Τις τελευταίες εβδομάδες αυξάνει το «θερμόμετρο» της έντασης στις σχέσεις Γεωργίας και Ρωσίας μπροστά στην πρώτη επέτειο του πολέμου στον Καύκασο, με αλληλοκατηγορίες για επιθέσεις εκ μέρους των γεωργιανών δυνάμεων σε χωριό της Νότιας Οσετίας και την Τιφλίδα να κατηγορεί τη Μόσχα ότι μετακινεί τα σύνορά της μέσα στο έδαφός της. Πρόσφατα το Κρεμλίνο κατήγγειλε πως ορισμένες χώρες της Δύσης συνεχίζουν να εξοπλίζουν τη Γεωργία, ωστόσο... χαιρέτισε την αποστολή παρατηρητών της Ευρωπαϊκής Ενωσης στη Γεωργία (EUMM), οι οποίοι όμως ανακοίνωσαν πως δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν τις παραπάνω κατηγορίες, γιατί δεν έχουν στοιχεία.
Ο γενικός γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης, Τέρι Ντέιβις, κατήγγειλε πως οι δύο πλευρές «συμπεριφέρονται ανεύθυνα και τροφοδοτούν την ένταση στον Καύκασο με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που το έκαναν πριν από τον πόλεμο τον περασμένο χρόνο». «Ξεχνώντας» εσκεμμένα τη στήριξη που είχε δώσει η ΕΕ και το ΝΑΤΟ στον Γεωργιανό πρόεδρο Μιχαήλ Σαακασβίλι κατά τη διάρκεια του πολέμου, ο Ντέιβις υποστήριξε πως «ενώ κάποιοι Γεωργιανοί και Ρώσοι πολιτικοί εξακολουθούν να ανεβάζουν τους τόνους και να διαφωνούν για το ποιος τον ξεκίνησε, εμείς οι υπόλοιποι πρέπει να θυμόμαστε τόσο τους νεκρούς όσο και τους ζωντανούς... τους χιλιάδες ανθρώπους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και που ακόμη δεν τους επιτρέπεται να επιστρέψουν».
Πάντως, η επικεφαλής της Επιτροπής Εθνικής Ασφάλειας της Γεωργίας, Εκα Τκεσελασβίλι, υποστήριξε πως οι στενές επαφές της χώρας της με τις ΗΠΑ και την ΕΕ έχουν κρατήσει τις εντάσεις σε χαμηλό επίπεδο και πως η Γεωργία έχει λάβει «εγγυήσεις πως σε αντίθεση με πέρσι, η προληπτική διπλωματία θα δουλέψει με τέτοιο τρόπο που δεν θα επιτρέψει την επιδείνωση της κατάστασης», καθώς η Ρωσία αντιλαμβάνεται ότι το πολιτικό κόστος θα είναι μεγάλο. Η ίδια πρόσθεσε πως ένας νέος πόλεμος, θα μπορούσε να απομονώσει τις γειτονικές χώρες, κυρίως σε ό,τι αφορά το Αζερμπαϊτζάν και φυσικά τα ενεργειακά του αποθέματα.