Παρασκευή 20 Μάρτη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
Σαν έφηβος...

Κάπως έτσι ξεκίνησε. Κάπως έτσι άρχισαν οι ήχοι των καλπασμών του αλόγου να γίνονται πιο δυνατοί, να πλησιάζουν πιο κοντά τη μεμβράνη του τυμπάνου. Μα οι άλλες αισθήσεις τίποτα, εξακολουθούσαν να χαίρονται τη νάρκη τους, να λιγώνουν πιο πολύ μπροστά στο άγγιγμα της συνειδητής ταχύτητας. Εξακολουθούσαν ν' αρνούνται να βλέπουν τη νιόπαντρη κοπέλα να τινάζει κάθε μέρα το τραπεζομάντηλο του μεσημεριανού φαγητού, με ύφος ανθρώπου που αγνοεί το μέγεθος "αιώνιο". Εξακολουθούσαν να μην ακουμπούν, να μην αγγίζουν σκοτσέζικα αποφθέγματα του στιλ "το μόνο ποτό που περιμένει να ωριμάσετε", ή"αναζητήσεις" του τύπου "μπορεί μια πατάτα να είναι ευτυχισμένη;". Συνέχιζαν να μη γεύονται κίτρινο όπιο με πάγο, αρκουδιάρικα λικνίσματα με το ντέφι να περιμένει ανάποδα, αστραφτερές οδοντοστοιχίες με τη φρίκη στη σκέψη μιας ρυτίδας. Επέμεναν ν' αρνούνται να μυρίσουν άρωμα λεβάντας ανακατεμένο με οινόπνευμα.

Κάπως έτσι συνέχισε. Με νεκρές αισθήσεις που αφυπνίζονταν μόνο τα βράδια που έβρεχε. Με ζωντανές εικόνες που πέθαιναν στην τρίτη ρουφηξιά του τσιγάρου του. "Ποιος έχει αποδείξει ότι μια φοβισμένη και δήθεν ανέμελη εφηβεία αφήνει αργότερα λιγότερα κουσούρια από όσα δύο αποτυχημένες απόπειρες αυτοκτονίας στα δεκαεφτά;", αναρωτιέται αρθρογράφος γνωστού περιοδικού. Η παγωμάρα στα μάτια των εφήβων που στέκουν πίσω από συρματοπλέγματα, δεν είναι μια απάντηση; Τα σφιγμένα χείλη αυτών των παιδιών πόσες λέξεις φτύνουν στα μούτρα μας; Πόσες; "Κοιτάξτε αυτούς τους νεαρούς των 15 - 17 χρόνων. Κοιτάξτε τους καλά. Προσέξτε την κατήφεια τους. Τη νευρική τους απάθεια, τη σιωπή τους, τη δύσαρθρη ομιλία τους, τη δύσθυμη σκληρότητά τους. Προσέξτε πόσο Ακίνητος είναι αυτός ο Νέος Ανθρωπος. Πόσον Αμίλητο Φόνο κουβαλάει μέσα του...", παρατηρεί ο ποιητής. Για να καταλήξει σε λέξεις που ποτέ δε διαπράχθηκαν, σε νοήματα που ποτέ δεν ομολογήθηκαν, σε εικόνες που ποτέ δε μιλήθηκαν.

Κάπως έτσι προχώρησε. Σα να κουβάλαγε στις τσέπες του μια πολιορκημένη Πόλη, μια προδομένη Σμύρνη, την πείνα τόσων χρόνων Κατοχής. Ποτέ δεν "ήρθε η ώρα". Για τίποτα. Σαν ο χρόνος να σταμάτησε στα δεκαεφτά, στη σιωπή και στην παγωμάρα. Οι ήχοι των καλπασμών του αλόγου ακόμα πιο δυνατοί, το ίδιο δυνατοί με τον καλπασμό της ψυχής του. Ποιος έχει αποδείξει ότι μια παρατεταμένη εφηβεία αφήνει αργότερα περισσότερα κουσούρια απ' όσα μια πρώιμη ωρίμανση; Κοιτάξτε κάθε μέρα τους ανθρώπους που στέκουν στα φανάρια της Πανεπιστημίου, αδημονώντας ν' ανάψει το πράσινο. Κοιτάξτε τους καλά...

Κ}άπως έτσι τελείωσε. Σα να τον χώριζαν τόσα χρόνια, τόσα ακούσματα, τόσες λέξεις και τόσα αγγίγματα. Σα να τον ένωναν τόσοι ψίθυροι, τόση υγρασία... Επιμένει, όμως, να στέκεται ακόμα πίσω απ' την πόρτα κοιτώντας πονηρά. Σαν έφηβος. Κι είναι πάντα έτοιμος να πετάξει το σωσίβιο, με τη σιγουριά πως για μια ακόμα φορά θα "εκτελέσει" το χρόνο. Και πάλι το βράδυ θα απλώσει τρυφερά το χέρι, γιατί έξω βρέχει δυνατά. "Μην καθόμαστε μέσα. Ας περπατήσουμε! Χωρίς ομπρέλες... ".

Μπέρρυ ΤΣΟΥΓΚΡΑΝΗ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ