Κυριακή 13 Δεκέμβρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 60
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Ενανθρώπισε μύθους

Για την ιδεολογική αφετηρία και εξέλιξη του Βάρναλη παραθέτουμε το παρακάτω εύγλωττο απόσπασμα κειμένου του δασκάλου και συντρόφου του Δημήτρη Γληνού.

" (...) Η αστική Ελλάδα είχε νικήσει σε δύο μεγάλους πολέμους μέσα σε λίγα χρόνια, στα 1912 - 13 και στα 1918. Οι ραψωδοί της φυλής άρχισαν μεγαλόστομα να τραγουδούν τις νέες δόξες πλάι στις παλιές. Ο Παλαμάς είχε αρχίσει παλαιότερα με το "Δωδεκάλογο του γύφτου" και τη "Φλογέρα του βασιλιά" και ο Σικελιανός με τη "Συνείδηση της φυλής μου" το "Πάσχα των Ελλήνων" και άλλα.

Ο Βάρναλης απάνω σ' αυτή τη στιγμή έρχεται στο Παρίσι. Ο ορίζοντάς του, μόλις βγήκε από την Ελλάδα, πλαταίνει τεράστια. Θέλει να γίνει αυτός πνευματικός οδηγός του λαού του, να τραγουδήσει καλύτερα από όλους τους άλλους, να σύρει τα πλήθη πίσω από την ορφική του λύρα. Και γράφει τον "Προσκυνητή". Και όμως αυτό το "Ασμα πρώτο" του ιδεαλισμού του ήταν το τελευταίο. Σε λίγο καιρό γίνεται μέσα του ένας τέτοιος τεράστιος κριτικός διαφωτισμός, όπου το σύμπαντο κυριολεκτικά αναποδογυρίζεται. Σχεδόν ταυτόχρονα ή αμέσως μετά τον "Προσκυνητή", αρχίζει να γράφει "Το φως που καίει".

Στο Παρίσι, ήρθε σε αμεσότατη επαφή με τις μεγάλες κοινωνικές αντιθέσεις. Ο Ρομάν Ρολλάν, ο Μπαρμπύς τον επηρεάζουνε. Ακούει την κριτική των αριστερών για το μεγάλο πόλεμο. Στο βάθος του ορίζοντα ξεχωρίζει τις τεράστιες φλόγες της ρούσικης επανάστασης. Και τότε γίνεται μέσα του η οριστική μεταστροφή. Ο νατουραλισμός του, η επικούρεια διάθεσή του, που δεν εύρισκαν τρόπο να συνδυαστούν αρμονικά με μια ποίηση εθνική, θρησκευτική και ιδεαλιστική, βρέθηκαν συνταιριασμένοι εξαίρετα με τη φλογερή σαρκαστική ορμή, που ξυπνάει τώρα μέσα του και με το διαλεχτικό ματεραλισμό, που καταχτάει το νου του σαν ένα ψυχόρμητο. Ο Βάρναλης βρήκε τον αληθινό εαυτό του (...)

Τώρα μπορεί πια να επιχειρήσει τον τεράστιο άθλο να βάλει να μιλήσουνε ανθρώπινα και νοητά από τους σημερινούς ανθρώπους, τον Προμηθέα και τον Χριστό και την Παναγία και τον Σωκράτη. Οι άδειες σκιές, τα σκέλεθρα της ιστορίας περπάτησαν ανάμεσά μας, μίλησαν τη γλώσσα μας, άγγιξαν την καρδιά μας. Από τον καιρό που πρωτογράφει "Το φως που καίει" ίσαμε σήμερα, μια ενιαία γραμμή θαυμαστής συνοχής και ζωντάνιας διαπνέει το έργο του Βάρναλη.

Η τέχνη του έφτασε στη μεγαλύτερη τελειότητά της. Ο στίχος του λαμπερός και συνάμα λεπτός, κάθε του λέξη ακριβοζυγιασμένη, μεστή από το νόημά της, αστράφτει με όλα της τα πλούτη. Αρμονικός σ' όλους του χρωματισμούς, λυγερός, τρυφερός, σαρκαστικός, σπαθάτος, κοφτερός, οργισμένος, καλοσυντεμένος, βαθύς, λαγαρός, όλος φως, όλος μουσική ο στίχος του Βάρναλη.

Μα ταυτόχρονα ο Βάρναλης φτάνει και στην κορφή της πρόζας. Πρώτος και μόνος αυτός, συνδυάζοντας στον τόπο μας την τέλεια κατοχή και της στιχουργικής μαεστρίας και της πεζογραφικής τελειότητας γράφει τον πιο καθαρό, τον πιο πλαστικό, τον πιο υποταγμένο, μα και τον πιο ορμητικό, τον πιο αρμονικό και τον πιο δυνατό πεζό λόγο στην Ελλάδα (...)".


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ