Eurokinissi |
Οπως είπε, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ «πετυχαίνει» «εκεί που τρεις κυβερνήσεις, αν λάβει κανείς υπόψη του και την κυβέρνηση των τεχνοκρατών που είχε δημιουργηθεί στο ενδιάμεσο, τρεις κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ απέτυχαν».
Πανηγυρίζοντας για την «επιτυχία» της εφαρμογής και επέκτασης όλων των προηγούμενων εφαρμοστικών νόμων των δύο μνημονίων, αλλά και του μνημονίου που ψήφισαν όλοι μαζί τον Αύγουστο του 2015, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι κατάφεραν «να ολοκληρώσουν με επιτυχία το πρόγραμμα, να ανορθώσουν την ελληνική οικονομία και να ανοίξουν μετά από οκτώ ολόκληρα χρόνια την πρόσβαση των ελληνικών ομολόγων στις αγορές χρήματος».
Ολα τα παραπάνω αποτελούν βέβαια τις προτεραιότητες της αστικής τάξης, αφενός για να εξασφαλίσει φτηνή εργατική δύναμη, κάτι που το πέτυχε με το ξήλωμα των κατακτήσεων των εργαζομένων στο οποίο έπεται συνέχεια και αφετέρου με την προσπάθεια που συνεχίζεται για πρόσβαση στο δανεισμό φτηνού χρήματος, στις περιβόητες «αγορές», όπως και «ευκολίες πληρωμής» για το κρατικό χρέος, προκειμένου να βρεθούν τα «δημοσιονομικά περιθώρια» για την εκ νέου στήριξη των ομίλων.
Μάλιστα, ο Αλ. Τσίπρας ξεκαθάρισε, ξεκόβοντας κάθε σκέψη άρσης ορισμένων έστω αντιλαϊκών μέτρων, ότι η έξοδος για την οποία μιλά δεν σημαίνει «ότι θα έχουμε λύσει όλα τα προβλήματα (...) `Η ότι δεν θα είμαστε υποχρεωμένοι να πιάνουμε τους δημοσιονομικούς μας στόχους προκειμένου να εξυπηρετούμε το χρέος...». Πρόσθεσε με νόημα, καλώντας ουσιαστικά το λαό να μην έχει καμιά προσδοκία επιστροφής απωλειών που είχε, ότι «η καθαρή έξοδος δεν σημαίνει ότι ξαφνικά μεμιάς θα περάσουμε τις πύλες του παραδείσου, ότι θα επιστρέψουμε μεμιάς σε μέρες αφθονίας και σπατάλης».
Αλλωστε, προφανώς κατά τον ίδιο δεν υφίσταται ανάγκη ανάκτησης απωλειών, αφού, όπως ισχυρίστηκε, η κυβέρνησή του κατάφερε «το μείζον», δηλαδή «και την ανάκαμψη της οικονομίας και τη στήριξη των αποκλεισμένων, τη στήριξη των εργαζομένων, των ανέργων...», παρουσιάζοντας λίγο - πολύ ως ικανοποίηση των αναγκών του λαού τα ελάχιστα ψίχουλα διαχείρισης της ακραίας φτώχειας που θα μεγαλώνει μαζί με την αντιλαϊκή πολιτική.
Στοχοπροσηλωμένο στην ανάκαμψη των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων είναι και το στρατηγικό σχέδιο ανάπτυξης που η κυβέρνηση θα παρουσιάσει στο επόμενο Γιούρογκρουπ, με τον Αλ. Τσίπρα να δηλώνει χτες πως επιδίωξη είναι «η ενίσχυση της θέσης μας στην παγκόσμια αλυσίδα αξίας με προσανατολισμό στην παραγωγή ποιοτικών ανταγωνιστικών προϊόντων» και η «ενίσχυση των πιο δυναμικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας. Των μεταφορών και των logistics. Της Ενέργειας. Του αγροτικού τομέα και της μεταποίησης. Των υποδομών και της ψηφιακής οικονομίας. Και φυσικά του τουρισμού, που συνεχίζει να αποτελεί την ατμομηχανή της ανάπτυξης».
Τη σαφή δέσμευση στο εγχώριο κεφάλαιο για ενίσχυση της ανάκαμψής του με κάθε μέσο συνόδευσε με τις ...υποσχέσεις διαχείρισης της ακραίας φτώχειας που αναπαράγει η κυβερνητική πολιτική, περί «κοινωνικού κράτους», «ανταποδοτικού και αποτελεσματικού...».
Εξάλλου, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι με αυτές τις προτεραιότητες η κυβέρνηση προσέρχεται στην «τελική διαπραγμάτευση για την ολοκλήρωση και την καθαρή έξοδο από το πρόγραμμα», η οποία περιλαμβάνει την ολοκλήρωση των προαπαιτούμενων της 4ης «αξιολόγησης», τη συμφωνία για τη ρύθμιση του χρέους, τη συμφωνία για τη «μεταπρογραμματική παρακολούθηση της ελληνικής οικονομίας», «διεκδικώντας ένα καθεστώς εποπτείας, μετά το πρόγραμμα, στο πλαίσιο των υπαρκτών ευρωπαϊκών πλαισίων και των εμπειριών των υπολοίπων χωρών που εξήλθαν από ανάλογα προγράμματα».
Ως προς τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο τρίτο πρόγραμμα, ανέφερε πως «βασική μας θέση ήταν και παραμένει ότι η Ευρώπη και πρέπει και μπορεί να δώσει από μόνη της τις αναγκαίες πολιτικές και τεχνικές λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζει».
Πάνω σε αυτό το «κοινό έδαφος», ο Αλ. Τσίπρας επιτέθηκε στη ΝΔ, λέγοντας ότι αδυνατεί να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και ότι επιδιώκει «τη δημιουργία ενός αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου». Προβάλλοντας δε τις κάλπικες διαχωριστικές γραμμές, αφού κατά τ' άλλα η στρατηγική είναι κοινή ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ, ο Αλ. Τσίπρας επικέντρωσε ξανά στη σκανδαλολογία, λέγοντας ότι το «μαύρο μέτωπο» συγκεντρώνει «όλες τις αντιδραστικές δυνάμεις της γερασμένης Ελλάδας» που «προσπαθούν να αμαυρώσουν την προσπάθειά μας να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση», γιατί φοβούνται μήπως η κυβέρνηση τα καταφέρει και κερδίσει τη μάχη κατά της διαφθοράς. Επιχειρώντας να ενοχοποιήσει τα σκάνδαλα για την καπιταλιστική κρίση και τα αμέτρητα αντιλαϊκά μέτρα, επανέλαβε ότι δήθεν τη «μάχη κατά της διαφθοράς» τη δίνει επειδή αυτό «αξίζει στον ελληνικό λαό των αμέτρητων θυσιών και των αμέτρητων στερήσεων».
Μάλιστα, επιχείρησε και μια έμμεση παρέμβαση στις διεργασίες που συντελούνται στο χώρο της λεγόμενης «δεξιάς», εκτιμώντας ότι αυτή η εμμονή της ΝΔ «γεννά εύλογα αντανακλαστικά σε υγιείς δυνάμεις της συντηρητικής παράταξης».