Σάββατο 15 Δεκέμβρη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
Στο στόχαστρο οι λαοί
Οψεις του αντιτρομοκρατικού ευρω-πλαισίου

Κινδύνους για τα δημοκρατικά και ανθρώπινα δικαιώματα προμηνύει το ευρω-πλαίσιο για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας
Κινδύνους για τα δημοκρατικά και ανθρώπινα δικαιώματα προμηνύει το ευρω-πλαίσιο για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας
To ενιαίο πλαίσιο νομοθετικής αντιμετώπισης της τρομοκρατίας, το οποίο διαμορφώθηκε από τη σύνοδο Υπουργών Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης των 15 χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, έχει δύο κεντρικά σημεία αναφοράς: α) το σκοπό (σοβαρής) ανατροπής ή αποσταθεροποίησης των «πολιτικών, συνταγματικών ή οικονομικών δομών μιας χώρας ή ενός διεθνούς οργανισμού» ή εξαναγκασμού των δημοσίων αρχών ή ενός διεθνούς οργανισμού σε εκτέλεση πράξης ή σε αποχή από την εκτέλεσή της ως ιδιαίτερο υποκειμενικό στοιχείο, β) τον κατάλογο των ειδικότερα οριζομένων πράξεων ως αντικειμενικών μορφών πραγμάτωσης της υποκειμενικής δράσης.

Η ιδιαίτερη διαστολή και πολυμορφία του φάσματος της τρομοκρατικής δράσης, εντός του παραπάνω πλαισίου, πολύ πέρα από τα όρια μιας πολιτικά προσανατολισμένης βίας, η οποία στοχεύει μέσω της προσβολής της ανθρώπινης ζωής, της σωματικής ακεραιότητας ή της προσωπικής ελευθερίας στην αποσταθεροποίηση ενός καθεστώτος, θέτει σοβαρά ερωτήματα ως προς τα όρια της νόμιμης πολιτικής και κοινωνικής δράσης σε περίπτωση εθνικής προσαρμογής και ισχύος του πλαισίου αυτού. Ορισμένες από τις ποινικές υποστάσεις του καταλόγου (όπως π.χ. η «κατάληψη μέσου μαζικής μεταφοράς», η «διαταραχή ή διακοπή του εφοδιασμού ύδατος, ηλεκτρικής ενέργειας ή κάθε άλλου φυσικού πόρου με αποτέλεσμα την έκθεση ανθρωπίνων ζωών σε κίνδυνο») είναι εξαιρετικά πιθανό να τελεστούν σε συνάρτηση με την άσκηση συλλογικών πολιτικών δικαιωμάτων (συνάθροιση, απεργία, συνδικαλισμός) ή ως αποτέλεσμα της «μη ομαλής» έκβασης αυτής της άσκησης στο πλαίσιο μιας οξυμένης κοινωνικοπολιτικής αντιπαράθεσης (π.χ. διακοπή ηλεκτρικού από μία απεργία στις ΔΕΚΟ). Μέχρι σήμερα, αυτές οι μορφές τιμωρούνταν συνήθως ως πλημμελήματα, ελαφρότερα δηλαδή ποινικά αδικήματα, (π.χ. 292 Π.Κ. «παρακώλυση συγκοινωνιών», 293 Π.Κ. «παρακώλυση λειτουργίας κοινωφελών εγκαταστάσεων» στην ελληνική ποινική νομοθεσία). Τώρα, συναρτώνται με την τρομοκρατική δράση και καθίστανται κακουργήματα, τιμωρούμενα με πολύχρονη στέρηση της ελευθερίας (κάθειρξη). Είναι εξαιρετικά πιθανή η τάση συστολής της άσκησης των παραπάνω δικαιωμάτων, όταν μορφές «ακραίας» έστω άσκησής τους θα υπολαμβάνονται ως τρομοκρατικά αδικήματα, σε μία συγκυρία μάλιστα όπου οι εθνικές νομοθεσίες τείνουν να περιορίσουν σημαντικά το πεδίο άσκησης αυτών των δικαιωμάτων (βλ. π.χ. τη συζήτηση για το σχέδιο νέου θεσμικού νόμου για τις συναθροίσεις στην Ελλάδα), ενώ και στο δικαστικό επίπεδο αυξάνονται τα εμπόδια στην άσκησή τους (π.χ. κήρυξη σημαντικού αριθμού απεργιών ως παρανόμων). Ομως, η άσκηση των συλλογικών δικαιωμάτων καταλαμβάνει σημαντική θέση στη λειτουργία της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας είτε με την έννοια της υποστήριξης της αρχής του κοινωνικού κράτους είτε με την έννοια του ελεύθερου σχηματισμού της πολιτικής βούλησης, χωρίς τον οποίο η εκλογική διαδικασία παραμένει ένα κενό γράμμα, χωρίς τα συλλογικά δικαιώματα η λαϊκή κυριαρχία θα μπορούσε να μετατραπεί σε μία φενάκη.

Από την άλλη πλευρά, η διαστολή της έννοιας της «τρομοκρατίας» επιτυγχάνεται με τη σύνδεση των πράξεων του καταλόγου με την ανατρεπτική πρόθεση. Οπως και σε παλαιότερες συγκυρίες κρίσης, η ανατρεπτική πρόθεση λειτουργεί και τώρα ως κρίσιμο κριτήριο είτε ποινικοποίησης συμπεριφορών, οι οποίες διαφορετικά θα ήτανε νόμιμες (π.χ. «απειλή στην τέλεση καταλήψεων»), είτε έντασης του αξιόποινου συμπεριφορών, τιμωρουμένων μέχρι σήμερα ως πλημμελήματα. Η υποκειμενικοποίηση του αδίκου (την οποία είχε προσδιορίσει ως τάση ο Otto Kirchhemer ήδη από τη δεκαετία του 1950 στο έργο του «Πολιτική Δικαιοσύνη») οδηγεί στη χαλάρωση της αρχής νομιμότητας των ποινών, κατά την οποία κάθε αξιόποινη πράξη πρέπει να ορίζεται με σαφήνεια από το νομοθέτη, αλλά και στη δυσανάλογη εξάπλωση των ζωνών ποινικοποίησης σε βάρος της προσωπικής ελευθερίας και της ελεύθερης πολιτικής δράσης. Μέσα από αυτή τη διαδικασία το Ποινικό Δίκαιο μετατρέπεται από μέσο καταπολέμησης σαφών και παρόντων κινδύνων κατά των πολιτών και της κρατικής υπόστασης σε μέσο καταπολέμησης του αφηρημένα ανατρεπτικού πολιτικού «εχθρού». Είναι μάλιστα η πρώτη φορά, ακόμη και σε σχέση με τις ΗΠΑ του 1950 ή τη Δυτική Γερμανία του 1970-1980, όπου προβλέπεται ως ανατρεπτική πρόθεση η αποσταθεροποίηση όχι μόνο των εν γένει συνταγματικών δομών, αλλά και ειδικά των «οικονομικών δομών» (θα μπορούσε να ενταχθεί εδώ ακόμη και η αντίθεση στην «παγκοσμιοποίηση» ως στοιχείο ρύθμισης των οικονομικών δομών;). Αν το πρώτο θύμα αυτής της κατεύθυνσης είναι το κράτος δικαίου, το δεύτερο μπορεί να είναι η δημοκρατία.

Το ότι το ευρωπαϊκό πλαίσιο κατά της τρομοκρατίας χαρακτηρίζεται από τη λογική στενής οριοθέτησης της νόμιμης πολιτικής δράσης, συνάγεται και από τις διατάξεις του σχετικά με τη διάλυση νομικών, προσώπων, στα οποία είχε διευθυντική θέση άτομο σχετιζόμενο με την τρομοκρατική δραστηριότητα. Είναι ασαφές αν αυτή η διάταξη αναφέρεται σε νομικά πρόσωπα κερδοσκοπικής μορφής και χαρακτήρα ή και σε πολιτικά κόμματα ή συνδικαλιστικές οργανώσεις. Στην τελευταία περίπτωση, η διάταξη αυτή θα μπορούσε ενδεχομένως να αποτελέσει τη βάση για την απαγόρευση και διάλυση κομμάτων και πολιτικών οργανώσεων (η οποία δεν προβλέπεται από την ελληνική συνταγματική τάξη).

Οι δικονομικές συνέπειες του ευρω-πλαισίου

Το ευρω-πλαίσιο, αφ' ότου εγκριθεί, θα αποτελέσει αφετηρία διεύρυνσης των αδικημάτων, τα οποία συνιστούν σε εθνικό επίπεδο την «τρομοκρατία». Με δεδομένες τις εθνικές διατάξεις, οι οποίες προβλέπουν μία «ειδική δικονομία» συχνά όχι μόνο για τους κατηγορουμένους ως «τρομοκράτες», αλλά και για τους «υπόπτους συμμετοχής σε τρομοκρατική δράση» (π.χ, οι διατάξεις για την «προστασία μαρτύρων» ή οι διατάξεις του άρθρου 253 Α Κώδικα Ποινικής Δικονομίας κατά τον πρόσφατα ψηφισμένο ελληνικό αντιτρομοκρατικό Ν. 2928/2001 - ανακριτική διείσδυση, άρση απορρήτου, καταγραφή δραστηριότητας με συσκευές εικόνας και ήχου κ.ά.) γίνεται σαφές ότι διαστέλλεται εξαιρετικά το πεδίο ισχύος αυτών των «εκτάκτων» διατάξεων, οι οποίες αρχικά προβλέφτηκαν για τη στενότερα εννοούμενη πολιτική τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα. Ετσι όμως, όχι απλώς αποδυναμώνεται το δικαίωμα ακρόασης και υπεράσπισης του κατηγορουμένου, αλλά και εγκαθίσταται σε ένα πολύ μεγάλο φάσμα ποινικών αδικημάτων το κράτος «καθολικής επιτήρησης και ελέγχου». Και αν αντιταχθεί εδώ το επιχείρημα των δικαστικών εγγυήσεων αυτού του ελέγχου, αξίζει να θυμηθούμε τη βορειοαμερικανική εμπειρία, κατά την οποία η αρχική σχεδόν τυπική έγκριση των αιτήσεων των υπηρεσιών ασφαλείας από τη δικαστική αρχή αντικαταστάθηκε από την κατάργηση του δικαστικού ελέγχου υπέρ του FΒΙ1.

Η τάση περιστολής των δικονομικών δικαιωμάτων και εν τέλει δρακόντειων περιορισμών στην προσωπική ασφάλεια επιβεβαιώνεται και από τις διατάξεις της Σύμβασης του Παλέρμο για την «καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος» (υπογεγραμμένη και από την Ελλάδα) του φθινοπώρου 2000 -ένα έτος πριν από την 11η Σεπτέμβρη 2001- αλλά και από τις νομοθετικές πρωτοβουλίες στις ΗΠΑ και τη Βρετανία στην κατεύθυνση των προσωρινών κρατήσεων χωρίς κατηγορία προκειμένου για υπόπτους τρομοκρατικής δράσης.

Προς ένα νέο «νομικό πολιτισμό»;

Αν οι δυτικές δημοκρατίες υποστηρίζουν ότι αντιπροσωπεύουν έναν πολιτισμό ελευθεριών και δημοκρατικής ανεκτικότητας απέναντι στο φονταμενταλισμό και την ισλαμική τρομοκρατία, αυτός ο ισχυρισμός κάθε άλλο παρά ενισχύεται από το παράδειγμα των αντιτρομοκρατικών μέτρων. Αλλά ούτε και μέσα από τις πρωτοβουλίες για διεθνούς δωσιδικίας έκτακτα στρατοδικεία με απόφαση του προέδρου των ΗΠΑ, σε μία χώρα μάλιστα όπου εξακολουθεί να ισχύει η θανατική ποινή. Με δεδομένη την αφετηρία αυτών των μέτρων πολύ πριν από την τρομοκρατική επίθεση της 11ης Σεπτέμβρη, τίθεται το ερώτημα αν αυτά τα μέτρα είναι όντως «έκτακτα» ή αν σηματοδοτούν μονιμότερους μετασχηματισμούς της δημόσιας σφαίρας των δυτικών κοινωνιών, συναρτημένους και με τη διεθνοποίηση της οικονομίας. Αυτός ο προβληματισμός δεν εκπορεύεται σήμερα μόνο από ανήσυχους ακτιβιστές των κοινωνικών κινημάτων αλλά και από «απαισιόδοξους» ως προς τις δυνατότητες της δημοκρατίας αναλυτές εντός των διεθνών κέντρων εξουσίας2.

1. Βλέπε ως προς τις διατάξεις του πρόσφατα ψηφισμένου «Patriot Act» στις ΗΠΑ και το άρθρο του καθηγητή M. Ratner «Οι ελευθερίες, θυσία στο βωμό του πολέμου», σε Le Monde diplomatique, Κυριακάτικη «Ελευθεροτυπία» της 18/11/2001

2. Βλέπε σε R. Kaplan «Η επερχόμενη αναρχία», Αθήνα 2001, εκδόσεις «Ροές».


Του
Δημήτρη ΜΠΕΛΑΝΤΗ
Ο Δημήτρης Μπελαντής είναι διδάκτωρ Νομικής, δικηγόρος, μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής της «Δημοκρατικής Συσπείρωσης»


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ