Με την έναρξη των πρώτων περιοδειών και συνεντεύξεων του Κ. Σημίτη ξεδιπλώθηκε σε όλο το εύρος η προεκλογική τακτική και επιχειρηματολογία του κυβερνώντος κόμματος, την εκλαϊκευση της οποίας αναλαμβάνει, σχεδόν αποκλειστικά, ο ίδιος ο πρωθυπουργός.
Δύο όψεις της προεκλογικής καμπάνιας του Κ. Σημίτη προκαλούν ιδιαίτερη εντύπωση:
Μάλιστα, στο όνομα του "ρεαλισμού" - στην πραγματικότητα πρόκειται για το ρεαλισμό που φτάνει μέχρι την υποδούλωση στους ισχυρούς Ευρωπαίους εταίρους - δε διστάζει να υποστηρίξει ότι έχει περάσει η εποχή που "μπορούσαμε να διαφεντεύουμε τον τόπο μας" και ακόμα ότι "οι αποφάσεις, οι οποίες παίρνονται αλλού είναι καθοριστικές για τον τόπο".Πρόκειται για διαπιστώσεις - επιχειρήματα που επιχειρούν να δικαιολογήσουν τη στάση μοιρολατρίας και εθελοδουλίας του πρωθυπουργού, τα οποία όμως επιχειρεί να τα περάσει στη λαϊκή συνείδηση.
Με άλλα λόγια, ο Κ. Σημίτης με την "προπαγάνδα επιχειρημάτων" που κάνει στην προεκλογική εκστρατεία του έχει μετατραπεί σε έναν ένθερμο κήρυκα της νεοφιλελεύθερης ιδεολογίας, υπερφαλαγγίζοντας κατά πολύ τους "αυθεντικούς" νεοφιλελεύθερους της ΝΔ.
Γενικότερα ο πρωθυπουργός αντιμετωπίζει την προεκλογική εκστρατεία σαν μια ευκαιρία, για να περάσει στα λαϊκά στρώματα νεοφιλελεύθερες ιδέες ως την τελευταία λέξη του "εκσυγχρονισμού" και στη βάση αυτή επιχειρεί να προωθήσει την κοινωνική συναίνεση σε αυτές τις πολιτικές.
Ως "εκσυγχρονιστική" επίσης προβάλλει την άρνησή του να δεσμευτεί προεκλογικά απέναντι σε βασικά λαϊκά αιτήματα και ανάγκες, στο όνομα της "μη παροχολογίας". Στην πραγματικότητα πρόκειται για αντιδραστική στάση, η οποία περιφρονεί επιδεικτικά τις λαϊκές ανάγκες, υπολογίζοντας στη γενικότερη κυριαρχία του συστήματος και στο ότι οι λαϊκές μάζες θα τους ψηφίσουν "θέλοντας και μη".
Είναι φανερό ότι η συνεπής αυτή στάση του πρωθυπουργού ικανοποιεί ιδιαίτερα τα μεγάλα αφεντικά, όμως αυτό δεν αρκεί για να κερδίσει τις εκλογές. Ακόμα και αν έχει εξασφαλισμένη την αμέριστη και πρωτοφανή υποστήριξή τους. Χρειάζεται και την ψήφο των εργαζομένων, για τους οποίους όμως όλο το υπόλοιπο διάστημα δεν κρύβει την "απέχθειά" του. Γι' αυτό επιχειρεί να θολώσει τα νερά, κυρίως μέσα από την προβολή διλημμάτων, τα οποία με αξιοθαύμαστη ευλυγισία απευθύνονται και προς τους "συντηρητικούς και προς τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ".
Το κεντρικό δίλημμα που βάζει η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ στους ψηφοφόρους είναι αρκετά αποκαλυπτικό για τον καθεστωτικό τρόπο σκέψης της: "Πολιτική σταθερότητα με το ΠΑΣΟΚ και τον Κ. Σημίτη ή ανεπιθύμητες περιπέτειες με τη ΝΔ και τον Μ. Εβερτ".
Πρόκειται για την κορύφωση της συντηρητικής προπαγάνδας του ΠΑΣΟΚ, η οποία αναγορεύει το ΠΑΣΟΚ σε δύναμη σταθερότητας του πολιτικού συστήματος, σε δύναμη που εγγυάται ομαλές εξελίξεις προς όφελος των συμφερόντων που αυτό υπηρετεί. Ανάλογα είναι και τα επιμέρους διλήμματα που υποβάλλονται για επιμέρους τομείς της κυβερνητικής πολιτικής, όπως στην εξωτερική πολιτική - "θέλουμε κλυδωνισμούς και περιπέτειες στην εξωτερική πολιτική ή συνέχιση μιας δημιουργικής εξωτερικής πολιτικής με ισχύ και κύρος" - και στην οικονομία, στην οποία δίνεται για ψηφοθηρικούς λόγους έμφαση στην "κοινωνική ευαισθησία" και στην "ανάπτυξη", ταυτόχρονα όμως παρουσιάζεται αποτελεσματικότερη από αυτήν της ΝΔ. Οπως το έθεσε ο Κ. Σημίτης στη συνέντευξή του στην "Ελευθεροτυπία": "Θέλουμε νεοφιλελεύθερους οικονομικούς πειραματισμούς με αβέβαιο μέλλον ή μια συνεπή και αποτελεσματική πολιτική που δημιουργεί ευημερία για όλους;".
Συμπερασματικά, η προεκλογική προπαγάνδα του Κ. Σημίτη διαπερνάται από την κυρίαρχη ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού, είναι διαποτισμένη από τη λογική της υποτέλειας και υποδούλωσης στα ξένα αφεντικά και πασχίζει να αποδείξει στην οικονομική ολιγαρχία ότι η κυβέρνησή του είναι ο καλύτερος και αποτελεσματικότερος πολιτικός εκφραστής των συμφερόντων της.
Είναι ολοφάνερο ότι οι εργαζόμενοι δεν πρέπει να δώσουν ψήφο συναίνεσης και συνενοχής σε αυτή την πολιτική και τους εκφραστές της. Δεν πρέπει να τους δώσουν τέτοια χαρά. Οι εκλογές στις 22 Σεπτεμβρίου είναι μια καλή ευκαιρία να οργανώσουν τη δική τους αντεπίθεση, ενισχύοντας το ΚΚΕ.
Παναγιώτης ΚΑΚΑΛΗΣ