«Δώστου κλότσο να γυρίσει, παραμύθι ν' αρχινήσει»... Κι κει στο παραγώνι, δίπλα στον αργαλειό και καθώς το χιόνι των ημερών σκέπαζε σκεπές και καλντερίμια, ένας κόσμος πνικτικός ξετυλιγόταν. Πουλιά και λουλούδια, τα πεφταστέρια, τα ζωντανά του δάσους, οι καλομοίρες και τα ξωτικά, οι νεράιδες και τα παγανά αργότερα.
Αυτές ακριβώς τις μέρες, θυμάμαι την εκατοχρονίτισσα προγιαγιά μου, την Ελεονώρα από το Ναζλί Αϊδινίου της Μικρασίας. Ηταν μια ανεξάντλητη πηγή παραμυθιών που θα ζήλευαν δικοί μας και ξένοι παραμυθάδες, προσφέροντας ένα λαογραφικό θησαυρό που χάθηκε μαζί της, καθώς μετά τη μικρασιατική καταστροφή, ακολούθησαν «χρόνια δίσεκτα και χρόνια οργισμένα».
Υστερα μικρές σιωπές και να, ακουγόταν ο άγριος λύκος, το σφύριγμα του ανέμου, το πορτόφυλλο που χτυπάει στο καλύβι της μάγισσας, η βροχή και το δρολάπι. Ζωντάνευαν μπροστά στα μάτια μας χιονοσκέπαστα δάση, δροσοσταλίδες και δροσουλίτες, με χίλια χρώματα στην καταχνιά του δάσους. Τα βρύα των δέντρων μεταμορφώνονταν σε γενειάδες και οι σκίουροι, πλησίαζαν να πάρουν φουντούκια από την ποδιά της...
...Φαίνεται ν' αποκοιμήθηκα σε μια ονειρική περιπλάνηση των παιδικών χρόνων, όταν με ξύπνησε ο εγγονός του γείτονα, ζωσμένος με πλαστικά όπλα τελευταίου τύπου κι ένα φορητό ηλεκτρονικό video-παιχνίδι, με φρικώδεις ράμπο και υπεργήινα τέρατα ν' αλληλοσφάζονται μέσα σε ποταμούς αιμάτων.
- Μην ανησυχείς παππού, προσπάθησε να με καθησυχάσει όταν είδε την αποδοκιμασία στα μάτια μου. - Παραμύθια και... ντοματόζουμο είναι!