Με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση προωθεί την παραπέρα εμπορευματοποίηση του περιβάλλοντος, ενώ δεν διασφαλίζει τα εργασιακά δικαιώματα και τις θέσεις εργασίας των 356 εργαζομένων των ΦΔΠΠ. Τους Φορείς άλλωστε τους μετατρέπει από Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου σε πολυδύναμες υπηρεσίες - μηχανισμούς, στην υπηρεσία των επιχειρηματικών ομίλων, στους οποίους θα μπορούν να παραχωρούν προστατευόμενες εκτάσεις. Παράλληλα τους αναθέτει να εξασφαλίζουν από «χρηματοδοτικά εργαλεία» (κοινοτικά κονδύλια, π.χ. ΕΣΠΑ) για λογαριασμό των επιχειρηματιών, μέχρι περιβαλλοντικές άδειες για έργα, αρμοδιότητα που ανήκει μέχρι τώρα στις Δασικές Υπηρεσίες.
Η ΝΔ καταψήφισε, με τη διαφωνία της να επικεντρώνεται στον αριθμό των μελών των διοικήσεων της ΦΔΠΠ. Αλλωστε ο ειδικός αγορητής της, Γ. Στύλιος, για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, έσπευσε να δηλώσει την πίστη του «σε ένα μικρότερο και ευέλικτο κράτος με ποιοτικές υπηρεσίες και λιγότερες δαπάνες, που ισοδυναμούν σε λιγότερους φόρους, για να μπορέσει η ιδιωτική οικονομία να πάρει μπροστά». Επιφύλαξη δήλωσαν ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και Χρυσή Αυγή, χωρίς να διαφωνούν με το περιεχόμενο του νομοσχεδίου, ενώ δεν εξέφρασε γνώμη η Ενωση Κεντρώων.
Η Δ. Μανωλάκου επισήμανε ότι το νομοσχέδιο δεν αφορά τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και συνολικά την αναβάθμιση των οικοσυστημάτων στη χώρα, όπως παρουσιάζεται, αλλά εκείνο που επιδιώκει είναι να ενσωματώσει την Οδηγία της ΕΕ, «που υποχρεώνει τη διεύρυνση των ΦΔΠΠ σε βάρος των αντίστοιχων κρατικών υπηρεσιών. Διαφορετικά, υπάρχει επιβολή προστίμων». «Επιδίωξη και στόχος είναι το θέμα του φυσικού περιβάλλοντος να λυθεί προς όφελος της κερδοφορίας των μονοπωλιακών ομίλων. Αυτήν την κατεύθυνση και τον προσανατολισμό έχουν και τα άρθρα, που τα περισσότερα τα καταψηφίζουμε, όπως και το νομοσχέδιο», πρόσθεσε, καταλήγοντας ότι «η προστασία των οικοσυστημάτων είναι κοινωνική υπόθεση και ευθύνη, και όχι ατομική, και πολύ περισσότερο όχι ιδιωτική».