Σάββατο 28 Φλεβάρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Μισθοί και κέρδη

Οι εξελίξεις, που σημειώνονται τα τελευταία χρόνια σε βασικά μεγέθη και δείκτες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, προκαλούν. Εχουμε δείκτες που βελτιώνονται θεαματικά (δεν εννοούμε την οριακή βελτίωση που παρουσιάζουν ο πληθωρισμός ή τα κρατικά ελλείμματα) και δείκτες που πάνε κατά διαβόλου (και πάλι δεν εννοούμε την άνοδο της ανεργίας ή του δημόσιου χρέους και των ελλειμμάτων του ισοζυγίου). Οταν μιλάμε για δείκτες που βελτιώνονται θεαματικά και μάλιστα ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΑ, έχουμε υπόψη μας την τρελή κούρσα αύξησης των κερδών και των υπερκερδών που εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους και το 1997 πολλές μεγάλες ελληνικές και ξένες επιχειρήσεις και όλες σχεδόν οι τράπεζες. Και όταν μιλάμε για δείκτες που πάνε κατά διαβόλου, έχουμε υπόψη μας το βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και των πλατιών λαϊκών στρωμάτων (αγρότες, βιοτέχνες κλπ.), οι συνθήκες διαβίωσης των οποίων επηρεάζονται αρνητικά από τη συνεχή μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων.

Για του λόγου το αληθές, θα επικαλεστούμε την εξέλιξη του πληθωρισμού του 1997, σε σχέση: Πρώτον, με τις προκλητικές αυξήσεις που εμφάνισαν και πέρσι τα κέρδη των τραπεζών. Δεύτερον, με τις ισχνές ονομαστικές αυξήσεις των μισθών και συντάξεων που προέκυψαν με την εισοδηματική πολιτική που συναποφάσισαν και επέβαλαν το 1997, στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, η κυβέρνηση σε αγαστή συνεργασία με τους εκπροσώπους των μεγαλοεπιχειρηματιών.

Με βάση, λοιπόν, τους μέχρι σήμερα δημοσιευμένους ισολογισμούς των τραπεζών, προκύπτουν αυξήσεις των επίσημων, φανερών, κερδών από 14% (Εθνική Κτηματική) μέχρι και 1.216,4% (Μακεδονίας - Θράκης που την προωθούν για ιδιωτικοποίηση). Μόνο 9 τράπεζες μοιράστηκαν μεταξύ τους κέρδη 369,3 δισ. δραχμών, έναντι 256,8 δισ. δραχμών το 1996. Είχαν δηλαδή μέσο ποσοστό αύξησης κερδών, πριν από τη φορολογία και πριν από τις προβλέψεις για επισφάλειες (δηλαδή τις διαγραφές "θαλασσοδανείων" ύψους αρκετών δεκάδων δισ. δραχμών που είχαν δοθεί στο παρελθόν σε ημέτερους), 43,8% (!), που είναι σχεδόν 8 φορές μεγαλύτερο από το μέσο ρυθμό πληθωρισμού του 1997. Σε αντίθεση με τα "παχυλά" κέρδη των τραπεζών και άλλων μεγαλοεπιχειρηματιών - που εμφανίζουν αύξηση σε διψήφιο ή και τετραψήφιο αριθμό - το ποσοστό αύξησης των μισθών και συντάξεων στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα ήταν μονοψήφιος αριθμός. Η Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας, που επέβαλαν - με τις πλάτες της κυβέρνησης - οι εκπρόσωποι του μεγάλου κεφαλαίου στον ιδιωτικό τομέα, περιόρισε τις ονομαστικές αυξήσεις στους κατώτατους μισθούς και ημερομίσθια γύρω στο 5,5% (3,25% σε δύο δόσεις), ενώ σε ανάλογο ή και μικρότερο ποσοστό κυμάνθηκαν και οι αυξήσεις που δόθηκαν στους συνταξιούχους και τους δημοσίους υπαλλήλους με το νέο μισθολόγιο.

Οσο και αν οι παραπάνω εξελίξεις "βγάζουν μάτι" και προκαλούν, είναι σίγουρο πως αν η κυβέρνηση δε βρει την απαιτούμενη αντίσταση από τα πλατιά λαϊκά στρώματα που πληρώνουν τα σπασμένα της μονόπλευρης λιτότητας, όχι μόνο θα εμμείνει στη συνέχιση της ίδιας πολιτικής, αλλά και θα προχωρήσει στη σκλήρυνση της λιτότητας με νέα μέτρα. Από αυτή την άποψη και με δεδομένο ότι ήδη μαγειρεύονται νέες θυσίες για τους εργαζόμενους - αυτή τη φορά στο όνομα του ΕΥΡΩ - έχει μεγάλη σημασία η μαζική συμμετοχή στις αγωνιστικές κινητοποιήσεις των εργατοϋπαλλήλων, που έχουν αποφασιστεί να γίνουν την ερχόμενη βδομάδα στην Αθήνα και άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ