Φίλη κυρία,
Είναι η πρώτη φορά, φίλη κυρία, που τόλμησα να αντιδράσω. Να δράσω και να αποδράσω από τις φοβίες και τις αναστολές που χρόνια μέσα μου είχαν καλλιεργηθεί και είχαν πάρει γιγάντιες διαστάσεις. Εχω διανύσει τα δύο τρίτα της προσωπικής μου διαδρομής. Και να που τώρα επαναστάτησα. Μα ας τα πάρουμε από την αρχή.
Είναι η πρώτη φορά που ανέβαινα τόσους πολλούς ορόφους με τα πόδια χωρίς να λαχανιάσω. Φτάνω στον 6ο όροφο. Προχωρώ στους πολυτελείς διαδρόμους, ενώ ιδιωτικοί αστυνομικοί με συνοδεύουν. Η γραμματέας είναι νέα και ωραία. Καπνίζει και έχει περάσει το ένα πόδι πάνω από το μπράτσο της πολυθρόνας. Ο γραμματέας με ύφος αδιάφορο, και αφηρημένο, ξύνεται. Στην κυριολεξία. Ζητώ τον κύριο τάδε. Η υπάλληλος, με το τεντωμένο πόδι και το κόκκινο παπούτσι, δυσφορεί. Αργοπορεί, για να πει: "Περιμένετε".
"Πέρνα", μου λέει και κάθεται. Ανάβει ένα τσιγάρο, και μιλά με το κινητό και το συμβατικό τηλέφωνο ταυτοχρόνως, ενώ, κατά περίεργο τρόπο, έχει και το χέρι στην τσέπη. "Λέγε, τι θες". Δεν απαντώ. Μετά από λίγο ξαναλέει ανυπόμονα, "λέγε, τι είναι;". Χαμηλώνω τη φωνή και όσο πιο σιγά μπορώ, τολμώ και απαντώ: "Δεν μπορώ να σας πω τι θέλω, αν δε σηκωθείτε από το γραφείο, αν δε βγάλετε το χέρι από την τσέπη, αν δεν κλείσετε τα κινητά και τα ακίνητα και αν δε σβήσετε το τσιγάρο". Με έκπληξη τον παρατηρώ να υπακούει στις επιθυμίες μου. "Σ' ενοχλεί το τσιγάρο;", ρωτά. "Οχι, με ενοχλεί ο ενικός, οι κακοί τρόποι, η έλλειψη σεβασμού. Θέλω ένα σήμα για το αυτοκίνητό μου, τίποτε περισσότερο". Εκείνος, δεν ξέρω τι σκέφτηκε, αλλά υπέγραψε αμέσως τα χαρτιά και με χτύπησε φιλικά στην πλάτη, μου τα 'δωσε και ρώτησε αν θέλω τίποτε άλλο. Ναι θα ήθελα. Του είπα: "Θα ήθελα η γραμματέας σας να κατεβάσει τα πόδια και ο γραμματέας να πάψει να ξύνεται: "Πού ξύνεται;" ρώτησε παραξενεμένος. Του χαμογέλασα με νόημα που έλεγε: "Ξέρετε πού".
Τιτίνα ΔΑΝΕΛΛΗ