Κυριακή 23 Απρίλη 2000
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 8
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ποια η «νέα» εξωτερική πολιτική;

Η επανατοποθέτηση του Γ. Παπανδρέου στη θέση του υπουργού Εξωτερικών περιγράφει την επιθυμία για μια αδιατάρακτη συνέχεια της πορείας, που ήδη έχει χαραχτεί, για την εξωτερική πολιτική της χώρας.

Ο Γ. Παπανδρέου, κατόρθωσε μέσα σε ένα χρόνο να οδηγήσει την εξωτερική πολιτική πολύ κοντά στους μύχιους στόχους που προϋπήρχαν μεν, δεν ήταν δυνατό να διακηρυχτούν δε. Στην τελευταία της περίοδο η προηγούμενη κυβέρνηση με υπουργό Εξωτερικών τον Γ. Παπανδρέου, κατάφερε να οδηγήσει, χωρίς πολιτικό κόστος, την εξωτερική πολιτική της χώρας, προς αποφασισμένες, αλλά ανομολόγητες κατευθύνσεις. Το γεγονός αυτό, προφανώς, επέτρεψε στον Γ. Παπανδρέου, σε άρθρο του σε ελληνοαμερικανικό επιστημονικό περιοδικό και μάλιστα κατά την προεκλογική περίοδο, να μιλήσει για «αναθεώρηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής».

Ωστόσο, για να ολοκληρωθεί και τυπικά αυτή η διαδικασία θα πρέπει να συζητηθούν, να διατυπωθούν και να διακηρυχτούν οι «νέες θέσεις» που θα ταυτίζονται με την πραγματικότητα που έχει ήδη διαμορφωθεί στην εξωτερική πολιτική της χώρας. Αυτό, φαίνεται πως θα είναι το «έργο» της νέας τετραετίας και υπό την έννοια αυτή έχει κάποιο ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς την ομιλία του Γ. Παπανδρέου αύριο στη Βουλή, στη συζήτηση για τις προγραμματικές θέσεις της κυβέρνησης αν και δε θα πρέπει να αναμένει «ανατρεπτικές» διακηρύξεις. Αλλωστε οι «στροφές» στην εξωτερική πολιτική απαιτούν πολύ χρόνο και είναι «ανοιχτές» απλώς, για να μην τις αντιλαμβάνεται ο κόσμος.

Ελληνοτουρκικά - Κυπριακό - Βαλκάνια

Η πορεία που διαγράφει η «ανοιχτή στροφή» που επιχειρούν οι ελληνικές κυβερνήσεις απέναντι στην Τουρκία χάνεται πίσω από το 1993, όταν ο Κ. Μητσοτάκης, δέχτηκε την αναβάθμιση των ευρωτουρκικών σχέσεων με «αντάλλαγμα» φρούδες ελπίδες για «ικανοποιητική εξέλιξη» στην υπόθεση των Σκοπίων.

Από τότε οι κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ έχουν, σχεδόν, ολοκληρώσει τη στροφή στα ελληνοτουρκικά. Ο Α. Παπανδρέου δέχτηκε την Τελωνειακή Ενωση της Τουρκίας με την ΕΕ και ο Κ. Σημίτης με το Γ. Παπανδρέου αποδέχτηκαν την «ενταξιμότητα» της Τουρκίας στην Κοινότητα.

Σε κάθε ένα από αυτά τα βήματα η εξωτερική πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων πραγματοποιούσε βηματάκια προσαρμογής στις «νέες συνθήκες». Στην τελευταία περίπτωση, όπου η Τουρκία απέσπασε το καθεστώς της «υπό ένταξη χώρας», η ελληνική κυβέρνηση με βάση τα Συμπεράσματα του Συμβουλίου Κορυφής του Ελσίνκι, αναγνωρίζει την ανάγκη να συζητήσει με την Αγκυρα τις εκκρεμείς συνοριακές της διαφορές. Το «εφεύρημα» που χρησιμοποιεί η Αθήνα λέγοντας πως «εμείς δεν αναγνωρίζουμε άλλη διαφορά πέρα από τον καθορισμό της υφαλοκρηπίδας», είναι απλώς για εσωτερική κατανάλωση. Η πραγματικότητα είναι πως η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σε κινήσεις για τη βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων με το διάλογο για θέματα «χαμηλής πολιτικής» την ίδια στιγμή που η Αγκυρα είχε «εγγράψει», με την υπόθεση των Ιμίων τις αμφισβητήσεις επί του ελληνικού εδάφους. Με άλλα λόγια, η Αθήνα προχωρά στη δημιουργία μιας «φιλικής ατμόσφαιρας» στα ελληνοτουρκικά, προκειμένου να δημιουργηθούν οι συνθήκες εκείνες που θα επιτρέψουν τη συζήτηση επί των αμφισβητήσεων που έχουν «εγγραφεί», ντε φάκτο, στη διπλωματική ατζέντα των δύο χωρών. Αλλωστε, είναι «κοινό μυστικό» πως οι υπηρεσίες του υπουργείου Εξωτερικών, τουλάχιστον τα γραφεία του υπουργού, προετοιμάζονται για μια «εμβάθυνση» των ελληνοτουρκικών συζητήσεων, αναγνωρίζοντας σε «εμπιστευτικές» εξομολογήσεις πως «με την Τουρκία έχουμε να συζητήσουμε πολλά, πέρα από την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας». Αλλωστε, η συζήτηση για αυτό το θέμα, για το οποίο η Αθήνα δηλώνει «την ετοιμότητά της να το αντιμετωπίσει», προϋποθέτει απαντήσεις σε μια σειρά αιτιάσεων και αμφισβητήσεων της Αγκυρας. Για παράδειγμα, με πόσα μίλια ελληνικών χωρικών υδάτων θα γίνει η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας; Με 6 ή 12; Οι βράχοι και νησίδες του Αιγαίου, των οποίων το καθεστώς αμφισβητεί η Τουρκία από το '96 με την υπόθεση των Ιμίων, δεν πρέπει άραγε να διευκρινιστεί πριν την οριοθέτηση; Για όλα αυτά τα θέματα θα δεχτεί η ελληνική κυβέρνηση την ετυμηγορία ενός δικαστηρίου, το οποίο και οι πιο καλοπροαίρετοι δεν μπορούν να το αποσυνδέσουν από το πλέγμα και τους μηχανισμούς «επιβολής» της κυριαρχίας και εξυπηρέτησης των συμφερόντων των ισχυρών δυνάμεων σε παγκόσμιο επίπεδο; Τα παραπάνω ερωτήματα, προφανώς είναι ρητορικά, καθώς η ελληνική κυβέρνηση έχει, στην πράξη, απαντήσει καταφατικά και με τις ενέργειές της μεθοδεύει να οδηγήσει τις ελληνοτουρκικές υποθέσεις εκεί ακριβώς όπου θα «επιτευχθεί» μια συνολική διευθέτηση.

Το Κυπριακό, όπως είναι φανερό από την εξέλιξη που παρουσιάζουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, έχει προ πολλού τοποθετηθεί στο «ράφι», έστω κι αν αυτό το ράφι είναι ευρωπαϊκό. Αθήνα και Λευκωσία δημαγωγούν, υποστηρίζοντας πως «έχει διασφαλιστεί η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ ανεξάρτητα από την επίλυση του πολιτικού προβλήματος», πολύ απλώς, γιατί «ξεχνούν» τον προσδιορισμό Νότια. Η αλήθεια είναι άλλη; «Πιθανώς να έχει διασφαλιστεί η είσοδος της Νότιας Κύπρου στην ΕΕ». Αυτό όμως πολύ απέχει από την πάγια θέση περί «δίκαιης λύσης βασισμένης στη δημιουργία μιας Ομοσπονδίας με μία διεθνή παρουσία και εκπροσώπηση». Πρόκειται για ένα ακόμη δείγμα αναθεώρησης της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Οσο για τα όσα πολλά ακούγονται περί έντονης διπλωματικής κινητικότητας και αμερικανικού ενδιαφέροντος, η απάντηση είναι πάλι, πολύ απλή: το Κυπριακό πάντα «λύνεται» λίγο πριν τις αμερικανικές εκλογές...

Ως προς τη «βαλκανική πολιτική» της κυβέρνησης αξίζει μία και μόνο επισήμανση: Η Ελλάδα, αν και η διακηρυγμένη της θέση είναι υπέρ του αμετάβλητου των συνόρων, συμμετέχει στη δύναμη κατοχής του Κοσσυφοπεδίου, η οποία έχει ντε φάκτο μεταβάλει το συνοριακό καθεστώς στην περιοχή. Ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση με την ψευδαίσθηση του μικρού, έστω, τοπικού ιμπεριαλιστή, «διεκδικεί» μερίδιο από την πίτα που δημιούργησε ο πόλεμος κατά της Σερβίας και συμμετέχει σε όλες τις προσπάθειες εκείνες που αποσκοπούν είτε στην ανατροπή της νόμιμα εκλεγμένης γιουγκοσλαβικής κυβέρνησης είτε στον πλήρη αποκλεισμό αυτής της χώρας.


Δημήτρης ΜΗΛΑΚΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ