Δύο μόλις μήνες μετά, στις 15 Μάη, αυτοπαρουσιάστηκε ο «Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης» ως «ώριμη πολιτική ανάγκη». Κατά πόσο λοιπόν η συνεύρεση δυνάμεων στο πλαίσιο του «Χώρου» προωθεί και ποια ενότητα δράσης; Υπηρετεί αυτή το «γενικό» μέσα από το «μερικό»; Θεμελιώθηκε μια πλατιά συσπείρωση ή συμμαχία δυνάμεων και κυρίως αυτών που «οραματίζονται και προτείνουν μια άλλη κοινωνία»;
Οι απαντήσεις βγαίνουν αβίαστα από τα ίδια τα ντοκουμέντα του «Χώρου», από τη σύντομη πορεία του που τον καταγράφει ως μια συνεύρεση δυνάμεων, που παρεμβαίνει ευκαιριακά, καμπανιακά, για ζητήματα που αναδεικνύει η κάθε φορά συγκυρία, με αιτήματα και στόχους ξεπερασμένα, πίσω ακόμη και το επίπεδο του ίδιου του μαζικού λαϊκού κινήματος. Αλλωστε ομολογεί ότι το πολιτικό του πλαίσιο «δεν μπορεί να είναι παρά αυτό που αναδεικνύει η συγκυρία»!
Η τοποθέτησή του στις εξελίξεις για την Κοινωνική Ασφάλιση υπηρέτησε - ανεξαρτήτως προθέσεων μεμονωμένων συνιστωσών του «Χώρου» - την προσπάθεια χαλιναγώγησης και παροπλισμού του λαϊκού κινήματος. Ενός κινήματος στην ανάπτυξη του οποίου συνέβαλε το ΠΑΜΕ με τη δράση του, προβάλλοντας συγχρόνως στόχους πάλης για Κοινωνική Ασφάλιση με βάση τις σύγχρονες ανάγκες των εργαζομένων. Στα πλαίσια αυτού του κινήματος, δόθηκαν δείγματα πραγματικής ενότητας δράσης και όχι τεχνητών συγκολλήσεων. Για την Κοινωνική Ασφάλιση πάλεψαν από κοινού εργάτες, αγρότες, μικρομεσαίοι, νεολαίοι, οι φορείς και τα επιμέρους κινήματά τους. Ενώπιόν τους το ΚΚΕ έθεσε στόχους ευδιάκριτους στην κατεύθυνση μιας πολύ καθαρής προοπτικής, που με «όρους Αριστεράς» σημαίνει να κατευθύνει την πάλη στη σύγκρουση, με τις γενεσιουργές αιτίες των προβλημάτων.
Υπήρξαν και δυνάμεις, όπως ο «Χώρος» που επιχείρησαν να σύρουν το κίνημα πίσω από ένα πλαίσιο κοντόθωρο, που δεν απαντούσε στις σύγχρονες ανάγκες του λαού. Αποκάλυψαν στην πράξη ότι καμία διάθεση δεν έχουν να εργαστούν, ώστε η κοινή δράση που επιτεύχθηκε στα πλαίσια του κινήματος για την Κοινωνική Ασφάλιση, να ριζώσει, να βαθύνει, να επεκταθεί παραπέρα και σε άλλα ζητήματα. Αποκάλυψαν τελικά το τι περιεχόμενο δίνουν στην πολυθρύλητη «ενότητα δράσης». Αλλωστε η επιδίωξή τους για παρέμβαση με βάση τη συγκυρία, υπονομεύει την ανάπτυξη ενός μαχητικού, ενωτικού, λαϊκού κινήματος με σύγχρονα ώριμα αιτήματα στο σήμερα και προοπτική σύγκρουσης με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό στο αύριο.
Πόσο όμως αυτή η προοπτική μπορεί να αποτελέσει πυξίδα για το λαϊκό κίνημα, να προσανατολίσει τη δράση και την πάλη του; Η «άλλη» κοινωνία δεν προσδιορίζεται, ούτε επίσης με ποιο τρόπο οι άνθρωποι θα υπερτερήσουν των κερδών (δε λένε να τα καταργήσουν). Επιμελώς «θολό» και συγκεχυμένο. Ακριβώς γιατί αν προσδιοριστεί η «άλλη» κοινωνία θα προσδιοριστεί ως σοσιαλιστική και η επίτευξη αυτής της κοινωνίας περνά μέσα από την όξυνση της ταξικής λαϊκής πάλης, τη σύγκρουση με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, σημαίνει κατάργηση των εκμεταλλευτικών καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Μακριά όμως από το «Χώρο» κάθε τέτοια προοπτική. Απορρίπτει άλλωστε μετά βδελυγμίας κάθε προσπάθεια για συγκέντρωση δυνάμεων σε ένα λαϊκό μέτωπο πάλης, που θα συγκρουστεί με τα μονοπώλια και τον ιμπεριαλισμό, για το σοσιαλισμό.
Αντιθέτως επιχειρεί να μπολιάσει τις λαϊκές συνειδήσεις μέσα από τέτοια εύηχα προπαγανδιστικά συνθήματα με μυθεύματα, όπως το ότι οι εργαζόμενοι μπορούν να λύσουν τα ζωτικά προβλήματά τους στα πλαίσια του καπιταλισμού. Με καλύτερη διαχείριση, με πολιτική ρύθμιση της παγκοσμιοποίησης, θεωρίες δηλαδή που ρίχνουν νερό στο μύλο της σοσιαλδημοκρατίας, που αποδίδουν στρατηγικές επιλογές των πολιτικών εκπροσώπων της αστικής τάξης σε λάθη προσωπικών επιλογών (βλέπε την προπαγάνδα του ΣΥΝ περί «καλού και κακού ΠΑΣΟΚ»). Κι αυτό παρότι γνωρίζουν καλύτερα από τον καθένα πως «κοινωνικό κράτος», δεν μπορεί να υπάρξει σε μια ταξική εκμεταλλευτική κοινωνία και πως η ιμπεριαλιστική βαρβαρότητα δεν «απαλύνεται» με μια άλλη διαχείριση.