηρηθεί από τα διαφημιστικά έσοδα".

Πάνω σε αυτή την άποψη της Μαρίας Κομνηνού, παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του Gillian Dyer "Η διαφήμιση ως επικοινωνία": "Οταν άρχισαν οι διαφημιστές να συμβάλλουν στο κόστος παραγωγής των εφημερίδων, όχι μόνο άλλαξαν την οικονομική βάση του Τύπου, αλλά και εγκαινίασαν μια περίοδο συγκεντροποίησής του. Αυτό σήμαινε μια αύξηση της κυκλοφορίας των εφημερίδων, την εμφάνιση του πολέμου των πληροφοριών, τη μείωση των τίτλων και τη συγκέντρωσή τους σε όλο και λιγότερα χέρια. Συνεπώς το εύρος και η ποικιλία των απόψεων και γνωμών μειώθηκε αναλόγως. Οι κεφαλαιούχοι μπήκαν στο παιχνίδι τη δεκαετία του '20 και έως το 1929 τέσσερις μεγάλοι επιχειρηματίες είχαν στον έλεγχό τους τη μισή ημερήσια κυκλοφορία των εθνικών εφημερίδων. Ο ανταγωνισμός για τους αναγνώστες αγρίεψε, με αποτέλεσμα να μειωθεί ο αριθμός τους από δώδεκα το 1921 σε εννέα το 1937... Η επιρροή της διαφήμισης, όμως, είναι ανεπαίσθητη. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως οι συντάκτες και η διοίκηση των εφημερίδων έχουν "εσωτερικεύσει" τις απαιτήσεις των διαφημιστών και η ανάγκη να προσελκύσουν διαφημιστές είναι τέτοια, ώστε χρησιμοποιούν κάθε μέσο για να κάνουν την εφημερίδα ελκυστική για τους χορηγούς... Οι παραγωγοί και οι συγγραφείς είναι συντονισμένοι με τις επιθυμίες του χορηγού και γνωρίζουν πολύ καλά τι επιτρέπεται και τι βρίσκεται στο απυρόβλητο. Οπως έγραφε ο Erik Barnouw (1978) στο βιβλίο του για τις ραδιοτηλεοπτικές χορηγίες, "Ο εξημερωμένος καλλιτέχνης ήταν ίσως ένα εξίσου δυσοίωνο φαινόμενο, όσο και ο χορηγός που ασκεί βέτο". Η "ελευθερία" είναι στην πραγματικότητα μέρος της θεμελιώδους ιδεολογίας της διαφήμισης,είναι μια λέξη που χρησιμοποιείται για να δικαιολογήσει τη διαφήμιση και ισχυρίζεται ότι δίνει στον Τύπο την ανεξαρτησία του. Αυτό που πράγματι συμβαίνει είναι πως η ελευθερία δημοσίευσης επαφίεται στους διαφημιστές, οι οποίοι είναι ελεύθεροι να συναγωνιστούν ή να πάνε τις διαφημίσεις τους αλλού, αν το εκδοτικό υλικό, το περιβάλλον ή το κοινό δεν τους ικανοποιεί"

.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ