Πέμπτη 31 Γενάρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Επιχείρηση παραπληροφόρησης

Παπαγεωργίου Βασίλης

Αποφασισμένη να ακολουθήσει τη διαδικασία του διμερούς διαλόγου για όλα τα θέματα που θέτει η Τουρκία, εμφανίζεται η κυβέρνηση και ο υπουργός Εξωτερικών πρόθυμα έχει αναλάβει, ανάμεσα στα άλλα, να προετοιμάσει την κοινή γνώμη για τις επερχόμενες εξελίξεις. Στο πλαίσιο αυτών των προσπαθειών του ο Γ. Παπανδρέου, για το προσεχές δεκαπενθήμερο έχει προγραμματίσει να συναντηθεί δύο φορές με τον Τούρκο ομόλογό του, ενώ χτες ανάλωσε τον χρόνο του σε συνεντεύξεις σε ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς.

Πρωταρχικός στόχος των επικοινωνιακών δραστηριοτήτων του υπουργού Εξωτερικών είναι η συσκότιση. Ο Γ. Παπανδρέου επιχειρεί με συστηματικό τρόπο να αμβλύνει τη μνήμη του ελληνικού λαού, ο οποίος ωστόσο ακόμη θυμάται πολύ καλά ότι η επίσημη θέση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής τα τελευταία τριάντα χρόνια είναι ότι η Αθήνα δεν αποδέχεται και δε συνδιαλέγεται με την Τουρκία για τίποτε άλλο εκτός από το θέμα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας.

Ο υπουργός Εξωτερικών όταν ρωτήθηκε σχετικά με αυτήν ακριβώς τη στροφή της πολιτικής της χώρας, χρησιμοποίησε σοφιστείες και αοριστίες, προκειμένου να συσκοτίσει τη διαδικασία. «Πρώτα απ' όλα, είπε, νομίζω ότι, παρά την πάγια αυτή εντύπωση ότι δε συζητάμε με τους Τούρκους, τις τρεις τελευταίες δεκαετίες όλες οι κυβερνήσεις ανεξαιρέτως και όλοι οι υπουργοί Εξωτερικών ανεξαιρέτως, έχουν συζητήσει και προσπαθήσει να λύσουμε τα διμερή μας ζητήματα με τους Τούρκους. Και λέω διμερή ζητήματα, γιατί δεν υπάρχει μόνο το θέμα της υφαλοκρηπίδας, υπάρχουν πολλά θέματα τα οποία έχουμε κατά καιρούς συζητήσει, όπως είναι το Πατριαρχείο, που δεν είναι βέβαια στενά διμερές θέμα. Υπάρχουν δηλαδή πολιτικής φύσης ζητήματα - θέλω να το διευκρινίσω αυτό - τα οποία συζητούμε».

Ο υπουργός Εξωτερικών, ασφαλώς, δεν αγνοεί τη διαφορά μεταξύ συζήτησης και διαλόγου. Απλώς χρησιμοποιεί το γεγονός της ύπαρξης άτυπων συνομιλιών, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συναίνεση για την προαποφασισμένη μετεξέλιξη αυτής της συζήτησης σε οργανωμένο διάλογο με ατζέντα η οποία θα περιέχει ολόκληρο το σώμα των τουρκικών αξιώσεων.

Από την πλευρά της η Αγκυρα είναι εξαιρετικά σαφής για τις επιδιώξεις της: «Ο διάλογος μεταξύ της Τουρκίας και της Ελλάδας και η αναζήτηση λύσεων πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα προβλήματα», δήλωσε χτες ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, Χουσεΐν Ντιριόζ, κατά το τακτικό εβδομαδιαίο μπρίφινγκ του υπουργείου. Ο Ντιριόζ υπογράμμισε ότι η τουρκική πλευρά «όπως πάντα, έτσι και αυτή την περίοδο δήλωσε πως είναι έτοιμη να εξετάσει το σύνολο των προβλημάτων του Αιγαίου. Στο πλαίσιο αυτό, επισημάναμε ότι μπορούμε να επωφεληθούμε, μετά από συμφωνία, από όλες τις μεθόδους επίλυσης που αναφέρονται στο άρθρο 33 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ. Συνεπώς δεν αποκλείσαμε καμία από τις μεθόδους».

Βέβαια, ο Γ. Παπανδρέου στις χτεσινές του συνεντεύξεις (ΦΛΑΣ, ΣΚΑΪ, ΝΕΤ) απολύτως αβάσιμα υποστήριξε ότι «το μόνο εδαφικό ζήτημα που για μας μένει ανοιχτό, είναι η υφαλοκρηπίδα. Δε συζητούμε και δε θα μπορούσε να συζητήσει καμία ελληνική κυβέρνηση θέματα κυριαρχικών δικαιωμάτων».

Ωστόσο, ο Γ. Παπανδρέου φαίνεται έτοιμος να αντιμετωπίσει τα τουρκικά αιτήματα με τον εξής τρόπο: «Υπάρχει, είπε, και το ελληνικό "όχι", το οποίο έχει ειπωθεί πολλές φορές όταν τίθενται ή εάν τεθούν τέτοιου είδους ζητήματα και δε χρειάζεται να φοβηθούμε εάν τεθούν κάποια τέτοια ζητήματα. Εμείς δεν αναγνωρίζουμε ότι είναι προς διαπραγμάτευση όταν τίθενται αυτά τα ζητήματα. Η συνήθης απάντησή μας είναι ότι, εάν εσείς θεωρείτε ότι υπάρχουν ζητήματα, υπάρχει ο δρόμος της Χάγης, υπάρχουν τεχνικής ή νομικής φύσης θέματα αν θέλετε διευκρινίσεις, αλλά οι συνθήκες είναι συνθήκες. Δεν αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει ένα ανοιχτό θέμα διαπραγμάτευσης δικαιωμάτων».

Σε αυτό ακριβώς το σημείο ο υπουργός Εξωτερικών ξεπερνά την προσπάθεια συσκότισης και φτάνει ακριβώς στην περιοχή του ψεύδους.

Η αλήθεια είναι ότι η Αθήνα έχει αποδεχτεί, σαν σήμερα πριν έξι χρόνια, τη νύχτα της κρίσης των Ιμίων, ότι υπάρχουν συνοριακές διαφορές και αμφισβήτηση κυριαρχίας. Είναι γνωστό ότι στις νησίδες των Ιμίων κανείς δεν μπορεί να προσεγγίσει. Γνωστό είναι επίσης ότι η Αθήνα, με τη Συμφωνία Σημίτη-Ντεμιρέλ στη Μαδρίτη, αποδέχτηκε τα τουρκικά ζωτικά συμφέροντα στο Αιγαίο. Πιο πρόσφατο και επίσης γνωστό είναι ότι, με βάση τη Συμφωνία του Ελσίνκι, η ελληνική κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να συνομιλήσει για συνοριακές και άλλες συναφείς διαφορές, σύμφωνα με τις πρόνοιες του διεθνούς δικαίου για την ειρηνική επίλυση διαφορών. Τα προβλεπόμενα, λοιπόν, από το διεθνές δίκαιο, πριν το Δικαστήριο της Χάγης, είναι ο διάλογος, η διαμεσολάβηση, η διαιτησία κ.ά.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν βαδίζει η ελληνική κυβέρνηση και προετοιμάζεται πυρετωδώς για τον διάλογο. Ο Γ. Παπανδρέου, στις χτεσινές του συνεντεύξεις, χρησιμοποίησε και ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Είπε, λοιπόν, ο υπουργός, αναφερόμενος στην Τουρκία: «Αλλά εάν πάει για ένα θέμα, όπως, π.χ., το θέμα των Ιμίων - παίρνω αυτό το οποίο είναι γνωστό - θα μπορούσε βεβαίως να πάει εκεί και να προσθέσει το θέμα και εμείς θα είμαστε, εκ των πραγμάτων, αναγκασμένοι να το δεχτούμε, να δεχτούμε τη διαδικασία. Βεβαίως εμείς θεωρούμε ότι σε μία τέτοια περίπτωση, η απόφαση θα είναι υπέρ της Ελλάδας, αλλά έχουμε δεχτεί ακριβώς αυτή τη δικαιοδοσία της Χάγης».

Και σε αυτό το σημείο ο υπουργός δε λέει ολόκληρη την αλήθεια, που μάλλον πρέπει να γνωρίζει. Η Ελλάδα, πράγματι, έχει αποδεχτεί τη γενική δικαιοδοσία του Δικαστηρίου της Χάγης, έχοντας όμως διατυπωμένες ρητές επιφυλάξεις σε ό,τι αφορά σε θέματα ασφάλειας και κυριαρχίας. Με άλλα λόγια, το δικαστήριο δεν έχει αρμοδιότητα να εκδικάσει την υπόθεση των Ιμίων, εκτός κι αν ο υπουργός Εξωτερικών και η κυβέρνηση θεωρούν ότι οι εν λόγω νησίδες, άρα και το σύνολο των βραχονησίδων που αποτελούν παρόμοια περίπτωση, δεν ανήκουν ρητώς στην Ελλάδα. Υπό αυτό το πρίσμα τα όσα παρακάτω υποστήριξε χτες στις ραδιοφωνικές του περιπλανήσεις ο Γ. Παπανδρέου είναι τουλάχιστον αναξιόπιστα: «Κοιτάξτε - είπε ο υπουργός, αναφερόμενος στην Αγκυρα. Υπάρχουν τέτοια ζητήματα που εσείς θεωρείτε ότι υπάρχουν, εμείς δεν τα θεωρούμε. Βρέστε το δίκιο σας. Υπάρχει το δικαστήριο και δεν είναι θέμα ούτε απειλής, ούτε στρατιωτικής επιβολής, ούτε και διαπραγμάτευσης επί θεμάτων που εμείς έχουμε κυριαρχικά μας δικαιώματα. Αυτό δεν αποκλείει να μιλήσουμε για πολλά άλλα θέματα πολιτικής φύσης, όπως τονίζω, όχι όμως θέματα κυριαρχίας».

Ολα αυτά περί Δικαστηρίου της Χάγης, ωστόσο, μάλλον έχουν προς το παρόν ελάχιστη σημασία. Κι αυτό γιατί για να φτάσει η υπόθεση της υφαλοκρηπίδας στη Χάγη, πρέπει να προηγηθούν απαντήσεις, άρα διάλογος, σε μια σειρά από ζητήματα που άπτονται των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Οπως, για παράδειγμα, το εύρος των ελληνικών χωρικών υδάτων, και των περιοχών στο Αιγαίο που η Τουρκία θεωρεί «γκρίζες».

Με άλλα λόγια, οι αναφορές της ελληνικής κυβέρνησης στη διαδικασία που προβλέπει την παραπομπή της υφαλοκρηπίδας στο Δικαστήριο της Χάγης, χρησιμοποιούνται εντέχνως και σκόπιμα για να καλύψουν τον διμερή διάλογο στον οποίον προσέρχεται με ταχύ βήμα, έστω κι αν διατυπώνονται από πολλές πλευρές ανησυχίες.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ