Σάββατο 19 Μάρτη 2022 - Κυριακή 20 Μάρτη 2022
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ
ΣΟΒΑΡΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ
«Από δέκα μπάντες» πληρώνει ο λαός τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και την εμπλοκή

«Προετοιμασία εδάφους» για νέα επίθεση στους εργαζόμενους | Βαρύ τίμημα για τους φτωχούς αγρότες | Πιο βαθιά στον «πάγο» οι λαϊκές ανάγκες

Copyright 2017 The Associated

Οι επιπτώσεις στον λαό από τις ιμπεριαλιστικές αντιπαραθέσεις, από την εμπλοκή της χώρας σε αυτές είναι τεράστιες. Η διαρκής «βύθιση» του επιπέδου διαβίωσης εξαιτίας της ακρίβειας, της ραγδαίας αύξησης της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας που οδηγεί σε ενεργειακή φτώχεια, ο περιορισμός και η αδυναμία στο να μετακινηθεί και βέβαια η επιλογή πλέον ποιες από τις βασικές ανάγκες να καλύψει, είναι μια ζοφερή πραγματικότητα.

Εκτός όμως από όλα αυτά, υπάρχουν και πολλές ακόμα πτυχές των επιπτώσεων που τώρα αρχίζουν να εκδηλώνονται. Μία από αυτές αφορά εργαζόμενους που απασχολούνται σε επιχειρήσεις που ή κλείνουν ή διακόπτουν δραστηριότητες. Το τι θα γίνει με την τύχη αυτών των εργαζομένων, το ότι οι εργαζόμενοι θα κληθούν να φορτωθούν και τις συνέπειες του ιμπεριαλιστικού πολέμου είναι προδιαγεγραμμένο. Αλλωστε, το αντεργατικό οπλοστάσιο που έχει στηθεί από τις κυβερνήσεις ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ είναι δεδομένο και προσφέρεται για να βρεθούν στον «αέρα» χιλιάδες εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους.

Ηδη, επιχειρηματικοί όμιλοι σπεύδουν να «αξιοποιήσουν την κρίση ως ευκαιρία». Αφενός μεν για να απαιτήσουν «πακέτα ενίσχυσης» που θα φορτωθούν κι αυτά στον λαό, αφετέρου να προχωρήσουν και σε νέα μέτρα έντασης της εκμετάλλευσης στους χώρους δουλειάς, επιστρατεύοντας αυτό το οπλοστάσιο που αφορά απολύσεις, περικοπές μισθών, διευθέτηση του χρόνου εργασίας κ.ά.

Στους εργαζόμενους το «μάρμαρο» της «εξωστρέφειας» και της «πράσινης μετάβασης»

Πρώτα πρώτα οι «ανησυχίες» που εκφράζονται από επιχειρηματικούς κύκλους σχετίζονται με την απώλεια σημαντικών αγορών του εξωτερικού, όπως και τις ανατιμήσεις στο ρεύμα και τις συνέπειες στη «βιωσιμότητα» των επιχειρήσεων, ενώ ανοιχτά ομολογούν πως αυτά θα έχουν «συνέπειες και στη διατήρηση των υφιστάμενων θέσεων εργασίας».

Οι εργαζόμενοι καλούνται έτσι να πληρώσουν το «μάρμαρο» της στρατηγικής του κεφαλαίου που υπηρετούν όλες οι κυβερνήσεις και τα αστικά κόμματα, και μάλιστα δύο από τους «πυλώνες» της, την περιβόητη «εξωστρέφεια» της καπιταλιστικής οικονομίας και την «πράσινη» ανάπτυξη.

Ολα αυτά που τα αστικά επιτελεία όλο το προηγούμενο διάστημα, αλλά και σήμερα, παρουσιάζουν ως τα «ατού» για την καπιταλιστική κερδοφορία, επιβεβαιώνεται ότι όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με τα λαϊκά συμφέροντα, όχι μόνο δεν μπορούν να απαλλάξουν την καπιταλιστική οικονομία από τους νόμους που τη διέπουν, «θωρακίζοντάς» την από κρίσεις, αλλά έχουν πολύ κοντά ποδάρια, αφήνουν την οικονομία ιδιαίτερα εκτεθειμένη σε διακυμάνσεις της παγκόσμιας οικονομίας και μάλιστα με πολλαπλασιαστικό τρόπο. Την ίδια ώρα η στροφή στη λεγόμενη «πράσινη μετάβαση» και όλα τα στοιχεία της (απολιγνιτοποίηση, φυσικό αέριο βασικό ηλεκτροπαραγωγό καύσιμο, πανάκριβες ΑΠΕ, «απελευθέρωση» της αγοράς Ενέργειας και προτεραιότητα στις εξαγωγές κ.ο.κ.) οδηγούν αντικειμενικά σε εκτόξευση των τιμών της Ενέργειας, σε ακριβότερα εμπορεύματα, τρόφιμα, μετακινήσεις κ.ο.κ., που μαζί με τις συνέπειες του πολέμου φορτώνονται στις πλάτες των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων.

Τα πρώτα προσωρινά λουκέτα έφερε το συνεχιζόμενο ράλι των τιμών ρεύματος και φυσικού αερίου. Βιομηχανία τροφίμων στη Βόρεια Ελλάδα και μάλιστα 100% εξαγωγική, ύστερα από μια αναποτελεσματική διαπραγμάτευση με μεγάλο πελάτη της για την αναπροσαρμογή του συμβολαίου πώλησης ώστε να συμπεριλάβει και μέρος του αυξημένου ενεργειακού κόστους, επικαλέστηκε «λόγους ανωτέρας βίας» και σταμάτησε τη λειτουργία της για μια βδομάδα, με την προσδοκία ότι στο μεταξύ μπορεί και να υπάρξει αποκλιμάκωση των τιμών ή να ληφθούν μέτρα σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για τη στήριξη των επιχειρήσεων. Κάτι τέτοιο βέβαια δεν έγινε, και φαίνεται πως θα ακολουθήσουν σύντομα και άλλες εταιρείες.

Πριν από μερικές βδομάδες, και πάλι στη Βόρεια Ελλάδα, σταμάτησαν τη λειτουργία τους βαφεία που δουλεύουν με νήματα και υφάσματα, επικαλούμενα το πολύ μεγάλο κόστος φυσικού αερίου για τη λειτουργία τους, που έφτασε στα 130 ευρώ η μεγαβατώρα.

Την ίδια ώρα, σε εξειδικευμένα μέσα ενημέρωσης του επιχειρηματικού ρεπορτάζ που κάνουν «προετοιμασία εδάφους», στελέχη βιομηχανιών εκτιμούν ότι η μείωση της παραγωγής και τα προσωρινά λουκέτα «θα είναι μονόδρομος» για τις ελληνικές επιχειρήσεις το επόμενο διάστημα, λόγω της δραματικής αύξησης του ενεργειακού κόστους, που πριν ακόμα από τον πόλεμο, σύμφωνα με έρευνα του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδας (ΣΒΕ), είχε αυξηθεί σε ποσοστό μεγαλύτερο του 40% και το κόστος παραγωγής για περισσότερες από 1 στις 5 επιχειρήσεις κατά 22%.

Ετσι, οι εργαζόμενοι που εδώ και χρόνια, πολύ πριν ξεσπάσει ο πόλεμος, πληρώνουν την εκτόξευση των κερδών με περικοπές μισθών, ένταση της εκμετάλλευσης και της «ευελιξίας», τώρα καλούνται να πληρώσουν και τη «θωράκιση» των κερδών των μεγαλοεπιχειρηματιών, με απολύσεις, περικοπές, αναστολές εργασίας, καταστρατήγηση των δικαιωμάτων τους.

Βαρύ το κόστος για τους βιοπαλαιστές αγρότες

Ενας από τους κλάδους που δέχονται σημαντικές πιέσεις είναι οι αλευροβιομηχανίες. Κι αυτό γιατί προμηθεύονται σημαντικό μέρος των σιτηρών από την Ουκρανία και τη Ρωσία, οι τιμές των οποίων κινούνται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα. Για παράδειγμα, πέρυσι το 31% των εισαγωγών σε αξία της «Μύλοι Κεπενού», το 33% της «Κυλινδρόμυλοι Κ. Σαραντόπουλος» και το 17% των εισαγωγών της «Μύλοι Λούλη» προέρχονταν από τις δύο αυτές χώρες, με βάση την ενημέρωση που παρείχαν προς τις χρηματιστηριακές αρχές. Πληροφορίες αναφέρουν ότι και οι τρεις εταιρείες έχουν προσώρας παγώσει παραγγελίες που προγραμμάτιζαν. Στελέχη των εταιρειών αναφέρουν πως «οι τιμές θα είναι πολύ υψηλότερες και ακόμα κι αν ο πόλεμος τερματιστεί αύριο, θα χρειαστούν μήνες πριν επανέλθει μια σχετική κανονικότητα στην αγορά».

Γενικότερα, στα τρόφιμα οι συνέπειες είναι άμεσες, καθώς Ουκρανία και Ρωσία αντιπροσωπεύουν πάνω από το 25% της παγκόσμιας αγοράς σίτου, γύρω στο 20% στο καλαμπόκι και 80% στο ηλιέλαιο. Αυτό σημαίνει νέες μεγάλες αυξήσεις σε βασικά τρόφιμα.

Οι επιπτώσεις χτυπάνε με ακόμα μεγαλύτερη σφοδρότητα τους βιοπαλαιστές αγρότες της χώρας μας, που όλο αυτό το διάστημα δίνουν αγώνα επιβίωσης για να μπορούν να μείνουν και να καλλιεργούν στον τόπο τους. Δεν «έτυχε», βέβαια: Η διάρθρωση της αγροτικής παραγωγής με βάση και τις κατευθύνσεις της ΚΑΠ και ο προσανατολισμός των αντίστοιχων καλλιεργειών με την προτεραιότητα να δίνεται στον «εξαγωγικό προσανατολισμό» και τη δράση των επιχειρηματικών ομίλων στη γη, η απουσία κάθε ουσιαστικού μέτρου στήριξης για την ακρίβεια στο πετρέλαιο, στα αγροτικά εφόδια, λιπάσματα κ.ο.κ., αφήνουν πρώτα απ' όλα εκτεθειμένους αυτούς στις λεγόμενες «διακυμάνσεις» της αγοράς και συνολικά τον λαό που λέει «το ψωμί ψωμάκι».

Αυτοί άλλωστε θα φορτωθούν και το κόστος από το νέο εμπάργκο που ετοιμάζεται για τη Ρωσία και το οποίο θα έρθει να προστεθεί στα όσα ήδη πληρώνουν από το 2014, με τα σοβαρά εμπόδια στις εξαγωγές οπωροκηπευτικών - οι οποίες, πριν από την επιβολή του, ξεπερνούσαν τα 160 εκατομμύρια ευρώ ετησίως - προκαλώντας τους μεγάλες απώλειες εισοδήματος. Επιπλέον, κανένα ουσιαστικό μέτρο στήριξης και αναπλήρωσης χαμένου εισοδήματος δεν έχει ληφθεί, και οι όποιες ενισχύσεις έχουν δοθεί από τις ελληνικές κυβερνήσεις και την ΕΕ δεν ήταν παρά «ασπιρίνες», που δεν αντιμετώπισαν την κατάσταση.

Σε ό,τι αφορά τις εξαγωγές τροφίμων και ιδιαίτερα στους ροδακινοπαραγωγούς, η κατάσταση είναι το ίδιο τραγική. Σε Ρωσία, Ουκρανία και Λευκορωσία σήμερα εξάγονται κομπόστες, συμπυκνωμένοι χυμοί ροδάκινου και λίγες ποσότητες σαλατών. Ειδικά για τα προϊόντα που εξάγονται σε Ρωσία και Ουκρανία απαιτούνται περίπου 40.000 τόνοι φρέσκου ροδάκινου. Επιπλέον, από τους συνολικά 25.000 - 30.000 τόνους χυμού ροδάκινου, που παράγονται στην Ελλάδα, το 1/3 πηγαίνει στη Ρωσία, ενώ η Ουκρανία απορροφά σημαντικό μέρος της ελληνικής παραγωγής επιτραπέζιου ροδάκινου.

Κόβονται δρομολόγια, απειλούνται οι ναυτεργάτες, αυξάνεται το εισιτήριο

Αντίστοιχες εξελίξεις υπάρχουν στη ναυτιλία. Την περασμένη Τρίτη, η κοινοπραξία «ANEK - Blue Star Ferries» προχώρησε στην απόφαση να σταματήσει τα δρομολόγια στη γραμμή Χανιά - Πειραιάς - Χανιά τα επόμενα τέσσερα Σάββατα, δηλαδή 19 και 26 Μάρτη και 2 και 9 Απρίλη. Η επανέναρξη των δρομολογίων θα πραγματοποιηθεί στις 16 Απρίλη. Εδώ και έναν μήνα τα δρομολόγια από Χανιά έχουν διακόψει μέχρι νεωτέρας και οι «Μινωικές Γραμμές». Αντίστοιχες καταγγελίες και μάλιστα για απροειδοποίητο κόψιμο δρομολογίων με το «έτσι θέλω» των εφοπλιστών έγιναν και για τη γραμμή Ραφήνα - Μαρμάρι.

Οι ναυτιλιακές εταιρείες επικαλούνται ότι δεν υπάρχει κίνηση αυτήν την εποχή το Σάββατο. Ωστόσο, το γεγονός συνδέεται άμεσα με τη μεγάλη ανατίμηση των ναυτιλιακών καυσίμων, με τις εταιρείες να σχεδιάζουν τρόπους για να μειώσουν το λειτουργικό τους κόστος. Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύτηκαν στον οικονομικό Τύπο, τα επιτελεία των εταιρειών μελετούν λύσεις, μία εκ των οποίων είναι η αύξηση των εισιτηρίων. Ακόμα, εξετάζονται η μείωση της ταχύτητας των πλοίων, η συνένωση δρομολογίων και η αραίωση της συχνότητας των δρομολογίων. Ολα αυτά θα έχουν άμεσες επιπτώσεις στους εργαζόμενους, στους επιβάτες αλλά και στους κατοίκους των νησιών.

Βέβαια, οι εφοπλιστές ακτοπλόοι μήνες πριν από τον πόλεμο και συγκεκριμένα τον Δεκέμβρη του 2021 είχαν προχωρήσει σε αυξήσεις στις τιμές των εισιτηρίων για τα νησιά του Αιγαίου, που κυμαίνονται από 5% έως 16,32% σε σχέση με το καλοκαίρι του 2021... Οσο για το ποιος τελικά θα βγει κερδισμένος και ποιος θα πληρώσει τη νύφη, αρκεί να αναφέρουμε πως οι ακτοπλόοι δεν προλαβαίνουν να μετρούν επιδοτήσεις. Μόνο για την πανδημία εισέπραξαν 79 εκατ. ευρώ έως τώρα, ενώ αναμένεται να πάρουν άλλα 370 εκατ. για ανανέωση στόλου ακτοπλοΐας, έχουν δε και αφορολόγητο πετρέλαιο, και το βασικότερο σταθερά επιδεινώνουν και τις εργασιακές συνθήκες των ναυτεργατών, με καθηλωμένους μισθούς, εξαντλητικά ωράρια, κατάργηση ΣΣΕ κ.ο.κ.

Επιπτώσεις στις Κατασκευές

Επιπτώσεις εκδηλώνονται και στα τεχνικά έργα. Το κόστος που καταγράφεται από τις αυξήσεις στα καύσιμα κίνησης, στην άσφαλτο, στο σίδηρο, στο χαλκό και άλλα υλικά «καθιστά απαγορευτική τη συνέχιση των έργων», όπως διαρρέεται από κύκλους στον κλάδο των Κατασκευών. Προσθέτουν πως ήδη έχουν ανασταλεί πολλά έργα σε περιφέρειες και δήμους κυρίως από εταιρείες 6ης τάξης και κάτω. Ωστόσο, πιέσεις δέχονται και οι μεγαλοεργολάβοι. Σύμφωνα με τις τεχνικές εταιρείες, λίγες μέρες μετά την κήρυξη του πολέμου, παρατηρούνται αυξήσεις των τιμών σιδήρου 10%, χαλκού 20%, ασφάλτου 20% και κυρίως πετρελαίου κίνησης 25%, οι οποίες δυσχεραίνουν τη συνέχιση των έργων, ειδικά εκείνων που αναλήφθηκαν με μεγάλες εκπτώσεις γύρω στα επίπεδα του 45%.

Παράλληλα, πληροφορίες αναφέρουν ότι έχουν ανασταλεί όλες οι εργολαβίες ασφαλτόστρωσης σε δήμους, αφού σήμερα το αντίστοιχο κόστος εκτοξεύθηκε από τα 520 ευρώ ανά τόνο σε 660 ευρώ λόγω της μεγάλης αύξησης της τιμής του πετρελαίου. Οι αυξήσεις που καταγράφονται κυμαίνονται από 45% έως 65%. Μόνο στον χάλυβα οι αυξήσεις φτάνουν το 70%, ποσοστό που έχει οδηγήσει σε πάγωμα αρκετών έργων. Την κατάσταση επιδεινώνει και η άνοδος της τιμής του πετρελαίου, η οποία επηρεάζει πλήθος υλικών, από τα αδρανή μέχρι τα τούβλα, με αποτέλεσμα σε κάποια υλικά, όπως ο χαλκός και το πλαστικό, να έχει εκτιναχθεί το κόστος.

Η κατάσταση οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια είτε σε έναν ακόμα γύρο «πακέτων» στους κατασκευαστικούς ομίλους, είτε στη διακοπή των έργων που θα αξιοποιηθεί ως αφορμή για την ένταση της επίθεσης σε βάρος των εργαζομένων. Βασικό χαρακτηριστικό στον κλάδο είναι τα χαμηλά μεροκάματα, το «πλιάτσικο» που γίνεται στα ένσημα και το γεγονός ότι μια σειρά από ειδικότητες του κλάδου που εργάζονται μέσα στα εργοτάξια και τα γιαπιά δεν ασφαλίζονται, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, τα επιδόματα κ.τ.λ. Πόσο μάλλον τώρα που οι επιπτώσεις των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων θα φανούν άμεσα.


Κ. Πασ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ