Τρίτη 23 Δεκέμβρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 40
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΑ
Τα κάλαντα

Παραμονή Χριστουγέννων αύριο κι από τα ξημερώματα θ' αρχίσουν να ακούγονται οι φωνούλες των παιδιών, που θα έχουν βγει στους δρόμους, για να πούνε τα κάλαντα, χτυπώντας τριγωνάκια ή παίζοντας μελόντικες και άλλα οργανάκια. «Τρίγωνα κάλαντα», λοιπόν, αύριο και, όπως θα δονείται η ατμόσφαιρα από το «Καλήν ημέραν άρχοντες», πολλοί από εμάς θα φέρουν σίγουρα στο νου τους κάποιες άφθαρτες εικόνες από παλιές παραμονές Χριστουγέννων. Κάποιες παραμονές πριν είκοσι, τριάντα ή και περισσότερα χρόνια, που κύλησαν δυστυχώς σαν νερό.

Τα ίδια κάλαντα και εκείνες τις εποχές. «Καλήν ημέραν άρχοντες κι αν είναι ο ορισμός σας...», εμείς όμως τότε οι μικροί υμνωδοί της χαρμόσυνης γιορτής και όχι οι «άρχοντες» που γίναμε τώρα, με τις ρυτίδες στο πρόσωπο, τα γυαλιά στα μάτια, και τα αραιά ή γκρίζα μαλλιά. Καλύτερα, μα την αλήθεια, να μας έλειπε τέτοιο «αρχοντιλίκι»!

Να μας έλειπε και, μακάρι, αντί για τον κοντυλοφόρο του γραφιά, το μυστρί του οικοδόμου, το κατάστιχο του λογιστή, το κατσαβίδι του τεχνίτη ή το κομπολογάκι του συνταξιούχου, μακάρι, λέω, αντί για όλα αυτά να κρατούσαμε αύριο στα χέρια μας ένα τριγωνάκι ή μια φυσαρμόνικα και να είμαστε εμείς οι μικροί ψαλμωδοί!

Δε θα έχετε ξεχάσει, βέβαια, όλοι, τι προετοιμασίες γίνονταν πριν από τη μεγάλη μέρα μας. Βδομάδες πιο μπροστά έβγαιναν τα τρίγωνα από το συρτάρι και άρχιζαν οι πρόβες. Και μετά άρχιζαν οι συνεννοήσεις για να σχηματιστούν οι παρέες, στις οποίες περιζήτητοι ήταν αυτοί που είχαν πολλούς συγγενείς και εξασφάλιζαν έτσι καλό τζίρο στην «επιχείρηση».

Ετοιμάζονταν, λοιπόν, τα πάντα στην εντέλεια και την προπαραμονή το βράδυ πέφταμε όλοι νωρίς στο κρεβάτι, για να μπορέσουμε να ξυπνήσουμε χαράματα και να αρχίσουμε νωρίς τη γύρα. Γιατί αν τυχόν ξυπνούσες αργά ήσουν για κλάματα. Οποια πόρτα κι αν χτυπούσες θα σου απαντούσαν πως «τα είπαν άλλοι» και θα έφευγες άπρακτος...

Εκεί στο μικρό προσφυγικό συνοικισμό, όπου έμενα παιδί, η γύρα για τα κάλαντα άρχιζε στις 6 το πρωί. Και πρώτος σταθμός όλων μας ήταν το εργαστήρι ενός γερο-ζαχαροπλάστη που έφτιαχνε εκπληκτικά γλυκά. Να χτυπήσουμε την πόρτα του μπαρμπα-Χατζή δεν ήταν ανάγκη, γιατί την είχε ανοίξει πιο μπροστά ο ίδιος. «Περάστε, μπρε, να τα πείτε», μας έλεγε χαμογελώντας, μόλις μας έβλεπε στο κατώφλι του. Κι έπειτα αντί για λεφτά μας έδινε από ένα κομμάτι μπακλαβά που τον τρώγαμε και γλείφαμε τα δάχτυλά μας.

Γλυκαίναμε, λοιπόν, το στόμα μας κι άντε για άλλα σπίτια. «Καλήν ημέραν άρχοντες» και οι φωνές μας στη διαπασών. Νομίζαμε, βλέπεις, πως όσο πιο πολύ φωνάζαμε τόσο πιο μεγάλο θα ήταν το φιλοδώρημα! Δε βαριέσαι όμως... Φουκαράδες ήταν όλοι οι «άρχοντες» του συνοικισμού και εισπράτταμε δεκαρούλες...

Σε όλα τα σπίτια φέρναμε γύρα και μόνο σε ένα δεν πλησιάζαμε. Στο σπίτι της 60χρονης κυρα-Κατίνας που το μυαλό της είχε σαλέψει. Το '43 οι ΕΑΣΑΔίτες είχαν σκοτώσει μπροστά στα μάτια της το μονάκριβο παιδί της, τον Πάνο, γιατί ήταν οργανωμένος στην Αντίσταση. Από τότε η τραγική μάνα ζούσε μόνη και με χαμένα τα λογικά της.

Κάποια παιδιά από μακρινές συνοικίες που δε γνώριζαν την ιστορία της της χτυπούσαν την πόρτα για τα κάλαντα. Και τότε η αλλοπαρμένη μάνα έβγαινε στο παράθυρο και απαντούσε: «Οχι τώρα τζιέρια μου, γιατί είμαι μόνη και δεν έχω τίποτε να σας δώσω. Ελάτε το βράδυ που θα 'χει γυρίσει ο Πάνος μου από τη δουλιά με λεφτά και καλούδια. Ελάτε το βράδυ ν' ακούσει κι εκείνος τα κάλαντα και να χαρεί η ψυχούλα του»!


Τάσος ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ