Στην επιχείρηση αναζωογόνησης της λειτουργίας του δικομματισμού πρωταγωνιστικό ρόλο κρατούν αρκετά Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας. Το γεγονός, βέβαια, δεν αποτελεί έκπληξη. Σ' όλους είναι γνωστό πως ιδιοκτήτες των ΜΜΕ είναι πασίγνωστοι κεφαλαιοκράτες πρώτης γραμμής. Είναι, λοιπόν, φυσικό τα ΜΜΕ να παίζουν το ρόλο του στυλοβάτη του πολιτικού συστήματος. Αλλωστε, τα στελέχη τους είναι συγκοινωνούντα δοχεία ή και επανδρώνουν τα επιτελεία και τους μηχανισμούς της εξουσίας των μονοπωλίων.
Το βασικό επιχείρημα των υπερασπιστών του δικομματικού συστήματος είναι πως εκεί που έχουν φτάσει τα προβλήματα στη χώρα μας αλλά κι διεθνώς, μια κυβέρνηση πρέπει να είναι ισχυρή, ώστε να εφαρμόσει έγκαιρα και απρόσκοπτα το πρόγραμμά της. Με το επιχείρημα της ισχυρής κυβέρνησης επιχειρούν λοιπόν να γανώσουν κυριολεκτικά το μυαλό των εργαζομένων, αποφεύγοντας, όπως ο διάβολος το λιβάνι, να απαντήσουν στο ερώτημα: για ποιους θέλουν την ισχυρή κυβέρνηση; Για την ολιγαρχία ή για το λαό;
Αλλά και όλες αυτές οι κυβερνήσεις αποδείχτηκαν πολύ αδύναμες όταν επρόκειτο για την ικανοποίηση αιτημάτων των εργαζομένων, των φτωχών αγροτών, των αυτοαπασχολούμενων, των νέων ζευγαριών. Πότε η διεθνής συγκυρία, πότε τα δημοσιονομικά ήταν τα βασικά άλλοθί τους για να απορρίπτουν έστω και τη στοιχειώδη ικανοποίηση των άμεσων αναγκών των εργαζομένων, άλλοθι που καθόλου, φυσικά, δεν έστεκαν εμπόδιο στην απρόσκοπτη κερδοφορία του κεφαλαίου. Οι Ελληνες εργαζόμενοι λοιπόν έχουν σημαντική και, πάντα, πικρή πείρα από αυτές τις κυβερνήσεις και, επομένως, δεν έχουν κανένα λόγο να «ενδώσουν» στην επιχείρηση αναστύλωσης του δικομματικού σκηνικού. Επαθαν και έμαθαν από το δικομματισμό.
Φυσικά οι προπαγανδιστές των κυβερνήσεων συνεργασίας κάνουν ό,τι μπορούν για να κρύψουν από τον ελληνικό λαό πως και αυτές έχουν δοκιμαστεί σε μια σειρά χώρες της Ευρώπης. Σε αρκετές, μάλιστα, από αυτές συμμετείχαν και κάποια αυτοονομαζόμενα αριστερά κόμματα. Ομως, το έργο τους και τα αποτελέσματά τους ήταν ακριβώς τα ίδια με αυτά των μονοκομματικών κυβερνήσεων.
Και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς. Διότι στην Ελλάδα δεν ασκήθηκε αντιλαϊκή πολιτική επειδή η κυβέρνηση ήταν μονοκομματική και όχι συνεργασίας. Ούτε παλιότερα στην Ιταλία ή στη Γαλλία π.χ. ασκήθηκε αντιλαϊκή πολιτική γιατί η κυβέρνηση ήταν συνεργασίας και όχι μονοκομματική. Παντού στον κόσμο, στην Ευρώπη, στην Ελλάδα, η αντιλαϊκή πολιτική ασκείται γιατί τα κόμματα που την ασκούν, είτε είναι ένα είτε είναι πολλά, εκφράζουν τα συμφέροντα των καπιταλιστών και της τάξης τους, συμφέροντα που δεν εξυπηρετούνται αν ταυτόχρονα δεν παίρνουν μέτρα σε βάρος της άλλης τάξης, της εργατικής, σε βάρος των συμφερόντων των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Οι εργαζόμενοι, οι αγρότες, οι αυτοαπασχολούμενοι, η νεολαία, δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν από μια αδύναμη κυβέρνηση. Δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν ακόμα και όταν ολόκληρο το πολιτικό σύστημα - που είναι ταγμένο να υπηρετεί τα συμφέροντα των αστών - αρχίζει να παραπαίει. Εχουν να χάσουν και όχι να κερδίσουν αν βάλουν πλάτη για να γιάνουν οι πληγές του πολιτικού συστήματος. Εχουν να κερδίσουν μόνο αν αυτό είναι όσο πιο αδύναμο γίνεται, έτσι ώστε να μπορεί να δεχτεί και το τελικό χτύπημα. Εχουν το δικό τους όπλο και είναι στο χέρι τους να το κάνουν κυριολεκτικά ανίκητο. Εχουν το λαϊκό κίνημα, που πρέπει να φροντίσουν να είναι σε διαρκή δράση, αντίσταση και αντεπίθεση. Να φτάσει σε τέτοιο σημείο ανάπτυξης ώστε να έχει σχέδιο επίλυσης και αυτού του προβλήματος, του ποιος, δηλαδή, θα είναι στην εξουσία. Στη δικιά τους, τη λαϊκή εξουσία.