«Οι πανηγυρισμοί της κυβέρνησης δεν μπορούν να κρύψουν ότι η χτεσινή (ξημερώματα Παρασκευής) συμφωνία στο Γιούρογκρουπ αποτελεί ουσιαστικά ένα μεταμνημονιακό μνημόνιο. Η λεγόμενη "μεταμνημονιακή" περίοδος όχι μόνο δεν θα συνοδευτεί από ουσιαστική ελάφρυνση για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα, αλλά περιλαμβάνει νέες επιβαρύνσεις. Τα πελώρια δημοσιονομικά πλεονάσματα, η ασφυκτική επιτήρηση και έγκριση της πορείας των "μεταρρυθμίσεων" από τους "θεσμούς", οι ιδιωτικοποιήσεις, η διατήρηση όλων των αντιλαϊκών μέτρων των μνημονίων και η ολοκλήρωση όλων όσα "εκκρεμούν" αποκαλύπτουν το πραγματικό αποτέλεσμα της συμφωνίας. Το παράρτημα της συμφωνίας περιγράφει αναλυτικά όλα τα μέτρα για τα οποία δεσμεύεται η ελληνική κυβέρνηση, θρυμματίζοντας ολοκληρωτικά το μύθο περί "τέλους της λιτότητας" και μεταμνημονιακής βελτίωσης της ζωής των εργαζομένων. Η συμφωνία, η οποία προβλέπει τσάκισμα των συντάξεων, μείωση του αφορολόγητου, μείωση των δαπανών για την Υγεία, τσεκούρωμα των κοινωνικών παροχών, επιτάχυνση των πλειστηριασμών, ελάχιστο μισθό που να εγγυάται την ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων, επενδύσεις όπου τις χρειάζεται το κεφάλαιο, νέα "απελευθέρωση" της Ενέργειας, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, αποδεικνύει πως η καπιταλιστική ανάπτυξη απαιτεί νέες θυσίες για τους εργαζόμενους, φθηνή εργατική δύναμη και απόλυτη ελευθερία στο μεγάλο κεφάλαιο για την προώθηση των επενδύσεών του. Πρόκειται για μέτρα που απαιτεί διαχρονικά η άρχουσα τάξη στη χώρα, μέσα από τις τοποθετήσεις του ΣΕΒ, του ΣΕΤΕ, της Ενωσης Ελλήνων Εφοπλιστών, μέτρα που η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προωθεί με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα και γι' αυτό λαμβάνει πολλαπλά συγχαρητήρια για τις επιδόσεις της.
Σ' αυτό το πλαίσιο, η διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος εντάσσεται στη γενικότερη διαπραγμάτευση για τη διαχείριση του προβλήματος της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου, την κατανομή των ζημιών της κρίσης και των κερδών της ανάπτυξης ανάμεσα στα κράτη - μέλη της ΕΕ, αλλά και γενικότερα, ανάμεσα στη Γερμανία και τις ΗΠΑ. Η σκληρή γραμμή της Γερμανίας, η αποχή του ΔΝΤ από την περαιτέρω δανειοδότηση και η στήριξη της Γαλλίας αποτυπώνουν αυτές τις αντιθέσεις, αντιθέσεις που όχι μόνο δεν λύθηκαν, αλλά διογκώνονται.
Η διατήρηση της εποπτείας από τους "θεσμούς", των τρίμηνων "αξιολογήσεων", των αναφορών στην ΕΕ για την ολοκλήρωση των "μεταρρυθμίσεων" και της πρόβλεψης για προτάσεις επιπλέον μέτρων ως προαπαιτούμενων για τα μέτρα "ελάφρυνσης" του χρέους, δείχνει από τη μία την ανάγκη των δανειστών να εξασφαλίσουν την αποπληρωμή του χρέους και από την άλλη πως οι ελληνικές κυβερνήσεις, με τον "μπαμπούλα" της "αξιολόγησης", θα προωθούν τις "μεταρρυθμίσεις" που απαιτεί η καπιταλιστική ανάπτυξη.