Παρασκευή 22 Φλεβάρη 2013
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
19ο ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΚΚΕ - ΠΡΟΣΥΝΕΔΡΙΑΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ενας είναι ο εχθρός, ο αντιιμπεριαλισμός;

Συνέρχεται το 19ο Συνέδριο του Κόμματός μας με στόχο τη σύνταξη νέου Προγράμματος και Καταστατικού. Προηγήθηκε μία περίοδος ασάφειας και ανικανότητας ιδεολογικής παρέμβασης σε οποιοδήποτε θέμα απασχολούσε το λαό, καθώς προγευόμασταν τις αλλαγές. Ταλαντευόμασταν ανήμποροι να προβάλουμε θέση. Ψευτοδιλήμματα το ευρώ, η ΕΕ και η αποδέσμευση, το μνημόνιο και οι κατακτήσεις που χάνονταν, η εθνική ανεξαρτησία και η εξαρτημένη Ελλάδα, ο φασισμός και οι δημοκρατικές ελευθερίες, το χρέος και η άρνηση πληρωμής του. Το χρέος αρχικά θα κρινόταν στη λαϊκή εξουσία, αφού η μονομερής διαγραφή εκτμήθηκε ενσωματώσιμη, το δημοψήφισμα θεωρήθηκε παγίδα ώστε να τσουβαλιαστούμε με το υποτιθέμενο όχι του Σαμαρά (άμεση διάψευση).

Το σκιάχτρο των σταδίων οδήγησε στην ιδεολογικοπολιτική παράλυση. Βάλλεται ευθέως ο πυρήνας του Προγράμματος, η μαρξιστικολενινιστική ανάλυση. Ο λαός δέχεται το απειλητικό σύνθημα από όλους τους μηχανισμούς του συστήματος «ή μνημόνιο ή δραχμή», η υποτέλεια των ελληνικών κυβερνήσεων παραβλέπεται ως «αθώωσή τους», ενώ εκφράζει την εξάρτηση της κρατικομονοπωλιακής Ελλάδας και η αποτίναξή της συνδέεται αδιάρρηκτα με την αποδέσμευση και τις εθνικοποιήσεις βασικών συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής.

Σήμερα αυτή η καθοριστική θέση του Προγράμματος φαντάζει διαχείριση, όπως και το κριτήριο για τα συμμαχίες, η συνεκτική ΑΑΔ γραμμή πάλης. Κανένα στοίχημα με την ιστορία και κανένας αφ' υψηλού θεωρητικός εκβιασμός του λαού (ή μνημόνιο ή σοσιαλισμός) δεν είχε θέση εδώ. Η γραμμή της κυρίαρχης τάξης θα οδηγούνταν στα βράχια με την εκδήλωση καπιταλιστικής κρίσης και τη συρρίκνωση της εγχώριας παραγωγικής βάσης, όπως και έγινε. Ενας πόλεμος, χωρίς το υποτιθέμενο λάθος των γραμμάτων του Ζαχαριάδη, είναι απαραίτητος για να κρατήσουμε τα φανταστικά όπλα παρά πόδα: «Περνούμε από το γενικό ή θεωρητικό μέρος του Προγράμματος στο Πρόγραμμα-μίνιμουμ.

Εδώ συναντούμε αμέσως μία «πολύ ριζοσπαστική», φαινομενικά και πολύ αστήρικτη πρόταση των συντρόφων Ν. Μπουχάριν και Β. Σμιρνόφ να εξοστρακιστεί εντελώς το πρόγραμμα-μίνιμουμ. Ο χωρισμός, λένε, σε πρόγραμμα-μάξιμουμ και πρόγραμμα-μίνιμουμ «έχει παλιώσει», τι μας χρειάζεται εφόσον πρόκειται για το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Δε χρειάζεται κανένα πρόγραμμα-μίνιμουμ, αλλά ένα άμεσο πρόγραμμα μεταβατικών μέτρων προς το σοσιαλισμό... Δε θέλουμε «να ζητήσουμε τίποτα "από την αστική τάξη", αλλά να δημιουργούμε οι ίδιοι, δε θέλουμε να ασχολούμαστε με μικροπράγματα στα πλαίσια του αστικού καθεστώτος. Αυτό θα ήταν κούφιος κομπασμός, γιατί πρώτα πρέπει να κατάκτήσουμε την εξουσία, ενώ εμείς δεν την κατακτήσαμε ακόμη.» (Λένιν, «Απαντα», τόμος 13) και συνεχίζει για την αναγκαιότητα τέτοιου προγράμματος και μετά τη νίκη, μέχρι να διασφαλιστεί η νέα εξουσία.

Η διάκριση της μενσεβίκικης και της μπολσεβίκης έννοιας του σταθμού, συνειδητά αποκρύπτεται : «Οι Γερμανοί κομμουνιστές είναι κομμουνιστές, γιατί μέσα από όλους τους ενδιάμεσους σταθμούς και συμβιβασμούς, που δεν τους δημιούργησαν αυτοί, αλλά η πορεία της ιστορικής εξέλιξης, βλέπουν καθαρά και επιδιώκουν συνεχώς τον τελικό σκοπό... Οι 33 μπλανκιστές είναι κομμουνιστές, γιατί φαντάζονται πως, μια που αυτοί θέλουν να υπερπηδήσουν τους ενδιάμεσους σταθμούς και τους συμβιβασμούς, η δουλειά πάει πρίμα και πως, αν "αρχίσει" αυτές τις μέρες -πράγμα που το πιστεύουν απόλυτα- και η εξουσία περάσει στα χέρια τους, τότε μεθαύριο "θα εφαρμοστεί κιόλας ο κομμουνισμός". Συνεπώς, αν δεν μπορούν να το κάνουν αυτό αμέσως, τότε θα πει πως δεν είναι κομμουνιστές. Τι παιδική αφέλεια να προβάλλεις την ατομική σου ανυπομονησία σαν θεωρητικό επιχείρημα!» (Λένιν από Ενγκελς, «Αριστερισμός»).

«Για τον ιμπεριαλισμό είναι χαρακτηριστική η τάση ακριβώς για προσαρτήσεις όχι μόνο αγροτικών περιοχών (ισχυρισμός Κάουτσκι), αλλά ακόμη και των πιο βιομηχανικών. Δεύτερο, το ουσιαστικό για τον ιμπεριαλισμό είναι ο ανταγωνισμός μερικών μεγάλων Δυνάμεων που τείνουν προς την ηγεμονία, δηλ. προς το άρπαγμα εδαφών όχι τόσο άμεσα για τον εαυτό τους, όσο για την εξασθένιση του αντιπάλου και την υπόσκαψη της ηγεμονίας του... Χαρακτηριστικές γι' αυτήν την εποχή δεν είναι μόνο οι δυο βασικές ομάδες χωρών: οι χώρες που κατέχουν αποικίες και οι αποικιακές χώρες, αλλά και οι ποικίλες μορφές των εξαρτημένων χωρών που πολιτικά, τυπικά είναι ανεξάρτητες, στην πράξη όμως είναι μπλεγμένες στα δίχτυα της χρηματιστικής και διπλωματικής εξάρτησης» («Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού»).

Ο Λένιν δεν ξεγλίστρησε από την πραγματικότητα με κάποιον ευφάνταστο όρο, όπως «ανισότιμη αλληλοπροσάρτηση» για το αποικιοκρατικό Βέλγιο, που παρουσίασε ως γερμανική προσάρτηση. «Αυτοδιάθεση των εθνών ονομάζεται η πολιτική ανεξαρτησία τους. Ο ιμπεριαλισμός τείνει να την παραβιάσει, γιατί σε συνθήκες πολιτικής προσάρτησης η οικονομική προσάρτηση είναι συχνά βολικότερη, φτηνότερη (είναι ευκολότερο να εξαγοράσει κανείς τους υπαλλήλους, να πετύχει εκχωρήσεις, να περάσει έναν ευνοϊκό νόμο κτλ), ευκολότερη, ησυχότερη - έτσι ακριβώς όπως ο ιμπεριαλισμός τείνει να αντικαταστήσει τη δημοκρατία γενικά με την ολιγαρχία» (Λένιν, «Σχετικά με τη γελοιογραφία του μαρξισμού»).

Καταλήγουμε σε ένα μεταμοντέρνο κατασκεύασμα εκτός τόπου (εθνικές ιδιαιτερότητες) και χρόνου (ασαφής (υπερ)ιμπεριαλισμός). « Ολα τα έθνη θα φτάσουν στο σοσιαλισμό, αυτό είναι αναπόφευκτο, αλλά δε θα φτάσουν όλα εντελώς με τον ίδιο τρόπο, το καθένα θα εισάγει μια ιδιομορφία στη μια ή στην άλλη μορφή δημοκρατίας, στη μια ή στην άλλη ποικιλομορφία της δικτατορίας του προλεταριάτου, στον ένα ή στον άλλο ρυθμό των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών...» (στο ίδιο).

Δεν αναφερόμαστε στο διάστημα ανάμεσα στην εκδήλωση επαναστατικής κατάστασης και την έναρξη της επαναστατικής διαδικασίας, ούτε στη διαδικασία ως τέτοια, απλά ως άθροισμα διαταγμάτων. «Είναι σαν να πρόκειται να συνταχθεί από το ένα μέρος ένας στρατός που θα πει: «εμείς είμαστε υπέρ του σοσιαλισμού», και από το άλλο, ένας άλλος στρατός που θα πει: «εμείς είμαστε υπέρ του ιμπεριαλισμού», κι αυτό φαντάζονται ότι θα είναι κοινωνική επανάσταση!.. Οποιος περιμένει μια «καθαρή» κοινωνική επανάσταση δε θα την δει ποτέ του.» (Λένιν, «Τα αποτελέσματα της συζήτησης για την αυτοδιάθεση»).

Τα υπαρκτά ζητήματα που μπορούν να πυροδοτήσουν τη ρήξη με την εξουσία του κεφαλαίου, ωριμάζοντας τον υποκειμενικό παράγοντα, εξοβελίστηκαν, οπότε διυλίζουμε τον κώνωπα οικοδομώντας ιδεατά στρουμφοχωριά. Ταυτόχρονα, είμαστε «καταδικασμένοι» να επικαλούμαστε το πρόσφατο παρελθόν, παρ΄ότι οι «νέες» αναλύσεις θα κατέτασσαν το Μάαστριχτ στα ψευτοδιλήμματα και από τα ερείπια της Γιουγκοσλαβίας θα έπρεπε να ξεθάψουμε κάποια αλληλεξάρτηση, λιγάκι «ανισότιμη».

«Το ζήτημα δεν είνε να ξέρεις ανακατωτά κι απέξω το Μαρξ και το Λένιν. Αυτό μπορεί να το κάνει κι ο πρώτος ηλίθιος αριθμομνήμων. Το ζήτημα είνε να κάνεις ζωντανή, δημιουργική, λαϊκή πολιτική» (Ν. Ζαχαριάδης, «Τα δύο βασικά προβλήματα»). Εμείς αποτύχαμε και στα δύο, υποδυόμενοι το πρώτο, ότι ενεργούμε «κατά τας γραφάς». Τώρα επισημοποιούμε τη διάσταση με την πραγματικότητα, την ιστορία και την κοσμοθεωρία μας.


Δημήτρης Τσιμπινός
Γέρακας


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ