Σάββατο 14 Απρίλη 2001 - Κυριακή 15 Απρίλη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 30
ΔΙΕΘΝΗ
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Διεκδικήσεις για «γερές αυξήσεις» των μισθών

Ο Κλάους Τσβίκελ είναι παλαίμαχος σοσιαλδημοκράτης συνδικαλιστής και από πολλά χρόνια πρόεδρος της μεγάλης συνδικαλιστικής οργάνωσης, του συνδικάτου μεταλλοβιομηχανίας (IG - Metall). Το αν η IG-Metall, με αριθμό μελών κοντά στα τρία εκατομμύρια, εξακολουθεί να είναι η κορυφαία οργάνωση αμφισβητείται από τα μέσα του Μάρτη, όταν ιδρύθηκε με συγχώνευση πέντε ξεχωριστών συνδικαλιστικών οργανώσεων η λεγόμενη Ver.Di, δηλαδή η Ενωση Συνδικάτων Προσφοράς Υπηρεσιών, που υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των μελών της υπερβαίνει κατά κάμποσες χιλιάδες τα τρία εκατομμύρια.

Ανεξάρτητα, όμως, από τα αριθμητικά πρωτεία, η IG - Metall θεωρείται «δυναμική», αν όχι μάλιστα η «δυναμικότερη», δηλαδή η αγωνιστικότερη οργάνωση. Ο Τσβίκελ σε συνέντευξη που παραχώρησε στην «Μπερλίνερ Τσάιτουνγκ» (31 Μάρτη - 1 Απρίλη) εξηγεί γιατί το σωματείου του χρειάζεται να αγωνιστεί: Υπάρχουν - είπε - μερικά πράγματα που μας θίγουν ιδιαίτερα, π.χ. «συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση». Ναι μεν μπορέσαμε με την πίεσή μας να επιτύχουμε μερικές διορθώσεις, αλλά αυτή δεν είναι «η δική μας,» συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Ιδιαίτερα πονάει ότι ακριβώς μια κυβέρνηση με σοσιαλδημοκρατική ηγεσία εγκατέλειψε την αρχή της ισότιμα χρηματοδοτούμενης συνταξιοδοτικής ασφάλισης. Η πληγή που άνοιξε εδώ δεν έχει ακόμη γιατρευτεί.

Υπάρχει επίσης το ζήτημα της υγειονομικής ασφάλισης. Η προβλεπόμενη ρύθμιση δεν ικανοποιεί το συνδικάτο. «Βαδίζουμε εδώ σε μια νέα σύγκρουση», είπε.

Σχετικά με τα ημερομίσθια και μισθούς, όπως και με το ζήτημα της καταπολέμησης της ανεργίας, ο Τσβίκελ απάντησε: «Η οικονομία από πολύ καιρό βρίσκεται σε λαμπρή κατάσταση, οι επιχειρήσεις έχουν σοδειές λαμπών κερδών. Σε σύγκριση με αυτή την κατάσταση, ο απολογισμός της απασχόλησης είναι τελείως ανεπαρκής... Στις προσεχείς διαπραγματεύσεις (Φλεβάρη 2002) για συλλογικές συμβάσεις προτεραιότητα έχει η αύξηση των ημερομισθίων και μισθών... Οι τελευταίες αυξήσεις με τρία και με 2,1% ήταν μέτριες και δεν επακολούθησε η αύξηση της απασχόλησης, που υποσχέθηκαν».

Η παραγωγικότητα της εργασίας στον κλάδο κυμαίνεται μεταξύ εφτά και οχτώ τοις εκατό, υπογράμμισε. «Δεν αποκλείεται ως το τέλος του έτους να έχουμε ένα "εκρηκτικό μείγμα". Πάντως "μπροστά στην κατάσταση κερδών των επιχειρήσεων και της μέτριας αύξησης της απασχόλησης πολλοί εργάτες έχουν τη γνώμη: τώρα είναι η σειρά μας" (για "γερές αυξήσεις"). Αν θα γίνουν απεργίες, αυτό θα αποφασιστεί στην "ώρα του"», είπε.

Από τους επιχειρηματίες βέβαια δεν άργησε να δοθεί αρνητική απάντηση. Με το ίδιο πάντα επιχείρημα ότι αύξηση των εξόδων θα βγει σε βάρος της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας, προτείνουν να μη δοθεί καμιά αύξηση. Σε δήλωσή του (στις 5 Απρίλη, στο Βερολίνο) ο πρόεδρος του Βιομηχανικού και Εμπορικού Επιμελητηρίου (DIHT), Λούντβιγκ Γκέοργκ Μπράουν, είπε χαρακτηριστικά: «Προς το συμφέρον της άμιλλας και των ανέργων θα ήταν σωστό για ένα ορισμένο διάστημα τα έξοδα από μισθούς - ημερομίσθια να παγώσουν στο σημερινό επίπεδο». Με την ευκαιρία αυτή δεν παρέλειψε να καταφερθεί και κατά της σχεδιαζόμενης "μεταρρύθμισης" του νόμου για τα καταστατικά των επιχειρήσεων και της καθιέρωσής του σε μερικό χρόνο εργασίας. Αν αυτά τα αιτήματα των καπιταλιστών γίνουν δεκτά από την κυβέρνηση, είπε, τότε "θα ξαστερώσουν οι διαθέσεις στην οικονομία"».

Οι σύνδεσμοι της (μεγάλης) οικονομίας προσθέτουν στα πιο πάνω επιχειρήματά τους και τα όχι ευοίωνα προγνωστικά για το επόμενο διάστημα. Προβλέπουν οικονομική άνοδο της τάξης του 2-2,1%, ενώ ως το φθινόπωρο του 2000 έκαναν λόγο για αύξηση 2,7%. Σαν λόγο της μείωσης προβάλλουν τη χειροτέρευση της αμερικανικής οικονομίας, τον οικολογικό φόρο και τις υψηλές ενεργειακές τομές, που «μηδένισαν» τα οφέλη που αποκόμισαν από το νόμο για τη φορολογική μεταρρύθμιση.

Χαιρετίζουν τη δήλωση του καγκελάριου

Αγνωστο αν και πώς θα απαντήσει ο καγκελάριος στα νέα αιτήματα των μεγαλοκεφαλαιούχων. Ομως αυτοί χαιρέτισαν αμέσως μια δήλωσή του στην εφημερίδα «Μπιλντ» (5 Απρίλη) για τους ανέργους: «Στην κοινωνία μας, είπε, δεν υπάρχει δικαίωμα τεμπελιάς» και ότι όποιος (άνεργος) αρνείται μια εργασία (ανταποκρινόμενη στις ικανότητες και δυνάμεις του), πρέπει να παίρνει λιγότερη υποστήριξη (επίδομα ανεργίας ή επίδομα κοινωνικής βοήθειας). Πιστεύει μάλιστα, όπως πρόσθεσε, ότι τα ταμεία ανεργίας «μπορούν να εφαρμόσουν με μεγαλύτερη συνέπεια τις αντίστοιχες δυνατότητες» που έχουν.

Αλλά, ενώ οι καπιταλιστές χαιρέτισαν αυτή τη «σπαθιά» του καγκελάριου στους ανέργους, από την άλλη πλευρά του ταξικού στρατοπέδου υψώθηκαν αμέσως φωνές διαμαρτυρίας. Στην τηλεόραση και από τα έντυπα μέσα ενημέρωσης ακούστηκαν γνώμες όπως «δε φτάνει ότι δε μας δίνουν δουλιά, αλλά μας απειλούν από πάνω». Ο γραμματέας της IG - Metall (του συνδικάτου μεταλλουργών) Βερολίνου - Βρανδεμβούργου, Χάου Ντίβελ, δήλωσε ότι «ασκείται πίεση στην εσφαλμένη κατεύθυνση». Ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΚΟΔΗΣΟ στο Μπούντεπαγκ, Ρόλαντ Κλάους, υπογράμμισε ότι «το τελευταίο πράγμα που θα χρειάζονται οι άνεργοι και οι οικογένειές τους είναι η κοροϊδία και οι επικρίσεις τεμπελιάς».

Ακόμα και η Αντρέα Νάλες, μέλος της ηγεσίας του SPD, εξέφρασε απορία και δυσανασχέτηση, δηλώνοντας ότι από όσα ξέρει μόνο 7-10% των ανέργων αρνούνται, «για λόγους που δεν μπορεί να εξηγήσει» να ξαναπιάσουν δουλιά, αλλά το 90% των ανέργων ζητάει (και δε βρίσκει) δουλιά. Ομως ο Βαυαρός πρωθυπουργός Στόιμπερ ζήτησε να κοπεί και το μικρότερο επίδομα της «κοινωνικής βοήθειας».

Πόσοι είναι οι άνεργοι;

Μόλις πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκαν πάλι από τη Στατιστική Υπηρεσία οι (επίσημοι) συνολικοί αριθμοί των ανέργων - αυτή τη φορά λίγες χιλιάδες κάτω από τα τέσσερα εκατομμύρια. Οι αριθμοί αυτοί αμφισβητούνται από τα συνδικάτα, γιατί παίρνουν υπόψη μόνο τους εγγεγραμμένους ανέργους, αλλά όχι και αυτούς που προσωρινά έχουν τρυπώσει σε κάποιες επιδοτούμενες υπηρεσίες, με την ελπίδα να βρουν μια μέρα κάποια μόνιμη δουλιά. Ή αυτούς που έχουν μόνο μερικές ώρες δουλιά τη μέρα ή τη βδομάδα ή ακόμα τους μαθητευόμενους που τελειώνουν τη μαθητεία και μένουν για μεγάλο διάστημα άνεργοι. Ετσι όλοι μαζί οι άνεργοι, κατά τις εκτιμήσεις των συνδικάτων, προσεγγίζουν ή μάλιστα ξεπερνάνε τα εφτά εκατομμύρια.

Τότε όμως πώς γίνεται να υπάρχουν αυτή τη στιγμή 600.000 κενές θέσεις εργασίας, όπως βεβαιώνουν οι κυβερνητικές και άλλες πηγές;

Την απάντηση τη δίνει η κάθε άλλο παρά αντιπολιτευόμενη την κυβέρνηση καθημερινή εφημερίδα «Μπερλίνερ Τσάιτουνγκ» (7-8 Απρίλη). Ναι, γράφει, υπάρχουν αυτές οι κενές θέσεις, αλλά εδώ πρόκειται για «υψηλά ειδικευμένες» επιστημονικά και τεχνολογικά θέσεις εργασίας, που όπως είναι γνωστό γίνεται από καιρό ρεκλάμα ζήτησης στις αγορές της Ινδίας, της Ρωσίας κλπ.

Κανένα συγχωροχάρτι, λοιπό, στη «Ρόζα-Πράσινη» κυβέρνηση, που προεκλογικά (το 1998) είχε υποσχεθεί να καταπολεμήσει την ανεργία.

Ορθές βέβαια οι διαπιστώσεις και η μέσω του Τύπου έκφραση διαμαρτυρίας των συνδικάτων. Αρκεί όμως αυτό για να σταματήσει τη φόρα του μεγάλου κεφαλαίου και των πολιτικών εκπροσώπων του; Οχι, απαντάει ένας συνδικαλιστής, «εργοστασιακός σύμβουλος» από το Κάσελ στις 5 Απρίλη σε εφημερίδα του Βερολίνου και υπενθυμίζει ότι π.χ. η καθιέρωση της εργάσιμης εβδομάδας των 35 ωρών στη μεταλλοβιομηχανία επιβλήθηκε «με αποφασιστική και αυτοσυνείδητη εμφάνιση» (αγώνα των συνδικάτων).


Θανάσης ΒΟΡΕΙΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ