Πέμπτη 17 Απρίλη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 23
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΚΥΠΡΟΣ
Από τον εθνικό στόχο της δίκαιης λύσης στον «εθνικό» στόχο της ένταξης

Με ρωμαϊκού τύπου τελετές η Ευρωπαϊκή Ενωση πανηγυρίζει για το ότι καταβροχθίζει εννιάμισι (αφού η Κύπρος μπαίνει διχοτομημένη) νέες χώρες. Παρά την προπαγάνδα για το αντίθετο, η ΕΕ δεν είναι φιλανθρωπικός οργανισμός, ούτε υπερασπιστής της ευημερίας και της ελευθερίας. Είναι στυγνός μηχανισμός υπεράσπισης των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου, είναι ο ευρωπαϊκός πόλος του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος. Και είναι αυτός ο μηχανισμός που ενισχύεται με τη διεύρυνση, ενώ οι λαοί των νέων χωρών θα υποστούν ό,τι έχει υποστεί ο ελληνικός λαός και ακόμα χειρότερα.

Οι παραπάνω συνέπειες ισχύουν και για την Κύπρο, η οποία, όμως, έχει τις ιδιαιτερότητές της τόσο στο οικονομικό επίπεδο όσο, κυρίως, στο πολιτικό. Οι αλλαγές που χρειάστηκε να γίνουν για να προσαρμοστεί η χώρα αυτή και ειδικότερα η νομοθεσία της στο λεγόμενο «κοινοτικό κεκτημένο» (δηλαδή στη νομοθεσία της ΕΕ), είχαν τεράστιο οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Το μέχρι τώρα οικονομικό κόστος υπολογίζεται σχεδόν σε ένα δισεκατομμύριο κυπριακές λίρες (το ισοδύναμο ενός ετήσιου κρατικού προϋπολογισμού), πράγμα που αντιστοιχεί περίπου σε 3.500 ευρώ για κάθε Κύπριο. Σε αντίθεση με τις υποψήφιες πρώην σοσιαλιστικές χώρες, η Κύπρος δεν πήρε ούτε ένα ευρώ ως βοήθεια από την ΕΕ.

Οι προσαρμογές ανάγκασαν την Κύπρο να εγκαταλείψει μια σειρά από κοινωνικο-οικονομικές δομές που την είχαν βοηθήσει να ορθοποδήσει μετά την τουρκική εισβολή και κατοχή του 1974. Ανάμεσα σ' αυτά σημειώνουμε:

  • Την επιβολή ΦΠΑ και τη φορολογική μεταρρύθμιση που οδήγησε στην αύξηση της έμμεσης και τη μείωση της άμεσης φορολογίας, με ολοφάνερες τις συνέπειες για τους εργαζόμενους.
  • Την αποδιάρθρωση του «συνεργατισμού», δηλαδή του συστήματος συνεταιριστικών τραπεζών, που έπαιξαν τεράστιο ρόλο στη στήριξη των μικρών επιχειρήσεων και της λαϊκής αποταμίευσης.
  • Την κατάργηση του ορίου των επιτοκίων, που προστάτευε από την κερδοσκοπία.
  • Τη φιλελευθεροποίηση των τηλεπικοινωνιών, της ενέργειας, των ταχυδρομείων κλπ., που ανοίγει το δρόμο στο ξεπούλημα του ανθηρού δημόσιου τομέα και στη διείσδυση ξένων πολυεθνικών.
  • Τη δυσμενέστερη αντιμετώπιση των «υπεράκτιων» επιχειρήσεων, που αποτελούσαν σημαντική πηγή συναλλάγματος για την κυπριακή οικονομία.
  • Το χτύπημα της αγροτιάς με την εφαρμογή της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
  • Τη συμμετοχή της Κύπρου στη λεγόμενη Ευρωπαϊκή Πολιτική Αμυνας και Ασφάλειας (Ευρωστρατός, Ευρωαστυνομία, Ευρωτρομοκρατία). Εξαιρουμένων όμως της δράσης του Ευρωστρατού των περιοχών Κύπρου και Αιγαίου.

Ομως, χωρίς αμφιβολία, οι πιο σημαντικές επιπτώσεις της ένταξης είναι οι πολιτικές. Ισως, οι οικονομικές θυσίες να γίνονταν ανεκτές αν η ένταξη οδηγούσε σε δίκαιη λύση του Κυπριακού. Διάφορες δυνάμεις, ιδιαίτερα μετά το «σχέδιο Ανάν», τόνιζαν ότι η εφαρμογή του κοινοτικού «κεκτημένου» με την ένταξη θα διασφάλιζε την ελεύθερη διακίνηση και στα Κατεχόμενα.

Αλλά είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο είναι ότι δεν έχει γίνει ούτε ένα βήμα στη λύση του Κυπριακού και έτσι η Κύπρος μπαίνει διχοτομημένη στην ΕΕ. Από τη μεριά της, η ΕΕ αποδέχεται αυτό το γεγονός και το αντιμετωπίζει ως τεχνικό θέμα, με ειδικό πρωτόκολλο που προβλέπει την εφαρμογή του «κεκτημένου» μόνο στο έδαφος που είναι κάτω από τον έλεγχο της κυπριακής κυβέρνησης. Η ΕΕ ανέχεται μια χώρα υποψήφια για ένταξη (Τουρκία) να έχει υπό την κατοχή της ένα σημαντικό μέρος του εδάφους μιας χώρας - μέλους (Κύπρος), χωρίς βέβαια να αναλαμβάνει την ευθύνη να διώξει τους κατακτητές.

Τα πράγματα δε θα ήταν καλύτερα, εάν είχε επιτευχθεί λύση στη βάση του «σχεδίου Ανάν». Το «σχέδιο» αυτό, όπως αναγνωρίζεται από όλους, απέχει πολύ από τις προηγούμενες αποφάσεις του ΟΗΕ, προβλέποντας μια ιδιότυπη χαλαρή Συνομοσπονδία αντί για δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία. Εμπεριέχει ουσιαστικά και μόνιμα εμπόδια στην ελεύθερη διακίνηση και στην επιστροφή των προσφύγων, δέχεται την παραμονή μεγάλου μέρους των εποίκων, ενώ σχεδόν κανείς δεν το θεωρεί βιώσιμο. Από την όλη διαδικασία κέρδισε το κατοχικό καθεστώς του Ντενκτάς, αφού η ελληνοκυπριακή πλευρά εκβιάστηκε σε υποχωρήσεις για το χαρακτήρα του κράτους, την αποδοχή της μη επιστροφής όλων των προσφύγων και της παραμονής μεγάλου μέρους των εποίκων, χωρίς το κατοχικό καθεστώς να παραχωρήσει το παραμικρό. Ετσι, στις επόμενες διαπραγματεύσεις, εφόσον υπάρξουν, η ελληνοκυπριακή πλευρά θα βρίσκεται σε δυσμενέστερη θέση.

Ο κυπριακός λαός δεν μπορεί να είναι ικανοποιημένος από αυτή την εξέλιξη, ούτε μπορεί να αποδεχτεί ότι ο εθνικός στόχος της λύσης του Κυπριακού αντικαθίσταται από τον «εθνικό» στόχο της ένταξης. Δεν είναι τυχαίο ότι, σύμφωνα με το Ευρωβαρόμετρο (τεύχος 134, τέλος Φλεβάρη 2003), μόνο το 47% των Κυπρίων τάσσονται υπέρ της ένταξης, έναντι 61% που είναι ο μέσος όρος στις υποψήφιες χώρες.

Το ΚΚΕ είχε εκτιμήσει ότι η ένταξη όχι μόνο θα έφερνε στον κυπριακό λαό τα δεινά που υφίστανται οι Ελληνες εργαζόμενοι και οι εργαζόμενοι των άλλων χωρών - μελών της ΕΕ, αλλά θα γινόταν αφορμή να εξασκηθούν πιέσεις και εκβιασμοί για αποδοχή λύσης διχοτομικής, έξω από τα πλαίσια των αποφάσεων του ΟΗΕ για Κύπρο ενιαία και ανεξάρτητη, ή ακόμα ότι θα κατέληγε σε αναγνώριση της τουρκικής κατοχής με ένταξη στην ΕΕ μόνο του ελεύθερου τμήματος του νησιού.

Είναι γεγονός ότι η εξέλιξη του Κυπριακού επαλήθευσε τις εκτιμήσεις του Κόμματός μας, αλλά δεν αισθανόμαστε ικανοποίηση γι' αυτή την επαλήθευση, λόγω ακριβώς αυτής της εξέλιξης. Βεβαίως, δε μένουμε απαθείς θεατές του δράματος που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Συμπαραστεκόμαστε στον κυπριακό λαό με όλες μας τις δυνάμεις.


Του
Κ.ώστα ΑΛΥΣΣΑΝΔΡΑΚΗ*
* Ο Κώστας Αλυσσανδράκης είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ, Ευρωβουλευτής, Αντιπρόεδρος της Μεικτής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής ΕΕ - Κύπρου


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ