Κυριακή 14 Μάρτη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 44
ΔΙΕΘΝΗ
Ο ανταγωνισμός ΗΠΑ - ΕΕ στη Λατινική Αμερική

Η συμφωνία ΕΕ - MERCOSUR (Βραζιλία, Αργεντινή, Ουρουγουάη, Παραγουάη και Χιλή ως συνδεδεμένο μέλος), που ήρθε για συζήτηση και ψήφιση και στην Ελληνική Βουλή, αποτελεί επιπλέον μια καλή αφορμή για μια συνολικότερη σχετικά ματιά στον ανταγωνισμό ΗΠΑ - ΕΕ στη Λατινική Αμερική. Οι πρόσφατες εξελίξεις κατά την ιμπεριαλιστική επίθεση ΗΠΑ - Βρετανίας στο Ιράκ, η συζήτηση για το μέλλον του ΝΑΤΟ και της ΔΕΕ, ο ολοφάνερος ανταγωνισμός ΗΠΑ - Γαλλίας στην Αφρική είναι μερικά από τα στοιχεία που δείχνουν ότι οξύνονται βαθμιαία οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ειδικότερα αυτές ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην ΕΕ. Χαρακτηριστικές είναι από την άποψη αυτή και οι εξελίξεις στη Λατινική Αμερική. Η τελευταία υπήρξε για πολλές δεκαετίες, τουλάχιστον από τη διακήρυξη του Δόγματος Μονρόε και έπειτα, πεδίο αποκλειστικό για τις ΗΠΑ, η "πίσω αυλή τους", όπως χαρακτηριστικά έχει εκφραστεί ο Μπρεζίνσκι.

Τα τελευταία χρόνια όμως και ιδίως μετά το 1990, οπότε εξέλιπε σε ένα βαθμό η απειλή του αντίπαλου σοσιαλιστικού δέους, η ΕΕ έχει κάνει σοβαρά βήματα στην οικονομική πρώτα απ' όλα διείσδυση στη Λατινική Αμερική. Πλευρές αυτής είναι η συμφωνία με την τελωνειακή ένωση MERCOSUR, η οποία αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο οικονομικό δυναμικό της Λ. Αμερικής και έχει ως ηγέτιδες δυνάμεις τις δύο μεγαλύτερες οικονομίες της Νότιας Αμερικής, τη Βραζιλία και την Αργεντινή. Παρόμοιο χαρακτήρα έχει και η συνέχιση της συνεργασίας της ΕΕ με τις 15 χώρες της Καραϊβικής στο πλαίσιο της Λομέ. Υπάρχουν μάλιστα σκέψεις για δημιουργία ζώνης ελεύθερων συναλλαγών ανάμεσα στις χώρες αυτές και στην ΕΕ.

Η ΕΕ δεν παραλείπει να διευρύνει την οικονομική συνεργασία και με το Μεξικό, το νότιο γείτονα των ΗΠΑ, παρά το γεγονός ότι το Μεξικό είναι η χώρα που έχει ιδιαίτερους οικονομικούς δεσμούς με τις ΗΠΑ, τόσο λόγω γειτνίασης όσο και λόγω της συμμετοχής της στη Βορειοαμερικανική Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA). Τέθηκε μάλιστα σε ισχύ το 1998 η Ενδιάμεση Συμφωνία ΕΕ - Μεξικού, που προσβλέπει στη δημιουργία ζώνης ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στα δύο μέρη.

Βέβαια, πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι ζώνες ελεύθερου εμπορίου ευνοούν φυσικά το ισχυρότερο μέρος και ειδικότερα τις πολυεθνικές. Από την άλλη, με δεδομένους τους οικονομικούς και πολιτικούς δεσμούς των χωρών της Λ. Αμερικής με τις ΗΠΑ μπορούν, υπό προϋποθέσεις, να αξιοποιηθούν από τις τελευταίες, αν θα έχουν την οικονομική δύναμη, για παραπέρα διείσδυση στις ευρωπαϊκές οικονομίες. Αυτή όμως είναι μια δευτερεύουσα και αμφισβητούμενη πλευρά, ενώ η κύρια συνίσταται στο ότι η ΕΕ διεκδικεί ένα κομμάτι παραδοσιακής επιρροής των ΗΠΑ.

Σε αυτήν την κατεύθυνση χρησιμοποιείται από την ΕΕ το ισπανικό όχημα. Η Ισπανία διαθέτει ιστορικούς δεσμούς με τη Λ. Αμερική, κοινή γλώσσα και έχει σχετικές οικονομικές δυνατότητες και βλέψεις να αναπτύξει τις δραστηριότητές της εκεί τόσο προς ίδιον όφελος όσο και ως πολιορκητικός κριός της ΕΕ. Πρόκειται, τηρουμένων των αναλογιών, για ένα είδος ιστορικής ρεβάνς έναντι των ΗΠΑ. Οι τελευταίες διαδέχτηκαν την ισπανική ηγεμονία στην περιοχή μετά τις ανολοκλήρωτες εθνικοαπελευθερωτικές επαναστάσεις του προηγούμενου αιώνα στη Λ. Αμερική.

Οι πολιτικές παρεμβάσεις

Οπως είναι φυσικό, η ΕΕ δεν μπορεί να περιορίζεται στην άσκηση οικονομικής μόνο παρέμβασης. Προσπάθεια καταβάλλεται και στο πολιτικό πεδίο. Στο πλαίσιο αυτό πρέπει να ερμηνευτεί το ενδιαφέρον της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας για τις πολιτικές εξελίξεις στο Μεξικό και για την προσπάθειά της να κολακέψει και να αφομοιώσει ιδεολογικο-πολιτικά το κίνημα των Ζαπατίστας με τα πήγαινε - έλα της Ντανιέλ Μιτεράν, του Ρεζί Ντεμπρέ και εκατοντάδων άλλων επώνυμων και ανώνυμων.

Στην ίδια λογική βρίσκεται και η υπόθεση Πινοσέτ. Η πρωτοβουλία του Ισπανού δικαστή Γκαρθόν να ζητήσει την έκδοση του ματοβαμμένου Χιλιανού δικτάτορα, μπορεί να ικανοποιεί με μια έννοια τα αισθήματα της δημοκρατικής κοινής γνώμης, ωστόσο τα κίνητρά της είναι σίγουρα πιο σκοτεινά. Με τον τρόπο αυτό η ΕΕ προσπαθεί να εμφανιστεί στα μάτια των λαών της Λ. Αμερικής ως καλός Σαμαρείτης, ως "δημοκρατική υπερδύναμη" σε αντίθεση με τους δυνάστες Βορειοαμερικανούς. Η ευθύνη των ΗΠΑ για τις δικτατορίες, τους εμφυλίους και τα εγκλήματα στη Λ. Αμερική είναι πασίγνωστη και άμεση, ενώ της ΕΕ έμμεση και αφανής. Ετσι, η ΕΕ επιχειρεί, εκ του ασφαλούς, τώρα που ο κίνδυνος των επαναστάσεων έχει υποχωρήσει, να κερδίσει πόντους.

Οι ΗΠΑ αντέδρασαν στην αίτηση για έκδοση του Πινοσέτ όχι τόσο γιατί δε θέλουν να κάψουν ένα συνεργάτη τους, όσο γιατί αντιλαμβάνονται ότι το άνοιγμα μιας τέτοιας προοπτικής σημαίνει παραπέρα αποκάλυψη σε ένα βαθμό, αλλά και υπενθύμιση του ρόλου των ΗΠΑ σε χιλιάδες αποτρόπαια εγκλήματα. Αυτό θα αποβεί, εκτός των άλλων, σε όφελος και της ΕΕ. Πολύ περισσότερο που ο Ισπανός δικαστής έχει θέσει ανάλογο ζήτημα και για τους πρώην πραξικοπηματίες της Αργεντινής.

Η αντίδραση των ΗΠΑ

Οι ΗΠΑ δε μένουν βέβαια με σταυρωμένα χέρια. Ο Κλίντον πραγματοποίησε το 1997 μια μεγάλη περιοδεία στη Λ. Αμερική. Η προηγούμενη ανάλογη ήταν του Προέδρου Ρήγκαν το 1982, ο οποίος είχε προσπαθήσει έτσι να περάσει τη γραμμή της σκληρής αντιπαράθεσης με τα επαναστατικά κινήματα στην υποήπειρο. Τον Απρίλη του 1998 πραγματοποιήθηκε στο Σαντιάγκο της Χιλής η 2η Συνάντηση Κορυφής των ηγετών της Αμερικής (πλην Κούβας που δεν προσκλήθηκε), που επικύρωσε τη δημιουργία για το 2005 της Ζώνης Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής (AFTA). Πρέπει να σημειωθεί ότι στη συνάντηση αυτή ακούστηκαν, σε διπλωματική, αλλά ξεκάθαρη γλώσσα, φωνές Λατινοαμερικανών ηγετών που έκαναν λόγο για ανάγκη ισότιμων σχέσεων με τις ΗΠΑ. Αυτές οι επισημάνσεις προσπαθούσαν με υποκριτικές κορόνες να πείσουν τους λαούς ότι τάχα οι σχέσεις με τις ΗΠΑ δεν είναι πλέον σχέσεις υποτέλειας. Είχαν όμως παράλληλα την έννοια της υπενθύμισης στον Κλίντον ότι οι ολιγαρχίες της Λ. Αμερικής είναι περισσότερο τώρα απαιτητικές ως προς τις ΗΠΑ, μια και μπορούν να παίζουν με τον ανταγωνισμό ΗΠΑ - ΕΕ στην περιοχή.

Στο ίδιο πνεύμα βρισκόταν η διακήρυξη των χωρών της "ομάδας του Ρίο" λίγο νωρίτερα, στον Αύγουστο του 1997. Στην ομάδα αυτή συμμετέχουν όλες οι χώρες του MERCOSUR και επιπλέον το Μεξικό, η Βενεζουέλα (πρώτη τροφοδότρια των ΗΠΑ σε πετρέλαιο), η Κολομβία, το Περού, η Βολιβία, ο Παναμάς και το Εκουαδόρ.

Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν ευρύτατα και τις πολιτικές πιέσεις για να εξασφαλίσουν τη συνέχιση της ηγεμονίας τους. Ετσι, είναι κοινό μυστικό ότι υποθάλπουν τις αντιθέσεις ανάμεσα στη Βραζιλία και στην Αργεντινή, οι οποίες αποτελούν τον πυρήνα της MERCOSUR.

Ενας άλλος μοχλός σύσφιξης των σχέσεων είναι η στρατιωτική συνεργασία με τα λατινοαμερικανικά κράτη. Η εκπαίδευση στρατιωτικών και παρακρατικών, ιδιαίτερα για την κατάπνιξη των λαϊκών κινημάτων και των ανταρτών, συνεχίζεται απρόσκοπτα στις γνωστές και άγνωστες σχολές του Πενταγώνου και της CIA. Σχετική είναι εξάλλου η πρόταση των ΗΠΑ για "στρατηγική στρατιωτική συνεργασία εκτός ΝΑΤΟ". Παράλληλα, οι ΗΠΑ προχώρησαν στην άρση της απαγόρευσης πώλησης όπλων, η οποία είχε αποφασιστεί επί προεδρίας Κάρτερ.

Προς το παρόν, οι ΗΠΑ παραμένουν ο κυρίαρχος στη Λ. Αμερική παρά τις προσπάθειες της ΕΕ, αλλά και της Ιαπωνίας, η οποία σε μικρότερη κλίμακα δραστηριοποιείται επίσης. Χαρακτηριστικό γι' αυτό το τελευταίο είναι οι σχέσεις της Ιαπωνίας με το Περού όπου κυβερνά με δικτατορικό τρόπο ο ιαπωνικής καταγωγής Πρόεδρος Φουχιμόρι.

Στο μέλλον ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός θα οξυνθεί δίχως άλλο. Ηδη οι συναλλαγές της ΕΕ με τη MERCOSUR έχουν τριπλασιαστεί σε σχέση με το 1989. Η ΕΕ αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο ξένο επενδυτή στη Νότια Αμερική με το 35% των άμεσων ξένων επενδύσεων έναντι της πρωτιάς των ΗΠΑ με το 40%. Παράλληλα, η τελευταία αυτή συμφωνία ΕΕ - MERCOSUR έχει βαρύνουσα σημασία, καθώς η MERCOSUR αντιπροσωπεύει το 46% του πληθυσμού της Λ. Αμερικής και την 4η σε μέγεθος οικονομική ζώνη στον κόσμο.

Από την άλλη, οι ΗΠΑ μπλόκαραν προσωρινά τη δημιουργία της παναμερικανικής ζώνης ελεύθερου εμπορίου μετά από σχετική απόφαση του Κογκρέσου κάτω από το φόβο των κοινωνικών επιπτώσεών της στις ίδιες τις ΗΠΑ ή και κάτω από το φόβο ότι θα υπάρξει ευρωπαϊκή διείσδυση. Η μήπως οι ΗΠΑ παραχωρούν εθελοντικά ένα μέρος της πίτας στη Λ. Αμερική, παίρνοντας σαν αντάλλαγμα από τις ευρωπαϊκές πολυεθνικές ένα άλλο σε άλλο, πιο ζωτικό σημείο του πλανήτη;

Από την άλλη πλευρά, οι λαοί της περιοχής θα συνεχίσουν να υποφέρουν. Αυτοί βέβαια θα πουν και την τελευταία λέξη.

Δημήτρης ΚΑΛΤΣΩΝΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ