Από την τουρκική πλευρά, ο ΥΠΕΞ, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, σχολίασε ότι μετά τις διαμαρτυρίες που έλαβαν χώρα αυτόν τον μήνα στη Στοκχόλμη, «δεν έχει νόημα» να πραγματοποιηθεί μια τριμερής συνάντηση με τη Σουηδία και τη Φινλανδία, κάνοντας λόγο για «βόμβες» που «φυτεύονται» στην ενταξιακή πορεία της Σουηδίας από κάποιους στο εσωτερικό της που δεν θέλουν να συμμετέχει στο ΝΑΤΟ, για να αναφέρει: «Η Σουηδία πρέπει να διαλέξει αν θα αποναρκοθετήσει την πορεία της για να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ ή αν θα σταματήσει μπροστά σε αυτές τις νάρκες και θα δει τις ευκαιρίες της να ανατινάσσονται...».
Στο μεταξύ, ο ΥΠΕΞ της Σουηδίας, Τομπίας Μπίλστρομ, δήλωσε ότι βρίσκεται «σε επαφή με τη Φινλανδία για να μάθει τι ακριβώς σημαίνουν» τα όσα ειπώθηκαν από πλευράς Ελσίνκι για το ενδεχόμενο οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις των δύο χωρών να αποσυνδεθούν η μία από την άλλη. Θυμίζουμε ότι ο Φινλανδός ΥΠΕΞ, Πέκα Χάαβιστο, δήλωσε στις αρχές της βδομάδας ότι «προφανώς θα πρέπει να εκτιμήσουμε την κατάσταση, αν έχει συμβεί κάτι που μακροπρόθεσμα κάνει τη Σουηδία να μην μπορεί πλέον να προχωρήσει».
Επιφυλάξεις για την εξέλιξη των παζαριών με την Τουρκία εκφράστηκαν και σε συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της αμερικανικής Γερουσίας, με τη συμμετοχή και της αρμόδιας για θέματα διεθνούς ασφαλείας υφυπουργού Αμυνας, Σελέστ Γουαλάντερ. Μεταξύ άλλων τονίστηκε ότι το αίτημα της Τουρκίας για τα F-16 θα εξεταστεί υπό το βάρος των νέων δεδομένων σχετικά με τη συμβολή της Αγκυρας στο ΝΑΤΟ. Ακόμα μια φορά διατυπώθηκαν προβληματισμοί για τη στάση της κυβέρνησης Ερντογάν και το αν ασχολείται «πραγματικά με αυτό που είναι προς το συμφέρον του ΝΑΤΟ και της συμφωνίας ασφάλειας που χρειαζόμαστε, καθώς υποστηρίζουμε την Ουκρανία στον αγώνα της εναντίον της Ρωσίας», όπως είπε η γερουσιαστής Τζιν Σαχίν.
Ενδεικτική των σύνθετων διεργασιών είναι και η ακύρωση - σύμφωνα με δημοσιεύματα - της επίσκεψης που ο Τούρκος Πρόεδρος, Ρ. Τ. Ερντογάν, ήταν έτοιμος να πραγματοποιήσει στη Γερμανία (λέγεται μάλιστα ότι είχε σχεδιαστεί για σήμερα), χωρίς βέβαια να γίνουν ποτέ επίσημες ανακοινώσεις. Σύμφωνα με το δίκτυο RND, η Αγκυρα ακύρωσε την επίσκεψη μετά από διαφωνίες για το περιεχόμενο μιας συνάντησης Ερντογάν - Σολτς, στην οποία το Βερολίνο ήθελε να τεθούν και «ανησυχίες» για την αντιμετώπιση της αντιπολίτευσης στην Τουρκία. Οι ίδιες πηγές εμφανίζουν την Αγκυρα ενοχλημένη από παρεμβάσεις όπως αυτές που έκανε πρόσφατα η Γερμανίδα ΥΠΕΞ, Αναλένα Μπέρμποκ, η οποία επέκρινε εκπροσώπους του ΑΚΡ και απείλησε με «συνέπειες», ζητώντας την αποφυλάκιση του αντιπολιτευόμενου επιχειρηματία Οσμάν Καβαλά και στηλιτεύοντας την αντιμετώπιση στελεχών του (σοσιαλδημοκρατικού φιλοκουρδικού κόμματος) HDP. Σημειωτέον, χτες, το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας απέρριψε αίτημα του HDP να καθυστερήσει η έκδοση της τελικής απόφασης για την απαγόρευση της λειτουργίας του και να βγει μετά τις προεδρικές και βουλευτικές εκλογές (που θα γίνουν τον Μάη).
Ολα αυτά ενώ συνεχίζεται η συζήτηση για τη «στοίχιση» της Τουρκίας με το ΝΑΤΟ. Ο Μπουρχαρετίν Ντουράν, μέλος του Συμβουλίου Εξωτερικής Πολιτικής της τουρκικής προεδρίας, αρθρογραφώντας χτες στη «Σαμπάχ» παρατήρησε ότι «ορισμένες δυτικές κυβερνήσεις λυπήθηκαν τα τελευταία χρόνια για την αυτόνομη εξωτερική πολιτική της Τουρκίας. Η Αγκυρα διακινδυνεύει εντάσεις με Ουάσιγκτον και Βρυξέλλες για να υπερασπιστεί τα εθνικά της συμφέροντα. Ακόμα, χαράσσει αυτόνομες πολιτικές στο θέμα της Συρίας, της Λιβύης, του Καραμπάχ, της Ανατολικής Μεσογείου και του Αιγαίου για να διαφυλάξει την ασφάλεια και να προστατεύσει τα δικαιώματά της. Την ίδια στιγμή, εξελίσσει σε νέο επίπεδο τις σχέσεις της με τη Ρωσία καθώς το εκκρεμές αυτών των (ρωσο-τουρκικών) σχέσεων κινείται μεταξύ ανταγωνισμού και συνεργασίας. Οι προσπάθειες της Τουρκίας να διαφοροποιήσει και να βαθύνει τις σχέσεις της με τη Ρωσία δεν βλάπτουν τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ».
Και συνέχισε: «Οι αποτυχημένες πολιτικές ΗΠΑ και ΕΕ στο θέμα της Συρίας, του PKK και της FETΟ συγκαταλέγονται στους βασικούς λόγους για τους οποίους η Τουρκία χρειάζεται να έχει μια σχέση με τη Ρωσία σε νέο επίπεδο. Σήμερα, τα δυτικά ΜΜΕ χαρακτηρίζονται από την εξής αντίθεση: Παραδέχονται ότι ο Ερντογάν άδραξε ευκαιρίες στον διεθνή στίβο μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και ανέκτησε δύναμη σε Βαλκάνια, Μαύρη Θάλασσα, Καύκασο, Κεντρική Ασία και Αφρική. Ωστόσο, την ίδια στιγμή, ασκούν κριτική στον Τούρκο Πρόεδρο επειδή έχει επιρροή στο τι συμβαίνει εντός της Δυτικής συμμαχίας...».
Στο μεταξύ, κληθείς, χτες, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γ. Οικονόμου, να σχολιάσει όσα ειπώθηκαν στο Συμβούλιο Ασφαλείας στην Τουρκία, είπε ότι «η χώρα μας δεν δέχεται ούτε υποδείξεις και πολύ περισσότερο δεν θα επιζητήσει την άδεια κανενός για το πώς θα ενισχύσει την αποτρεπτική της ικανότητα, για το πώς θα ασκήσει την εξωτερική της πολιτική, για το πώς θα υπερασπιστεί τη διεθνή νομιμότητα και τα κυριαρχικά της δικαιώματα».
Εξάλλου, ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. Δένδιας, μιλώντας στη Βουλή αναφέρθηκε σε τουρκικό αναθεωρητισμό που «επιχειρεί την ανατροπή στις ισορροπίες, οι οποίες προσδιόριζαν τις σχέσεις στην ευρύτερη περιοχή μας». Αντέτεινε ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συνεχίσει να απαντά «με επιχειρήματα - βασισμένα, όμως, πάντα, στο Διεθνές Δίκαιο - στις ψευδείς αιτιάσεις που εκτοξεύονται εναντίον μας».
Εβαλε, εξάλλου, ως «ακρογωνιαίο λίθο» στο διμερές παζάρι «το Διεθνές Δίκαιο, τον σεβασμό στην εδαφική ακεραιότητα, στην κυριαρχία όλων των κρατών, στην ανάδειξη της δυνατότητας ειρηνικής επίλυσης των διαφορών, στις σχέσεις καλής γειτονίας», αποσιωπώντας ότι κάθε τέτοιο πολυδιαφημισμένο πλαίσιο καθορίζεται από τις ανάγκες του κεφαλαίου και τις λυκοφιλίες τύπου ΝΑΤΟ και ΕΕ, στον βωμό των οποίων αμφισβητούνται ευθέως ελληνικά και κυπριακά κυριαρχικά δικαιώματα.
Σε μια παράλληλη εξέλιξη, ο εκπρόσωπος του κυπριακού ΥΠΕΞ, Δημήτρης Δημητρίου, κάλεσε τον Κόλιν Στιούαρτ, ειδικό αντιπρόσωπο του γγ του ΟΗΕ στην Κύπρο, «να απορρίψει ως αβάσιμο και λανθασμένο» δημοσίευμα της τουρκοκυπριακής εφημερίδας «Γενί Ντουζέν» που του απέδιδε «πρωτοφανείς και σοβαρότατες αναφορές σε βάρος της πλευράς μας».
Σύμφωνα με τη «Γενί Ντουζέν», ο Στιούαρτ «υποστήριξε ότι "το βόρειο τμήμα της Κύπρου έχει τώρα ενσωματωθεί οικονομικά και πολιτικά με την Τουρκία. Η ελληνοκυπριακή ηγεσία είναι αυτή που πρέπει να κινητοποιηθεί για να αλλάξει αυτή την κατάσταση. Ομως, μόνο διαμαρτύρονται, καταδικάζουν, κατηγορούν"». Ακόμα, ο Στιούαρτ φέρεται να ανέφερε ότι «επιδεινώνεται η οικονομική και κοινωνική κατάσταση (σ.σ. στο κατεχόμενο τμήμα του νησιού) και ότι οι οικονομικές κυρώσεις (σ.σ. που διατηρούνται ως μορφή αντίδρασης στη συνεχιζόμενη κατοχή) προκαλούν περισσότερο πόνο στον λαό», γι' αυτό και «έρχεται ο καιρός της επανεξέτασης του χαρακτήρα αυτών των κυρώσεων».