Παρασκευή 28 Μάη 2021
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
21ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Για την παρέμβασή μας στις μισθωτές εργαζόμενες: Ο κλάδος των τηλεπικοινωνιών - πληροφορικής

Σωστά ιεραρχούμε τη δουλειά μας στις μισθωτές εργαζόμενες (κείμενο 3, Θέση 20). Η αναγκαιότητα του τρόπου δουλειάς που περιγράφουν οι θέσεις συνδέεται τόσο με την αυξητική τάση της γυναικείας συμμετοχής στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό (κείμενο 3, Θέση 4), αλλά και με την τάση αναβάθμισης του ρόλου των γυναικών για την καπιταλιστική οικονομία.

Από τη μία πλευρά, οι επιχειρηματικοί όμιλοι αξιοποιούν τη γυναικεία ανισοτιμία, που δήθεν καταδικάζουν, ως όχημα για να εισάγουν και να επεκτείνουν ιστορικές αναδιαρθρώσεις στον εργάσιμο χρόνο, τις νέες μορφές ελαστικής απασχόλησης και την τηλεργασία. Από την άλλη, είναι πλέον επίσημα διακηρυγμένος στόχος η σχεδιασμένη αύξηση της γυναικείας παρουσίας σε νευραλγικούς τομείς της οικονομίας μέσω επαγγελμάτων stem (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική, μαθηματικά). Αυτό αποτυπώνεται και στην πρόσφατη αναγγελία συγκρότησης «Κέντρου Καινοτομίας για Γυναίκες» από το υπουργείο Εργασίας.

Ο κλάδος των Τηλεπικοινωνιών και της Πληροφορικής δεν έχει απλά ενταχθεί ενεργά στον παραπάνω σχεδιασμό, αλλά ασκεί πίεση για την εφαρμογή του ως όρο για την κατοχύρωση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητάς του. Τα μονοπώλια του κλάδου, τα τελευταία χρόνια, έχουν ξεδιπλώσει μια παρέμβαση, που πλέον γίνεται και κεντρικά από τα επιτελεία της κυβέρνησης και της ΕΕ, αφορά κι άλλους κλάδους και μπορούμε να την διακρίνουμε με βάση δύο άξονες: Πρώτον την παρέμβαση για τη σταθεροποίηση του γυναικείου εργατικού δυναμικού και δεύτερον την παρέμβαση για την άνοδο του βαθμού εξειδίκευσής του, για την άνοδο της παραγωγικότητάς του.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μεγάλο μονοπώλιο του κλάδου έκανε συγκεκριμένη έρευνα για τον οικονομικό αντίκτυπο της διαρροής γυναικών μετά τη δημιουργία οικογένειας. Οι προτάσεις της έρευνας για «την συμφιλίωση της οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής» πράγματι αναπαράγουν τη λογική του καλύτερου καταμερισμού της ατομικής ευθύνης μεταξύ των δύο φύλων για σειρά από ζητήματα που θα έπρεπε να είναι κοινωνική ευθύνη (κείμενο 1, Θέση 39). Υπάρχουν, επίσης, ειδικά προγράμματα πολιτικής αδειών, επανένταξης και επανεκπαίδευσης εργαζόμενων νέων μητέρων. Παρόμοιας λογικής είναι και οι έρευνες για την άσκηση βίας. Ερευνες που απροκάλυπτα προσεγγίζουν τέτοια φαινόμενα με βάση το κόστος που έχουν για τους ομίλους περιστατικά εγκατάλειψης της εργασίας από τις γυναίκες ή μείωσης της παραγωγικότητάς τους εξαιτίας συμβάντων παρενόχλησης. Παράλληλα, συγκαλύπτουν με επιστημονικοφανή τρόπο το ότι πηγή της απαράδεκτης αυτής κατάστασης είναι οι ίδιες οι εκμεταλλευτικές σχέσεις και προβάλλουν συστηματικά ως λύση αποσπασματικές ενέργειες όπως τη δημιουργία γραμμών καταγγελιών και διαφόρων ενδοεταιρικών ομάδων υποστήριξης.

Οσον αφορά τον δεύτερο άξονα, στον κλάδο διάφοροι όμιλοι έχουν αναλάβει οι ίδιοι να εκπαιδεύουν τις εργαζόμενες. Η προσπάθειά τους αυτή καλύπτει μια ευρεία γκάμα πρωτοβουλιών, όπως η χρηματοδότηση σεμιναρίων προγραμματισμού, η λειτουργία προγραμμάτων γνωριμίας νέων εργαζομένων με τμήματα καινοτομίας των ομίλων, μέχρι και η απευθείας διοργάνωση σεμιναρίων σε σχολεία και πανεπιστήμια. Τα προγράμματα αυτά προβάλλουν ιδιαίτερα την άποψη πως η άνοδος του βαθμού εξειδίκευσης και η μισθολογική ανέλιξη συνιστά τον μοναδικό παράγοντα για να γίνουν «οικονομικά ανεξάρτητες» οι εργαζόμενες. Πρόκειται μάλιστα για άποψη που επιδρά ιδιαίτερα στις νεότερες ηλικίες. Φυσικά, υπάρχει η κεντρική παρέμβαση από την κυβέρνηση, την ΕΕ, ακόμα και τη ΓΣΕΕ που μάχεται για την «αναβάθμιση των προσόντων των γυναικών» και την «ισότητα των ευκαιριών στο χώρο εργασίας».

Τα παραπάνω αποτελούν ορισμένες από τις πτυχές της παρέμβασης που εκτυλίσσεται. Βαρύτητα έχουν και οι πολύμορφες προσπάθειες για την καλλιέργεια συνείδησης ότι εργαζόμενοι, εργοδοσία και κράτος έχουμε κοινούς στόχους και επιδιώξεις τόσο στην οικονομία όσο και στην εξωτερική πολιτική (βλ. συζήτηση για τα data center της «Microsoft», ψηφιακός μετασχηματισμός κ.τ.λ.). Είναι εμφανές ότι έχουμε να κάνουμε με συνολική αναβάθμιση της παρέμβασης αυτής, που πρέπει να απαντηθεί με μια ποιοτική αναβάθμιση της δουλειάς μας.

Είναι κεντρικής σημασίας να αξιοποιηθούν τα μεθοδολογικά εργαλεία που δίνουν οι Θέσεις 35-39 (κείμενο 1), αλλά και να διαμορφωθεί ένα γονιμότερο έδαφος πάνω στο οποίο οι Οργανώσεις θα αναπτύξουν πρωτοβουλίες που θα μας επιτρέψουν να προχωρήσουμε στην υλοποίηση των στόχων μας. Πολλά από τα ζητήματα που αναφέρουμε στις θέσεις παραμένουν από το προηγούμενο Συνέδριο.

Ειδικότερα, ενώ σωστά επιμένουμε στη γνώση, την αφομοίωση και τον εμπλουτισμό των επεξεργασιών μας, πρέπει να μας προβληματίσει περισσότερο το πώς αυτές μπαίνουν στην καθημερινή συζήτηση, το πώς απαντάνε στα προβλήματα που απασχολούν την εργαζόμενη και τον εργαζόμενο. Είναι προς κατάκτηση να ξεπεράσουμε ζητήματα προχειρότητας και «τυπικότητας» στην προετοιμασία εκδηλώσεων και παρεμβάσεων για τις εργαζόμενες, να αποφεύγουμε να «κατεβάζουμε» ανεπεξέργαστα τις θέσεις μας στους χώρους εργασίας, αλλά με συστηματικότητα και επιμονή να φροντίζουμε να ανοίξει η συζήτηση. Πρέπει να κάνουμε ακόμα πολλά βήματα για να πετύχουμε να έχουμε ουσιαστική εικόνα για την έκταση της παραπάνω παρέμβασης, τού πώς ακουμπάει στις συναδέλφισσες του κλάδου και να κατακτήσουμε την σταθερή συζήτηση τέτοιων θεμάτων στις Οργανώσεις. Συχνά, κεντρικά ζητήματα δεν ανοίγονται καθόλου λόγω της δυσκολίας τους ή δεν υλοποιούνται πρωτοβουλίες και «μένουν στα χαρτιά».

Στον έναν ή στον άλλο βαθμό τέτοια προβλήματα αντανακλούν και την πολύ μεγάλη δυσκολία να γίνουν κατανοητές οι θέσεις μας από το σύνολο του δυναμικού και του περίγυρού μας. Απαιτείται καλύτερη συλλογική προσπάθεια για να απελευθερωθεί χρόνος για διάβασμα για τις εργαζόμενες συντρόφισσες και οπαδούς, αλλά και να τους δοθούν ακόμα περισσότερα εργαλεία για να συμβάλλουν στον σχεδιασμό πρωτοβουλιών και της παρέμβασής μας. Να μην κάνουμε πίσω σε ζητήματα που αφορούν τη διαπάλη για τη δημιουργική αξιοποίηση του μη εργάσιμου χρόνου για την καλλιέργεια ενδιαφερόντων και την άνοδο της μορφωτικής δουλειάς. Να βοηθήσουμε συλλογικά να αντιμετωπίζονται φαινόμενα υπερφόρτωσης συντροφισσών με οικογενειακές και άλλες υποχρεώσεις αλλά και φαινόμενα εγκατάλειψης του διαβάσματος, της ουσιαστικής ψυχαγωγίας κ.τ.λ.

Να δώσουμε επίσης ιδιαίτερη προσοχή στον κίνδυνο να δούμε «στατικά» την κατάσταση, να μη θεωρήσουμε κάτω από τις τεράστιες δυσκολίες καμία εργαζόμενη ως «χαμένη υπόθεση» παρά τον αρνητικό συσχετισμό και το ότι η κατάσταση μετά την πανδημία θα είναι ακόμα δυσκολότερη. Η πείρα μας δείχνει ότι όπου ανοίγουμε την κουβέντα, αργά ή γρήγορα αυτό εκφράζεται με κάποιον τρόπο. Για παράδειγμα, νομίζω ότι οι κινητοποιήσεις ενάντια στην τηλεργασία, το άνοιγμα του μετώπου στην Υγεία άφησαν τις εργαζόμενες με έναν προβληματισμό που το στοίχημα είναι να βαθύνει. Ωστόσο, είναι χαρακτηριστικό ότι έγιναν μόνο μεμονωμένες προσπάθειες για την υποστήριξη αυτής της δουλειάς από την αρθρογραφία του «Ριζοσπάστη» και το Δελτίο της ΟΓΕ.


Αλέξανδρος Δουλκέρης
Τομεακή Οργάνωση Τηλεπικοινωνιών - Πληροφορικής Αττικής του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ