Κυριακή 17 Νοέμβρη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Εκτός από τους μισθούς υπάρχουν και τα κέρδη

Κάθε φορά που οι κυβερνώντες συζητούν για την εισοδηματική πολιτική, αποφεύγουν σαν ο διάβολος το λιβάνι να δουν τις όποιες αυξήσεις μισθών και συντάξεων σε συνάρτηση με την πολιτική κερδών. Επιχειρούν έτσι να αποκλείσουν την αντιπαράθεση εκμεταλλευόμενων με τους εκμεταλλευτές και να φέρουν σε ρήξη τους "υψηλόμισθους" με τους "χαμηλόμισθους"

Το 1997, θα είναι η έβδομη κατά σειρά χρονιά μείωσης της πραγματικής αγοραστικής δύναμης των μισθών και συντάξεων, με τα διάφορα εργαλεία της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής (εισοδηματική, φορολογική κλπ). Ταυτόχρονα, όμως, το 1997 θα είναι μια ακόμη χρονιά γενναίας αύξησης των εισοδημάτων μιας ισχνής μερίδας του ελληνικού λαού, οι οποίοι μοιράζονται μεταξύ τους τα παχυλά κέρδη που εξασφαλίζει στις μεγάλες επιχειρήσεις η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Κάθε φορά, όμως, που η σημερινή κυβέρνηση συζητά για την εισοδηματική πολιτική - όπως και όλες οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις - αποφεύγει σαν ο διάβολος το λιβάνι, να δει τις αυξήσεις μισθών και συντάξεων σε συνάρτηση με την πολιτική κερδών. Ποτέ μέχρι σήμερα οι κυβερνώντες, δεν οργάνωσαν μια συνέντευξη Τύπου και ποτέ δε συζήτησαν στα κανάλια, για τα κέρδη και υπερκέρδη ή ακόμη και για τις ζημιές των επιχειρήσεων,που επηρεάζονται από την εκάστοτε εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική και παράλληλα επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά την οικονομία.

Αντίθετα, οι κυβερνώντες, είναι πάντα πρόθυμοι και συζητούν κάτω από τις τηλεοπτικές κάμερες, για τους "παχυλούς μισθούς" που παίρνουν κάποιες κατηγορίες "προνομιούχων" εργαζομένων, εκφράζοντας έτσι τη... συμπάθειά τους στους "μη προνομιούχους" χαμηλόμισθους με τους μισθούς πείνας. Προσπαθούν έτσι, να εγκλωβίσουν την κοινή γνώμη, στη λογική πως αυτό που μοιράζεται από την πίτα του παραγόμενου πλούτου της χώρας, δεν είναι ολόκληρο το κομμάτι της πίτας (μισθοί - κέρδη), αλλά μόνο το κομμάτι της πίτας"μισθοί".Και στην προσπάθειά τους, να διασπάσουν το συνδικαλιστικό κίνημα των εργαζομένων, κάθε φορά που συζητούν για τη διαμόρφωση της εισοδηματικής πολιτικής, δίνουν απλόχερα στοιχεία για το πόσοι είναι οι υψηλόμισθοι και πόσοι οι χαμηλόμισθοι, επιδιώκοντας να φέρουν τους δεύτερους σε αντιπαράθεση με τους πρώτους.

Τα ίδια έγιναν και φέτος. Δίνοντας την περασμένη βδομάδα στη δημοσιότητα το νέο μισθολόγιο που καθορίζει το ύψος των μισθών και συντάξεων στο δημόσιο για το 1997 (και μέχρι πότε;), η κυβέρνηση Σημίτη αποκάλυψε την πρόθεσή της να παρατείνει την πολιτική μείωσης της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών και συνταξιούχων, ώστε να εξασφαλίσει τη "σταθεροποίηση και ανάπτυξη" των καπιταλιστικών κερδών. Με τη δήλωση του αρμόδιου υφυπουργού, ότι το 1997 δε θα δοθεί το διορθωτικό ποσό του 3,3% (που δικαιούνται για φέτος οι εργαζόμενοι και συνταξιούχοι του δημοσίου) ούτε θα υπάρξει εισοδηματική πολιτική (δηλαδή αυξήσεις του τύπου 2,5% + 2,5%), αλλά μόνο το νέο μισθολόγιο,στην ουσία έχουμε συνέχεια της ίδιας πολιτικής που εφαρμόστηκε στην εξαετία 1990 - 1996.

Μιας πολιτικής, που:

  • μείωσε δραστικά την αγοραστική δύναμη των μισθών και συντάξεων και τίναξε στα ύψη τα κέρδη της μεγάλης ιδιωτικής πρωτοβουλίας, στη λεηλασία των μισθών και συντάξεων που αποδείχτηκε ένα πρώτης τάξεως λίπασμα για την αύξηση των κερδών,
  • το μόνο που πέτυχε, ήταν να έχουν και στην Ελλάδα τιμές Ευρώπης αλλά μισθούς Ασίας.

Μια μικρή - όχι όμως και ολοκληρωμένη εικόνα - για τις συνέπειες που είχε η οικονομική πολιτική των κυβερνήσεων της ΝΔ (Απρίλης 1990 - Οκτώβρης 1993) και του ΠΑΣΟΚ (Οκτώβρης 1993 μέχρι σήμερα), δίνουν τα επίσημα στοιχεία για την εξέλιξη των μισθών και των βιομηχανικών κερδών στην ίδια περίοδο που επεξεργάστηκε και παραθέτει σήμερα ο "Ρ" στη συνέχεια.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ