Κυριακή 20 Ιούνη 1999
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 36
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Ατυχές περιστατικό ή έγκλημα εκ προμελέτης;

Το Μάη του 1998 δημοσιεύτηκαν στον ημερήσιο Τύπο της χώρας ρεπορτάζ με θέμα τον εντοπισμό μεγάλης ποσότητας διοξίνης σε γαλλικά γάλατα και κρέατα. Πληροφορηθήκαμε, τότε, ότι με πρωτοβουλία της γαλλικής μη κυβερνητικής οργάνωσης "Εθνικό Κέντρο Ανεξάρτητης Πληροφόρησης για τα Απόβλητα" (CNIID) συγκεντρώθηκαν και αναλύθηκαν δείγματα βοδινού κρέατος σε εργαστήριο της Γερμανίας. Τα αποτελέσματα έδειξαν την ύπαρξη υψηλών ποσοστών διοξινών. Και τότε το υπουργείο Γεωργίας της χώρας μας δήλωνε ότι δεν υπάρχει κίνδυνος για τους Ελληνες καταναλωτές, με τη διαβεβαίωση ότι οι εισαγωγές βοδινού κρέατος από τη Γαλλία ήταν ελάχιστες.

Το ρεπορτάζ, όμως, δε σταματούσε εκεί. Ανέφερε ότι υπεύθυνα για τη ρύπανση με διοξίνη θεωρήθηκαν τα εργοστάσια καύσης απορριμμάτων και ότι οι υγειονομικές αρχές της Γαλλίας έκλεισαν μερικά από αυτά. Αυτά γράφτηκαν προς το τέλος του Μάη '98 και σχεδόν αμέσως μετά ξεχάστηκαν.

Τα πράγματα εμφανίζονται σήμερα πολύ πιο ανησυχητικά. Τα βελγικά κοτόπουλα ήταν η κορυφή του παγόβουνου. Ακολούθησαν τα βελγικά γάλατα, τα βελγικά γουρούνια και βόδια και κάθε συναφές παράγωγο και επανεμφανίστηκαν τα γαλλικά κρέατα. Τη σκυτάλη πήρε η "Coca Cola" του Βελγίου και της Γαλλίας, ενώ αρχίζουν να κυκλοφορούν τα ονόματα της Ολλανδίας και της Αυστρίας, σε σχέση πάντα με επικίνδυνα διατροφικά προϊόντα.

Αναλύσεις επί αναλύσεων, συνεντεύξεις επί συνεντεύξεων από ειδικούς και "ειδικούς" προσπαθούν να διερευνήσουν και να εκλαϊκεύσουν διάφορες πλευρές του προβλήματος και δεκάδες ανταποκρίσεις από το εξωτερικό προσπαθούν να συνεισφέρουν στην υπόθεση της ενημέρωσης του αναγνωστικού και, στην προκείμενη περίπτωση, του καταναλωτικού κοινού. Ο ημερήσιος απολογισμός των "θυμάτων" θυμίζει πολεμικά ανακοινωθέντα: Τόσοι τόνοι βελγικού κρέατος δεσμεύτηκαν και καταστράφηκαν, τόσοι τόνοι άλλων συναφών παρασκευασμάτων ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο, τόσοι τόνοι άλλων προϊόντων δεσμεύτηκαν, αλλά δεν καταστράφηκαν.

Το ανάθεμα για όλη αυτή τη συμφορά έπεσε στην αρχή αποκλειστικά στο κεφάλι της πολυεθνικής παρασκευής των "διοξινωμένων" ζωοτροφών του Βελγίου, η οποία φέρεται ότι χρησιμοποιούσε μέχρι και καμένα ελαιολιπαντικά. Στη συνέχεια, καθώς νέα διατροφικά εγκλήματα δημοσιοποιούνταν, οι ένοχοι πολλαπλασιάστηκαν. Αποδείχτηκε έτσι, για άλλη μια φορά, ότι οι πολυδιαφημισμένοι "αυστηροί" κοινοτικοί κανονισμοί και οδηγίες, για την "προστασία του καταναλωτή", το μόνο που κατάφερναν ήταν να ρίχνουν στάχτη στα μάτια του κόσμου και, στην ουσία, να λειτουργούν ως πέπλα προστασίας των πολυεθνικών, πίσω από το οποίο μπορούσαν να κερδοσκοπούν με τον πιο βάρβαρο τρόπο, βοηθούσης και της ενιαίας αγοράς, σε βάρος της υγείας δεκάδων εκατομμυρίων εργαζομένων.

Αυτό, όμως, που μέχρι τώρα κρατήθηκε στη σκοτεινή πλευρά της Σελήνης, επειδή η αποκάλυψή του θα έθιγε μεγαλύτερα οικονομικά συμφέροντα, είναι η κύρια πηγή του κακού. Τα καμένα ελαιολιπαντικά, εάν πράγματι αυτά ευθύνονται για την παρουσία διοξινών στις συγκεκριμένες ζωοτροφές του Βελγίου, αποτελούν μια ειδική μόνο περίπτωση.

Ας πάρουμε λοιπόν τα πράγματα με τη σειρά:

  • Ποια είναι η κυριότερη πηγή παραγωγής διοξινών στο περιβάλλον; Η καύση των απορριμμάτων.
  • Ποια είναι η δεύτερη πηγή; Η καύση των επικίνδυνων αποβλήτων.
  • Ποια είναι η τρίτη πηγή;

Η διάθεση της ιπτάμενης τέφρας και της ιλύος που προκύπτουν από τις δύο προηγούμενες περιπτώσεις.

Πού καταλήγουν οι διοξίνες αυτές;

1. Στην ατμόσφαιρα και από εκεί στο έδαφος, απευθείας μεν με την "ξηρή" καθίζηση των ρύπων, έμμεσα δε, μέσω των ατμοσφαιρικών κατακρημνίσεων.

2. Στα υπόγεια και επιφανειακά νερά μέσω των πιο πάνω ατμοσφαιρικών φαινομένων.

3. Στα επιφανειακά νερά, μέσω των εκροών από την επεξεργασία των ρυπασμένων υγρών αποβλήτων έκλυσης των αερίων καύσης.

4. Στο έδαφος (ελεγχόμενα) αλλά σε περίπτωση αστοχίας στα υπόγεια και επιφανειακά νερά των χώρων εναπόθεσης της ιπτάμενης τέφρας, του χρησιμοποιημένου ενεργού άνθρακα (δε διατίθεται σε αποτεφρωτήρες επικίνδυνων αποβλήτων) και της λάσπης, των εγκαταστάσεων επεξεργασίας των ρυπασμένων υγρών έκλυσης.

Και ποια σχέση έχει το Βέλγιο με όλα αυτά;

Τη ΣΤΕΝΟΤΕΡΗ!

Το Βέλγιο είναι μια από τις ευρωπαϊκές χώρες, όπου η καύση, ως μέθοδος διάθεσης των απορριμμάτων, διατηρεί υψηλά ποσοστά, όπως για παράδειγμα η Γαλλία, η Δανία και η Ολλανδία. Με μια όμως επισήμανση: Από τις 20 μεγάλες μονάδες που λειτουργούσαν το 1990, οι 8, μέχρι σήμερα, έχουν ήδη κλείσει επειδή διαπιστώθηκε ότι παραβίαζαν τα επιτρεπόμενα όρια εκπομπής ρύπων. Με άλλα λόγια, επαναλαμβάνεται η ιστορία του γαλλικού γάλατος και κρεάτων σε μια οξυμένη έκδοση.

Μήπως όμως βιαζόμαστε να καταδικάσουμε τον κατηγορούμενο; Μήπως οι σύγχρονες μονάδες καύσης απορριμμάτων, με την υπερσύγχρονη τεχνολογία αντιρρύπανσης, εκπέμπουν αμελητέες ποσότητες διοξίνης, όπως τουλάχιστον ισχυρίζονται οι πολυεθνικές που τις κατασκευάζουν;

Τα στοιχεία είναι αμείλικτα:

Η υπερσύγχρονη "Γραμμή - 5" (αδειοδοτήθηκε στα τέλη του 1998) του εργοστασίου καύσης απορριμμάτων της Κοπεγχάγης με τον ανώτατο βαθμό καθαρισμού αερίων τριών βαθμίδων (ηλεκτροστατικά φίλτρα, δύο πλυντηρίδες αερίων, φίλτρο ενεργού άνθρακα με σακόφιλτρα), επιτρέπεται να εκπέμπει στην ατμόσφαιρα 340.000 pg (πικογραμμάρια) διοξίνης για κάθε τόνο καιόμενων απορριμμάτων, δηλαδή 221.000.000 pg διοξίνης τη μέρα (έχει δυνατότητα 650 τόνων/μέρα, χωρίς να συνυπολογίσουμε τις ποσότητες που αποτίθενται στα άλλα δύο μέσα, το έδαφος και το νερό).

Το πόσο καταστροφικό είναι το νούμερο αυτό θα το αντιληφθούμε αν το συγκρίνουμε με τα 0,42 pg/μέρα που προτείνει η Υπηρεσία Προστασίας Περιβάλλοντος της Αμερικής (ΕΡΑ) ως την ανώτατη ημερήσια ποσότητα διοξίνης που μπορεί να λάβει ένα ώριμο άτομο βάρους 70 κιλών, έναντι του κινδύνου του καρκίνου.

Και μετά από όλα αυτά μόνο μια απορία απομένει: Γιατί τότε, μόνο στα βελγικά προϊόντα και όχι και στα γαλλικά, ή τα δανέζικα, τα ολλανδικά, αφού και αυτές οι χώρες έχουν υψηλά ποσοστά καύσης;

Και ποιος λέει όχι; Ποιος, για παράδειγμα, πιστεύει στα σοβαρά ότι τα περιστατικά στη Γαλλία του Φλεβάρη και του Μάη του '98 ήταν τα μοναδικά; Η ότι το πρόβλημα με το Βέλγιο εμφανίστηκε ξαφνικά την 1/1/99; Εκανε μήπως κανείς ολοκληρωμένη έρευνα ενός πλήρους χρόνου στη Δανία και την Ολλανδία, ώστε να πιάσει όλα τα επεισόδια μεταφοράς ρύπων στη γη και από εκεί, μέσω τις τροφικής αλυσίδας, στα αγροτικά προϊόντα και στα οικόσιτα ζώα;

Ασφαλώς όχι. Οι πολυεθνικές έχουν επενδύσει τεράστια ποσά στις τεχνολογίες καύσης αστικών και επικίνδυνων αποβλήτων και προσδοκούν, ήδη, να τα εισπράξουν στο πολλαπλάσιο. Δεν πρόκειται βέβαια με την πρώτη ή τη δεύτερη, έστω ατυχία που τους αποκαλύπτει να καταθέσουν τα όπλα. Οι πολιτικοί, άλλωστε, εκφραστές τους και οι κάθε λογής μηχανισμοί τους φροντίζουν με το παραπάνω γι' αυτό.

Απ' όλη όμως την ιστορία αυτή, ίσως βγει και κάτι καλό για τον τόπο μας. Τον τελευταίο καιρό οι Σειρήνες της καύσης των απορριμμάτων ξανάπιασαν δουλιά. Μετά την παράλογη περίπτωση της Σαντορίνης, που βρίσκεται σε εξέλιξη, πολύς λόγος (αν και χαμηλόφωνα ακόμη) γίνεται και για την ίδια την Αττική, όπου το σενάριο μιας τεράστιας μονάδας καύσης RDF (μείγμα χαρτιού και πλαστικού από τα απορρίμματα) μέσα στην Αττική φαίνεται να συζητιέται ως ένα πιθανό ενδεχόμενο.

Ας ελπίσουμε ότι η παρατεταμένη εισβολή των διοξινών στη δημόσια ζωή μας (και όχι μόνο κάποιων τροφίμων) θα ηρεμήσει τα πνεύματα. Σε αντίθετη περίπτωση, θα χρειαστεί δουλιά πολλή, ώστε η χώρα μας και ειδικότερα η Αττική να παραμείνει μια περιοχή "ελεύθερη διοξινών", αφού βέβαια εξαλείψουμε πρώτα τις ανεξέλεγκτες χωματερές. Αυτό το χρωστάμε και στον εαυτό μας και στις γενιές που έρχονται.

Μπάμπης ΖΙΩΓΑΣ

Πολιτικός μηχανικός - υγιεινολόγος.

Μέλος του Τμήματος Τοπικής Αυτοδιοίκησης και Περιβάλλοντος

της ΚΕ του ΚΚΕ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ