- Οχι, γυναίκα, αλλά, να, ήταν στο καφενείο ο Γιάννης, τον ξέρεις, που είναι κυνηγός και έβριζε θεούς και δαίμονες.
- Και γιατί παρακαλώ;
- Γιατί, λέει, με μια προχτεσινή δικαστική απόφαση απαγορεύτηκε για φέτος το κυνήγι για να προστατευτούν τα θηράματα. Και είχε μια φούρκα, τι να σου πω...
- Κι εσύ Μήτσο μου γιατί χάρηκες μ' αυτό το μαντάτο;
- Χάρηκα, Αφρούλα, γιατί πώς να το πω, αισθάνομαι κι εγώ σαν θήραμα, έτσι που με κυνηγούν καθημερινά οι κερδοσκόποι, οι κυβερνώντες και χίλιοι δυο άλλοι ληστές και με πυροβολούν με τις τράκες τους.
- Θήραμα είσαι Μήτσο μου, όπως τα λες. Η απόφαση όμως του Δικαστηρίου που μου ανέφερες σε τι σε ωφελεί; Αυτή αφορά τα πουλιά και όχι τα ...χαζοπούλια σαν ελόγου σου. Γι' αυτό μην πανηγυρίζεις άδικα φουκαρά μου. Συνεννοηθήκαμε;
- Μάλιστα Μήτσο, συνέχισε η γυναίκα. Οι πέρδικες, τα ψαρόνια, οι τσίχλες τη γλίτωσαν για φέτος τουλάχιστον, αλλά οι ...μπούφοι σαν και σένα και τους άλλους που ψηφίζετε συνεχώς αυτούς που ρημάζουν τη φτωχολογιά, εσείς οι μπούφοι λέω, δεν πρόκειται να σωθείτε ποτέ. Θα σας πυροβολούν οι άρχοντες - κυνηγοί με «μέτρα» σαν σκάγια για αγριογούρουνα και θα σκοτώσουν τη ζωή σας. Και το κακό ξέρεις ποιο είναι, Μήτσο; Οτι κοντά σε σας παίρνουν κι εμάς τα σκάγια των άθλιων κυνηγών. Παίρνουν κι εμάς, τους λίγους αν θέλεις, που ξέρουμε ότι στο σύστημα που επικρατεί δεν έχουν ζωή ούτε τα σπουργίτια, οι ταπεινοί που πεινούν, ούτε οι κορυδαλλοί, οι υμνητές της ελευθερίας, ούτε τα περιστέρια, οι αγωνιστές της ειρήνης. Σ' αυτό το σύστημα ζωή έχουν μόνον οι γύπες, τα τσακάλια και οι λύκοι, οι αφέντες και οι άρπαγες, δηλαδή, του ιδρώτα των φτωχών. Ανοιξε τα μάτια σου, Μήτσο, και θα δεις και συ αυτή τη ζούγκλα, εδώ και σε όλη σχεδόν τη Γη.
Πιστεύεις, μήπως, ότι όλα θα διορθωθούν κάποια στιγμή με μια σωτήρια δικαστική απόφαση, όπως αυτή η προχτεσινή για τα πουλιά; Αχ, φουκαρά μου, η σωτηρία μας δεν μπορεί να έρθει από αλλού, αλλά μόνον από μια δική μας απόφαση. Αν αποφασίσουμε, δηλαδή, εμείς να καταδικάσουμε τους κυνηγούς και να παλέψουμε, για να εξαφανιστεί κάποτε η ζούγκλα τους. Για να χορτάσουν, επιτέλους, τα σπουργίτια, να κελαηδήσουν οι κορυδαλλοί και να πετάξουν παντού τα περιστέρια...