Η δεκάμηνη υποχρεωτική επάνδρωση και δρομολόγηση των ακτοπλοϊκών πλοίων αφορά τόσο το δικαίωμα στη δουλειά με συγκροτημένα εργασιακά δικαιώματα και συνδικαλιστική εκπροσώπηση, την προστασία της ανθρώπινης ζωής, όσο και τη στοιχειώδη ακτοπλοϊκή σύνδεση των νησιών με την ηπειρωτική Ελλάδα και μεταξύ τους. Αλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι οι ακτοπλοϊκές συγκοινωνίες είναι ενταγμένες στον αμυντικό σχεδιασμό της χώρας. Σε όλα αυτά βέβαια έχουν βάλει τη σφραγίδα τους οι αγώνες του ναυτεργατικού κινήματος.
Οι ανάγκες του πολυεθνικού κεφαλαίου οδήγησαν στον κανονισμό 3577/92 της Ευρωπαϊκής Ενωσης ο οποίος προβλέπει την άρση κάθε προστατευτισμού στις εσωτερικές θαλάσσιες συγκοινωνίες και επί της ουσίας είναι η εφαρμογή της Συνθήκης του Μάαστριχτ στη θάλασσα. Αυτό, γίνεται σαφές από τον πρόλογο του κειμένου του Κανονισμού που αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «η ελεύθερη κυκλοφορία των υπηρεσιών πρέπει να εφαρμοστεί στις θαλάσσιες μεταφορές εντός των κρατών - μελών. Της ελευθερίας αυτής πρέπει να επωφεληθούν οι πλοιοκτήτες της Κοινότητας»!
Η άρση του καμποτάζ άρχισε να εφαρμόζεται στην ακτοπλοΐα σταδιακά από το 2001 με το νόμο 2932 της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, με τον οποίο ενσωματώθηκε στην ελληνική νομοθεσία ο κανονισμός 3577, χειροτερεύοντας δραματικά το ήδη σαθρό θεσμικό πλαίσιο στην ακτοπλοΐα. Ενώ από το 2010 εφαρμόστηκε πλήρως στα κρουαζιερόπλοια τα οποία μετατράπηκαν σε πλωτά γκέτο της μαύρης εργασίας.
Από τη σταδιακή απελευθέρωση της ακτοπλοΐας τα αποτελέσματα μέχρι τώρα είναι: Αυξήσεις - φωτιά στα εισιτήρια, παροπλισμός του 60% των ακτοπλοϊκών πλοίων κάθε χειμώνα απομονώνοντας νησιά, οι εφοπλιστές αρνούνται να δρομολογήσουν πλοία αν δεν τους συμφέρει και τσεπώνουν χοντρές επιδοτήσεις με την πατέντα των άγονων γραμμών. Με την πλήρη άρση τα αποτελέσματα για ναυτεργάτες και νησιώτες θα γίνουν τουλάχιστον εφιαλτικά.