Κυριακή 18 Φλεβάρη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 12
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Αγώνας για να γενούνε τα σκοτάδια λάμψη

Μιλά στο "Ρ" ο Γ. Αραζός, ένας από τους ελάχιστους επιζώντες των γερμανικών στρατοπέδων

Στον αγώνα της λευτεριάς, της εθνικής ανεξαρτησίας, στον αγώνα για μια καλύτερη κοινωνία, έδωσε ό,τι καλύτερο είχε. Πέρασε τα καλύτερά του χρόνια στις τρομερές φυλακές του Νταχάου και του Μπιρκενάουμ. Επέστρεψε, "ξεγελώντας το θάνατο", στην πατρίδα, για "ν' ανταμειφθεί" για τον πατριωτισμό του από το μισαλλόδοξο μετεμφυλιακό κράτος με νέες διώξεις. Σήμερα, ο 75χρονος Γιάννης Αραζός, με μια σύνταξη πείνας σαν αντάλλαγμα της προσφοράς του, αλλά και με βιώματα που θα τον ακολουθούν στην υπόλοιπη ζωή του, είναι από τους πλέον κατάλληλους να μιλήσει για το αποκρουστικό πρόσωπο του πολέμου και την ανάγκη υπεράσπισης της ειρήνης. Δηλώνει και πάλι έτοιμος, αν χρειαστεί, να ξαναδώσει όλες τους τις δυνάμεις "για να γενούνε τα σκοτάδια λάμψη". Παιδί της γενιάς της ανιδιοτελούς προσφοράς στην πατρίδα και την κοινωνία καλεί τους νέους να παλέψουν για την ειρήνη και την αλλαγή της κοινωνίας, να φράξουν το δρόμο σ' αυτούς που δε διστάζουν ν' ανοίξουν σ' όλο τον πλανήτη νέα κρεματόρια.

Για όλα αυτά, ο Γ. Αραζός μιλά στο "Ριζοσπάστη", καταθέτοντας το περίσσεμα της καρδιάς του στην ενδιαφέρουσα, όσο και συγκλονιστική συνέντευξη που ακολουθεί:

"Ντου", συνθήματα και ...φυσαρμόνικα

- Πότε μπήκατε στην Αντίσταση;

- Γεννήθηκα το 1921 στα Εξάρχεια. Δούλευα σε τεχνικό γραφείο σαν σχεδιαστής ηλεκτρικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων. Οταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα, εντάχθηκα αμέσως στο ΕΑΜ μαζί με πολλούς άλλους από τη γειτονιά μου. Αποστολή μας ήταν να στέλνουμε όπλα στο βουνό και να γράφουμε συνθήματα στους τοίχους. Τα όπλα τα παίρναμε κάνοντας εξορμήσεις - τα "ντου", όπως τα λέγαμε - στους καταυλισμούς των Γερμανών και τα μεταφέραμε μέσα σε τσουβάλια. Οταν περνούσε περίπολος, σταματούσαμε και κάναμε τους κανταδόρους. Εγώ έπαιζα φυσαρμόνικα. Οταν βλέπαμε Γερμανούς, παίζαμε το δικό τους τραγούδι, το "Λιλί Μαρλέν", κι αυτοί μας έλεγαν "γκουτ" και έφευγαν. Οταν βλέπαμε Ιταλούς, παίζαμε το δικό τους τραγούδι, αυτό που είναι γνωστό σαν "κορόιδο Μουσολίνι" (ήταν δικό τους τραγούδι, που εμείς ακόμα και σήμερα σατιρίζουμε έτσι). Μας έλεγαν "μπράβο Γκρέκι" κι έφευγαν. Κι εμείς κάναμε τη δουλιά μας.

Οταν βγαίναμε για συνθήματα στον τοίχο, παίρναμε και κοπέλες μαζί μας και πολλές φορές παριστάναμε τα ραντεβουδάκια. Η συνωμοσία μάς είχε γίνει δεύτερη φύση.

Από την Αλεξάνδρα στη Μέρλιν

- Πώς σας συνέλαβαν;

- Τον Οκτώβρη του 1942,πήρα εντολή να μιλήσω στην Αλεξάνδρα, μια γυναίκα του υποκόσμου, που μάζευε τα κορίτσια της γειτονιάς που έψαχναν για φαγητό και τα πήγαινε στους Γερμανούς και τους Ιταλούς. Την προειδοποίησα να σταματήσει. Αυτή μου μίλησε χυδαία και αμέσως ειδοποίησε τους Γερμανούς. Γύρω στις 3 το πρωί, ήρθαν στο σπίτι μου και με έπιασαν. Λίγο αργότερα, όπως έμαθα, αυτή η γυναίκα σκοτώθηκε από την ΟΠΛΑ. Εμένα με πήγαν στη Μέρλιν.Εκεί είχαν πολλούς τρόπους βασανιστηρίων. Αυτό που έζησα εγώ ήταν "ο τοίχος". Σ' έναν άσπρο τοίχο, είχαν έντεχνα κολλήσει με αίμα φούντες από τρίχες. Ηθελαν να πιστέψουμε πως, αν δε μιλήσουμε, θα μας τίναζαν τα μυαλά στον τοίχο. Ξέροντας τη θηριωδία τους, δεν είχαμε κανένα λόγο να μην το πιστέψουμε. Τα βράδια μας ξυπνούσαν κάθε λίγο για ανάκριση.

Ο Εφιάλτης γερμανοτσολιάς

- Μετά τη Μέρλιν, πού σας πήγαν;

- Μετά από λίγο καιρό, με πήγαν στις φυλακές Αβέρωφ.Εκεί καταδικάστηκα σε θάνατο. Μέσα στα κελιά, ακούγαμε κάθε πρωί το φρουρό που κατέβαινε να πάρει μελλοθανάτους και δεν ξέραμε αν θα σταθεί στη δική μας πόρτα. Αυτό ήταν μεγάλο μαρτύριο. Για πρωινό, μας έδιναν από μισή σταφίδα.Κάθε πρωί ελπίζαμε να τύχει σε μας το κοτσάνι για να είναι μεγαλύτερη η μερίδα για να μας χορτάσει. Πέρασαν 44 μέρες, ώσπου μου ανακοίνωσαν ότι, επειδή υπάρχουν αμφιβολίες, μετέτρεψαν την ποινή μου σε ισόβια.

Με μετέφεραν στα παραπήγματα της οδού Βουλιαγμένης. Στον πρωινό περίπατο, πρόσεξα πως η μάντρα δεν ήταν ψηλή. Μια μέρα, κατάφερα να πηδήξω έξω και βρέθηκα ελεύθερος. Η ελευθερία μου κράτησε λίγο, γιατί με βρήκε ένας γερμανοτσολιάς και με παρέδωσε πίσω.Αυτός, για πολλά χρόνια, ήταν ένας από τους εφιάλτες μου. Φοβόμουν να βγω από το σπίτι, μήπως και με συλλάβει ο γερμανοτσολιάς.

Στην κόλαση του Νταχάου

- Στη Γερμανία, πότε σας μετέφεραν;

- Στις 5 Φλεβάρη του 1943, με μετέφεραν με τρένο. Το ταξίδι κράτησε δεκατέσσερις μέρες σε άθλιες συνθήκες. Μας κατέβασαν στο Νταχάου. Την εποχή που έφθασα, είχε ξεκινήσει καμπάνια μέσα στο στρατόπεδο, αλλά και από τη Σοβιετική Ενωση, για να αποτραπεί η εξόντωση του ΓΓ του ΚΚΕ, Νίκου Ζαχαριάδη.Ηταν πρόσφατη η δολοφονία του Γερμανού κομμουνιστή ηγέτη Ερνεστ Τέλμαν και υπήρχε ανησυχία ότι μεθοδευόταν η εξόντωση των κομμουνιστών ηγετών και ειδικά του Ν. Ζαχαριάδη. Τελικά, η διεθνής καμπάνια απέτρεψε τη δολοφονία του.

Στο Νταχάου, η ασχολία μας ήταν στο κάψιμο των νεκρών στα κρεματόρια. Τα κρεματόρια ήταν σαν μεγάλα συρτάρια που έμπαιναν στο τοίχο. Πατούσαμε κουμπιά για να βγουν έξω, βάζαμε το σώμα και μετά, πατώντας κουμπιά, το "συρτάρι" έμπαινε μέσα. Οταν σε λίγα λεπτά το βγάζαμε, το μόνο που φαινόταν ήταν η σκιά του σκελετού, αποτυπωμένη στο συρμάτινο πλέγμα. Από εκεί είχε βγει ότι οι Γερμανοί κάνουν σαπούνι, γιατί από αυτό το συρμάτινο πλέγμα περνούσαν όλα τα υπολείμματα της καύσης. Σ' αυτό το στρατόπεδο, όπου μαθηματικά βάδιζες προς το θάνατο, δεν υπήρχαν βασανιστήρια.Υπήρχε ειδικό τμήμα για τουφεκισμούς, όπου μέσα σε τρεις μέρες εκτέλεσαν 6.000 Ρώσους.

Στο Νταχάου, έμεινα δύο περίπου μήνες. Οι Γερμανοί χρειάζονταν εργατικό δυναμικό για την καλλιέργεια πατάτας. Ετσι, τον Απρίλη του 1943, με μετέφεραν στο Μπιρκενάουμ,ένα στρατόπεδο στη Βαυαρία έξω από το Μόναχο. Ηταν ένα απέραντο στρατόπεδο σε έκταση περίπου όσο η Αττική. Η φυλακή είχε 7 πατώματα πάνω από το έδαφος και 4 υπόγεια. Ανάλογα με την ποινή που είχες σε πήγαιναν και σε συγκεκριμένο όροφο.

Εξοντωτική δουλιά στα χωράφια

- Πάντως, οι συνθήκες θα ήταν μάλλον καλύτερες από το Νταχάου.

- Οχι, οι συνθήκες εκεί ήταν πολύ δύσκολες. Μετρούσαμε τα δευτερόλεπτα, πότε θα έρθει το μεσημέρι που θα μας έδιναν ένα κομματάκι, που το λέγαμε "σκουπόψωμο", γιατί είχε μέσα σποράκια σαν αυτά που κάνουν τις σκούπες. Πολλές φορές δεν μπορούσαμε να κοιμηθούμε από την πείνα. Το πρωινό ήταν ένα μαυροζούμι που το πίναμε, για να μας κρατήσει όρθιους τόση ώρα στη δουλιά. Ολοι τη μέρα, σκάβαμε στα χωράφια το χειμώνα από τις 5 το πρωί και το καλοκαίρι από τις 3. Φορούσαμε παπούτσια δεμένα με σπάγκους και τα πόδια ήταν έξω, σε θερμοκρασίες πάντοτε σχεδόν κάτω από το μηδέν. Στις 12 το μεσημέρι, κάναμε μια ώρα παύση και μετά συνεχίζαμε ως τις 5. Μετά γυρίζαμε στους θαλάμους, όπου στοιβαζόμασταν διπλάσια άτομα απ' όσα χωρούσε ο κάθε θάλαμος.

Στο στρατόπεδο, ήμασταν 5.000 κρατούμενοι, περίπου οι 1.200 Ελληνες.Οταν δουλεύαμε, μας επιτηρούσε με κιάλια ένας φρουρός από έναν ξύλινο πύργο, ύψους 30 μέτρων. Αντιστοιχούσε περίπου ένας φρουρός σε 2.000 κρατούμενους.Τα σκυλιά του Μπιρκενάουμ

- Μα, πώς μπορούσε να ελέγχει τόσα άτομα;

- Οχι μόνος του. Σε όλη αυτή την απεραντοσύνη υπήρχαν περίπου 10 μεγάλοι σκύλοι. Αν σηκώνονταν στα δύο πόδια, ήταν πιο ψηλοί κι από τον ψηλότερο κρατούμενο. Οταν μας έβλεπαν να κρατάμε την τσάπα στο χέρι ή να δουλεύουμε σκυφτοί, έμεναν ήσυχοι. Αν κάποιος σταματούσε, κοίταζαν μήπως κάνει τη σωματική του ανάγκη και τότε δεν αντιδρούσαν καθόλου. Οταν τελείωνε και δεν ξανάπιανε αμέσως την τσάπα, ο σκύλος γρύλιζε προειδοποιητικά. Σε περίπτωση που ο κρατούμενος δε συνέχιζε τη δουλιά αμέσως, σηκωνόταν στα δυο του πόδια και τον ξέσχιζε. Μετά τον έπιανε με τα δυο του πόδια, τον ζύγιζε από τη μέση και τον πήγαινε νεκρό στα πόδια του βαχμάιστερ, του διοικητή του στρατοπέδου. Τέτοιο θάνατο βρήκαν 2 Ρώσοι και 1 Γάλλος.

Η "φάση της κιθάρας"

- Αυτός ήταν ο μόνος κίνδυνος;

- Ο μεγαλύτερος κίνδυνος ήταν η εξάντληση. Με αυτό τον τρόπο ζωής, φτάσαμε πια στη "φάση της κιθάρας", αλλά αυτοί μας διατηρούσαν, γιατί ήθελαν τα εργατικά μας χέρια. Στη "φάση της κιθάρας", άρχιζες πια να στραγγίζεις από κρέας και στο διάστημα ανάμεσα στα πλευρά δεν υπήρχε κρέας. Εκανε την εμφάνιση του, ανάγλυφα πια, το κόκαλο. Χτυπώντας με τα δάχτυλα τα πλευρά μας, ακούγονταν ένας ξύλινος ξερός ήχος, σαν να χτυπούσες κιθάρα. Ξέραμε πως όποιος φτάσει σ' αυτή τη φάση βαδίζει προς το κρεματόριο, γιατί τους άχρηστους εργάτες τους έστελναν στα κρεματόρια.Δεν μπορούσε κανείς να δηλώσει άρρωστος, γιατί θα κατέληγε στα πειράματα. Εγώ υπέφερα από τις αμυγδαλές και είχα πυρετό και δεν τολμούσα να το δηλώσω. Με μια ένεση θα με σκότωναν.

Δε θα αντέχαμε για πολύ ακόμα. Αν δεν τους έπαιρνε φαλάγγι ο Κόκκινος Στρατός, αυτή τη στιγμή εμείς οι δυο δε θα μιλούσαμε.Θα με κρατούσαν ακόμα λίγους μήνες και μετά θα με έστελναν για πειράματα. Οι Γερμανοί ήξεραν πότε ήμασταν έτοιμοι για "τα περαιτέρω". Ευτυχώς, έληξε ο πόλεμος. Στις 12 Απρίλη του 1945, μπήκαν στο στρατόπεδο οι Αγγλοι, οι Γάλλοι και οι Αμερικάνοι.

Δεν πρόλαβαν

- Πώς οι Γερμανοί σάς άφησαν ζωντανούς μάρτυρες της θηριωδίας τους;

- Φαίνεται πως οι μάχες γύρω έγιναν πολύ γρήγορα και δεν πρόλαβαν, αλλιώς θα έβαζαν τα πολυβόλα - όπως έκαναν αλλού - και θα μας θέριζαν. Ο Γερμανός διοικητής μια μέρα μάς ανακοίνωσε ότι τελείωσε ο πόλεμος και είμαστε ελεύθεροι. Ζήτησε να μην προβούμε σε έκτροπα. Ομως, την ίδια στιγμή, οι κρατούμενοι βγήκαν από τους θαλάμους και τα κελιά και έγιναν μέχρι και λιντσαρίσματα, κυρίως από Ιταλούς. Επιασαν έναν Γερμανό φρουρό τού έβγαλαν το χέρι και, χρησιμοποιώντας το σαν όργανο ξυλοδαρμού, τον σκότωσαν. Αυτό το μακελειό κράτησε περίπου 20 λεπτά. Μέχρι να μπουν μέσα οι Αγγλοαμερικάνοι, λιντσαρίστηκαν 15 Γερμανοί. Μόνο ένας επέζησε. Αυτή η εμπειρία ήταν πολύ φριχτή. Εγώ έκανα πολλά χρόνια να συνέλθω. Για χρόνια, νοσηλεύτηκα σε νευρολογικές κλινικές, αδυνατώντας να ξεχάσω.

Με το φόβο του Δεκέμβρη

- Τελικά, όμως, ελευθερωθήκατε. Κι από κει, σε λίγες μέρες, πίσω στην Ελλάδα...

- Μακάρι να ήταν έτσι. Από την άλλη μέρα, άρχισαν να φεύγουν οι Ρώσοι, οι Γάλλοι και οι Ιταλοί. Σε μας, τους Ελληνες, έφερναν δυσκολίες. Αργότερα μάθαμε ότι όλα αυτά τα έκαναν με σκοπιμότητα. Τότε ήταν πολύ νωπά τα γεγονότα του Δεκέμβρη '44 στην Αθήνα. Καταλάβαιναν ότι αν πάνω από 3.000 Ελληνες απ' όλα τα στρατόπεδα πηγαίναμε στην Αθήνα, δε θα τους συνέφερε καθόλου.Μας κράτησαν πάνω από έξι μήνες σε ένα σχολείο στο Μόναχο. Στην Ελλάδα, γυρίσαμε το Σεπτέμβρη του 1945.

Αντικομμουνισμός και διώξεις με ...γερμανικές μεθόδους

- Τότε θα αναπνεύσατε για πρώτη φορά τον αέρα της ελευθερίας.

- Οχι. Το αντίθετο. Οταν γύρισα στην Αθήνα, ήμουν πολύ εξασθενημένος. Ζύγιζα περίπου 20 κιλά, όσο ένα δεκάχρονο παιδί.Αμέσως, με κάλεσε η Ασφάλεια, με καλωσόρισε, και μου είπε ότι είμαι ήρωας. Ομως, την άλλη μέρα, με ξαναφώναξε ο διοικητής του 5ου Παραρτήματος Ασφάλειας Εξαρχείων, κάποιος Τζέκος, και μου είπε να κάνω δήλωση ότι δεν είμαι κομμουνιστής. Αρνήθηκα, λέγοντας ότι από τύχη επέζησα από τους Γερμανούς που με δίωκαν σαν κομμουνιστή και μόλις γυρίζω στην πατρίδα μου είναι απαράδεκτο να με διώκουν ξανά με την ίδια "κατηγορία". Με απείλησε πως θα με στείλει εξορία, εμένα που ακόμα μύριζα από τη μούχλα των κελιών του Νταχάου και του Μπιρκενάουμ.

Σε λίγο καιρό, έκαναν ένα μπλόκο στην Ιπποκράτους, τότε με την απεργία των αρτοποιών. Αρχισαν να ρίχνουν στο ψαχνό και τραυμάτισαν δύο κοπέλες. Με κατηγόρησαν ότι οπλοφορούσα κι ότι εγώ τραυμάτισα τις γυναίκες. Επί 6 μήνες, ήμουν στην παρανομία. Τελικά, πολλοί περαστικοί από την οδό Ιπποκράτους, όπου έγινε το έγκλημα, κατέθεσαν την αλήθεια. Ετσι βγήκε αθωωτικό βούλευμα κι έπαψε η δίωξή μου. Ομως, σε λίγες μέρες, το Φλεβάρη του 1946,με συνέλαβαν στο σπίτι μου. Ηρθαν την ίδια ώρα και με τον ίδιο τρόπο που είχαν έρθει οι Γερμανοί. Από τότε, έκανα άλλα 9 χρόνια να ξαναδώ σπίτι και οικογένεια.

Η Μακρόνησος δεν είναι ...Νταχάου

- Πού ήσασταν αυτά τα χρόνια;

- Εξορίστηκα στην Ικαρία και στη συνέχεια στο Μακρονήσι.Οταν πήγα εκεί, αυτοί είχαν φακέλους με το παρελθόν του καθενός. Οταν είδαν το δικό μου, με φώναξε ο Βασιλόπουλος, διοικητής του ΑΕΤΟ, και μου είπε "Κοίταξε, Αραζέ, εδώ δεν είναι Νταχάου για να γλιτώσεις. Είναι Μακρόνησος".

Στο Μακρονήσι έμεινα δύο χρόνια, το 1949 και το 1950.Ζητούσαν να κάνω δήλωση και με χτυπούσαν. Το τελευταίο που θυμάμαι είναι ότι δέχτηκα ένα χτύπημα στο κεφάλι. Μετά, δεν ξέρω πότε, βρέθηκα στο Δαφνί, στο Ψυχιατρείο. Από τότε μπαινόβγαινα σε κλινικές. Εκανα πολύ καιρό να συνέλθω. Οταν ήρθε η χούντα και με έπιασε, είχα την κόρη μου πολύ μικρή στην κούνια και τη γυναίκα μου άρρωστη. Τους μίλησαν οι γείτονες για την υγεία μου και με άφησαν. Για αρκετά χρόνια, είχα ψυχολογικά προβλήματα. Βγήκα πάλι στην παρανομία, αν και αντιμετώπιζα προβλήματα υγείας. Είχα αμνησία.

Το Νταχάου "κοστολογείται" 51.000

- Τουλάχιστον, μετά τη μεταπολίτευση, αναγνώρισε το κράτος την προσφορά σας;

- Μετά την "αναγνώριση" της Αντίστασης, το 1983 - '84, έκανα τα χαρτιά μου για να βγάλω αναπηρική σύνταξη. Είχα σιγουριά ότι ένας κρατούμενος γερμανικού στρατοπέδου θα έπαιρνε σίγουρα και γρήγορα σύνταξη. Στο δικαστήριο που έγινε απέρριψαν την αίτησή μου, γιατί βρήκαν "ελλιπή" τα δικαιολογητικά.Τι παραπάνω στοιχεία ζητούσαν από το πιστοποιητικό του "Ερυθρού Σταυρού" που τους προσκόμισα; Εγινε νέο δικαστήριο και πάλι την απέρριψαν. Στο τρίτο δικαστήριο, μου ενέκριναν το χαμηλότερο ποσοστό αναπηρίας με 20%. Σήμερα, μου "ξεπληρώνουν" τόσα χρόνια φυλακής με 51.000 δραχμές το μήνα.

Συνεχίζουν τον εμπαιγμό

- Η Γερμανία ισχυρίζεται ότι εξόφλησε τις θηριωδίες της. Σήμερα, όμως, η Ελλάδα ζητά την πληρωμή πολεμικών επανορθώσεων. Πιστεύετε ότι η Γερμανία θα δώσει τις επανορθώσεις, τη στιγμή που η κυβέρνηση δεν πιέζει τους νέους μας "συμμάχους";

- Υπάρχουν δυνατότητες να πάρουμε αυτά που δικαιούμαστε. Ομως, όσο υπάρχουν κυβερνήσεις με λογική υποτακτικού, δεν πρόκειται να παρθεί ποτέ δεκάρα.Η κυβέρνηση είπε στον κρατούμενο, στη χήρα του σκοτωμένου, σ' αυτόν που του έκαψαν το σπίτι να πάει στον κοινοτάρχη και τον δήμαρχο, για να διεκδικήσει αυτά τα τεράστια κονδύλια. Μα, αυτό είναι κοροϊδία. Συνεχίζουν να εμπαίζουν τον καταταλαιπωρημένο κόσμο.Το ελληνικό κράτος είναι υποχρεωμένο να διεκδικήσει όσα δικαιούμαστε. Τώρα, πριν κι εμείς οι τελευταίοι επιζώντες φύγουμε από τη ζωή.

Τα ιδανικά μάς κρατούν ζωντανούς

- Γνωρίζοντας ότι αν ξαναζούσατε θα περνούσατε πάλι τα ίδια, θα το κάνατε ξανά;

- Ναι, ανεπιφύλακτα.Αν κάτι μας κράτησε στη ζωή και αντέξαμε και στις φυλακές των Γερμανών και τις άλλες διώξεις, ήταν τα υψηλά ιδανικά. Το πρώτο και σπουδαιότερο, το ιδανικό της ειρήνης. Προπαντός, όσοι ζήσαμε τα στρατόπεδα της Γερμανίας, ξέρουμε τι σημαίνει ειρήνη και τι θα πει πόλεμος.Κι όταν εμείς διαδηλώνουμε για την ειρήνη, δεν το κάνουμε για να περάσει η ώρα. Ξέρουμε πως, αν δεν υπάρχει ειρήνη, θα υπάρξουν κρεματόρια.Υπάρχουν κι άλλα ιδανικά: Τα ιδανικά μιας κοινωνίας χωρίς ναρκωτικά, χωρίς πείνα, χωρίς ανέργους. Αυτά τα ιδανικά μάς κρατούσαν και μας κρατάνε ακόμα στη ζωή. Και συνεχίζουμε να παλεύουμε γι' αυτά. Για την ειρήνη και την αλλαγή της κοινωνίας.

- Αξίζει γι' αυτά τα ιδανικά να περάσει κανένας τόσες κακουχίες, να αφιερώσει ακόμα και τη ζωή του;

- Ναι. Εγώ θα έλεγα όχι μόνο μια φορά κι άλλες τρεις φορές ακόμα.Αξίζει. Γιατί, όπως λέει ο ποιητής: "Αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, αν δεν καούμε εμείς, πώς θα γενούνε τα σκοτάδια λάμψη;".Μέσα σ' αυτές τις δυο κουβέντες, κλείνονται όλα. Αξίζει ο κόπος. Αξίζει το κρεματόριο. Αξίζει η μάντρα της Καισαριανής. Αξίζουν μπροστά σ' όλα αυτά τα ιδανικά.

Να μη λείψει η αντίσταση

- Στη σημερινή εποχή, που βασιλεύει ο ατομισμός και το βόλεμα, αυτές τις αξίες, που σας έκαναν να μείνετε όρθιοι, κάποιοι τις θεωρούν ξεπερασμένες. Προσπαθούν να διαπαιδαγωγήσουν τη νεολαία με άλλες "αξίες". Εσείς, με όλα όσα είδαν τα μάτια σας, τι μήνυμα θα δίνατε στα νέα παιδία;

- Θα τους έλεγα να συμμετέχουν σε κάθε συγκέντρωση για την ειρήνη. Να πρωτοστατούν, όπου βλέπουν κοινωνικούς αγώνες για το ψωμί του πατέρα τους, για τη δουλιά του πατέρα τους, που μπορεί να τη χάσει αύριο.Για κάποιο μεγαλύτερο, που αδιαφορεί γι' αυτά, εμείς δε θα πούμε "άξιος της τύχης του", όσο ζούμε. Θα είμαστε πάντα δίπλα του και θα του λέμε "κάνε αγώνα να μην γίνεις άνεργος, να μην πεθάνει το παιδί σου με τη σύριγγα στη φλέβα".Δεν μπορεί να κωφεύουν όλοι. Γιατί, αν δεν αντισταθούμε σήμερα στους πολεμοχαρείς, αυτοί που τώρα λέγονται "σύμμαχοι" δε θα διστάσουν, αν θα 'ρθει η ώρα, να ξανανοίξουν πάλι κρεματόρια.

Παναγιώτης ΖΑΒΟΥΔΑΚΗΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ