Την αντιμετώπιση της λαϊκής αντίστασης και των κινημάτων των εργαζομένων στις χώρες της ίδιας της ΕΕ έχουν σε τελευταία ανάλυση στόχο τα προτεινόμενα μέτρα της Κομισιόν, όπως συμπεριλαμβάνονται στη σχετική εισήγηση που παραδόθηκε προς τους αρμόδιους υπουργούς των χωρών - μελών. Μια πρώτη ανάγνωση του κειμένου «μέτρα για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας» δείχνει ότι απώτερος στόχος των συντακτών του κειμένου δεν είναι η όποια πάταξη της πραγματικής τρομοκρατίας, αλλά η τρομοκράτηση όλων όσοι σκοπεύουν σήμερα και στο μέλλον να αντιπαρατεθούν με την εφαρμοζόμενη στην ΕΕ αντιλαϊκή πολιτική. Στην καλύτερη περίπτωση η εξασφάλιση και η θέσπιση ενός νομοθετικού πλαισίου που θα δίνει τη δυνατότητα στους κρατούντες να παραπέμπουν με την κατηγορία της τρομοκρατίας ομάδες εργαζομένων, συνδικάτα, μαζικές λαϊκές οργανώσεις, ακόμα και κόμματα.
Το σύνολο της εισήγησης της Κομισιόν είναι φανερό ότι επιχειρεί να αξιοποιήσει με τον προσφορότερο τρόπο τα γεγονότα της 11ης του περασμένου Σεπτέμβρη. Στο πρώτο μέρος της εικοσιπεντασέλιδης προτεινόμενης απόφασης υπάρχει μια γενική τοποθέτηση για την τρομοκρατία, για την οποία υποστηρίζεται η άποψη ότι «έχει μακρά ιστορία πίσω της», αλλά σήμερα «σε αντίθεση με τις τρομοκρατικές πράξεις του παρελθόντος, τα πραγματικά ή δυνητικά αποτελέσματα των ενόπλων επιθέσεων είναι ολοένα και περισσότερο καταστροφικά και θανατηφόρα». Αυτό, συνεχίζει το κείμενο, σε συνδυασμό με την πρόσβαση που υπάρχει στους «ακόμα φρικτότερους τομείς των χημικών, βιολογικών και πυρηνικών όπλων», καταδεικνύει «την ανεπάρκεια των παραδοσιακών μορφών δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας».
Την ίδια στιγμή όμως που στην εισηγητική έκθεση γίνεται λόγος για «ένοπλες επιθέσεις» και διαφόρων ειδών όπλα μαζικής καταστροφής, όταν το κείμενο προχωρά στο διά ταύτα και στον προσδιορισμό των πράξεων που θα θεωρούνται τρομοκρατικές και άρα θα διώκονται ως τρομοκρατικά αδικήματα, οι έννοιες αποκτούν τέτοια ευρύτητα που δεκάδες και εκατοντάδες πολίτες της ΕΕ, δεκάδες κοινωνικές οργανώσεις και κόμματα, θα μπορούσαν να κατηγορηθούν ως τρομοκράτες.
Το άκρον άωτον των ύποπτων μεθοδεύσεων της ΕΕ φαίνεται να υπάρχει από το τρίτο κιόλας άρθρο της σχετικής απόφασης, όπου περιγράφονται τα σχετικά αδικήματα και ανάμεσα στα άλλα βλέπει κανείς ότι μπορούν να διατυπωθούν κατηγορίες για τρομοκρατικό αδίκημα για:
Είναι φανερό ότι με αυτή τη λογική οι διάφορες μυστικές και φανερές υπηρεσίες των κατασταλτικών μηχανισμών θα είναι σε θέση να κολλήσουν τη ρετσινιά του τρομοκράτη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, σε δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που πολλές φορές και με δυναμικούς τρόπους προσπαθούν να αναχαιτίσουν και να αντιμετωπίσουν τις αντιλαϊκές επιλογές της εφαρμοζόμενης πολιτικής. Την ίδια ακριβώς κατηγορία μπορούν να αντιμετωπίσουν επίσης οργανώσεις και μέλη απελευθερωτικών κινημάτων και ακόμα «χάκερς» των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ακόμα και εμπρηστές, αφού μαζί με τα παραπάνω αδικήματα, στο ίδιο τσουβάλι, τρομοκρατικά θεωρούνται επίσης οι:
Οι ποινές που επιβάλλονται για καθένα από τα παραπάνω αδικήματα είναι από δύο μέχρι και είκοσι χρόνια. Ολα τα παραπάνω που είναι από μόνα τους ιδιαίτερα σοβαρά, γίνονται ακόμα πιο επικίνδυνα επειδή στο κείμενο δεν υπάρχει συγκεκριμένος ορισμός της τρομοκρατίας, αλλά - όπως τονίζεται - προβάλλεται ως «έννοια-κλειδί» η έννοια του τρομοκρατικού αδικήματος. Σύμφωνα με το κείμενο «τα τρομοκρατικά αδικήματα μπορούν να οριστούν ως αδικήματα που διαπράττονται εκ προθέσεων από άτομο ή ομάδα κατά μίας ή περισσοτέρων χωρών, των θεσμών τους ή του πληθυσμού τους, με σκοπό τον εκφοβισμό τους και τη σοβαρή προσβολή ή καταστροφή των πολιτικών, οικονομικών ή κοινωνικών τους δομών».
Από την άλλη, τρομοκρατική ομάδα μπορεί να θεωρηθεί αυτή που «είναι εγκαθιδρυμένη επί ένα χρονικό διάστημα και διαρθρωμένη οργάνωση περισσοτέρων των δύο προσώπων που δρουν από κοινού προκειμένου να διαπράξουν τρομοκρατικές πράξεις».
Στο κείμενο εισάγεται και η ιδέα της ευθύνης των νομικών προσώπων, που κατά περίπτωση μπορεί να είναι οργανώσεις, μαζικοί φορείς, συνδικαλιστικά όργανα, κόμματα κλπ. Τα κράτη μέλη - σημειώνεται στο σχετικό άρθρο - «λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλίσουν ότι τα νομικά πρόσωπα υπέχουν ευθύνη για τα τρομοκρατικά αδικήματα», τα οποία, όπως λένε, «διαπράττονται ή υιοθετούνται για λογαριασμό τους από οποιοδήποτε πρόσωπο, ενεργώντας είτε ατομικά είτε ως μέλος οργάνου του νομικού προσώπου, το οποίο κατέχει εντός του νομικού προσώπου ιθύνουσα θέση»! Στην περίπτωση δε που τα νομικά πρόσωπα κατηγορηθούν ότι έχουν ευθύνη υπόκεινται σε κυρώσεις που μπορεί να είναι:
Βεβαίως, το νομοθέτημα δε θα μπορούσε να μην επιβραβεύει τον κοινό χαφιεδισμό και τη συνεργασία με τις μυστικές υπηρεσίες, αφού για κάθε τρομοκρατικό αδίκημα αναγνωρίζονται ελαφρυντικά στις περιπτώσεις που κάποιος παραιτείται από τις τρομοκρατικές ενέργειες και χορηγεί πληροφορίες στις διοικητικές ή δικαστικές αρχές και τις βοηθά να εξουδετερώσουν το τρομοκρατικό κύκλωμα...
Στο σχετικό κείμενο, στο ίδιο ακριβώς μήκος κύματος, υπάρχουν ακόμα ρυθμίσεις για: Το πεδίο και το αντικείμενο εφαρμογής των διατάξεων. Τα ζητήματα υποκίνησης, συνδρομής, συνεργασίας και απόπειρας τέλεσης τρομοκρατικών αδικημάτων. Τις επιβαρυντικές περιστάσεις. Τη διεθνή δικαιοδοσία. Την έκδοση και δίωξη υπηκόων των κρατών - μελών. Τη συνεργασία μεταξύ των κρατών και τη μεταξύ τους ανταλλαγή πληροφοριών. Την παροχή προστασίας και βοήθειας στα θύματα.
Τέλος, η έναρξη της ισχύος των ρυθμίσεων ξεκινά από τη στιγμή που οι σχετικές διατάξεις δημοσιευτούν στην εφημερίδα της ΕΕ, ενώ τα κράτη - μέλη υποχρεούνται να προσαρμόσουν σχετικά τη νομοθεσία τους μέχρι και τις 31 του Δεκέμβρη του 2003.