Κοριτσόπουλο δεκαπέντε χρόνων είχε μπει μέσα σ' αυτό το εργοστάσιο και επί είκοσι πέντε χρόνια δούλεψε σαν σκλάβα σκυμμένη οχτώ ώρες κάθε μέρα πάνω στους αργαλειούς. Νερό ήθελε να πιει και το σκεφτόταν, γιατί ο Πανάγος, ο ξεπουλημένος στην εργοδοσία, στεκόταν παραπέρα και σημείωνε πόσες φορές στη βάρδια σταμάτησες τη δουλιά για να βρέξεις τα χείλη σου, πόσες φορές έσκυψες για να πεις κάτι στη διπλανή σου και πόσες φορές σήκωσες το κεφάλι σου για να κοιτάξεις λίγο έξω από τα παραθυράκια της φάμπρικας, όπου φαινόταν ένα κομματάκι ουρανού. Και μόλις τελείωνε η βάρδια, ο Πανάγος προσκόμιζε τις σημειώσεις στον εργοστασιάρχη, για να δει αυτός ποιους έπρεπε να απολύσει στο τέλος της βδομάδας για «μειωμένη απόδοση»!
* * *
Κι έπειτα οι θόρυβοι μέσα από το ρημαγμένο κτίριο άρχισαν, λέει, να μοιάζουν σαν την οχλοβοή που ακουγόταν εκείνη τη μέρα που είχαν ξεσηκωθεί οι εργάτριες, ζητώντας αύξηση στα μεροκάματα. Και της φάνηκε πως άκουσε ως και τα μουγκρητά που έβγαζε ο Θεοφιλόπουλος, όταν ήρθε να μιλήσει με τις «επαναστάτριες». Γρύλιζε κυριολεκτικά σαν γουρούνι, πνιγμένος στα ξίγκια του και στον ιδρώτα, που του τον σκούπιζε κάθε τόσο δουλικά ο Πανάγος.
* * *
Πίσω οι εκατόν πενήντα εργάτριες άρχισαν να αναζητούν απεγνωσμένα μια νέα δουλιά και πολλά τράβηξαν μέχρι να ξαναβρούν - όσες βρήκαν - μεροκάματο. Ο μόνος που βολεύτηκε αμέσως ήταν ο Πανάγος. Οι χαφιέδες, βλέπετε, είναι πάντα χρήσιμοι στα αφεντικά...
Σημείωση: Η ιστορία αυτή συνέβη πριν πολλά χρόνια. Θα μπορούσε, όμως, κάλλιστα να είναι και μια ιστορία των ημερών μας. Γιατί και σήμερα τα ίδια ακριβώς εγκλήματα διαπράττει ο καπιταλισμός σε βάρος της εργατικής τάξης. Το λουκέτο που μπήκε προχτές στη «Σίσσερ Πάλκο» πιστοποιεί αυτήν την αλήθεια.