Τρίτη 10 Σεπτέμβρη 2002
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ
«Ρήγματα» στο συμμαχικό μέτωπο

Associated Press

Ο «άξονας του κακού» και οι ευθείες απειλές εναντίον του προκάλεσαν, εξαρχής, τις έντονες αντιδράσεις ακόμη και των στενότερων συμμάχων της Ουάσιγκτον. Παρά τις όποιες επίσημες ή παρασκηνιακές αντιρρήσεις εκφράστηκαν, όλοι συμμετείχαν στον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία και στη συνέχεια στο Αφγανιστάν. Η διατύπωση, όμως, του νέου «δόγματος Μπους» ενέτεινε την αίσθηση, σε πρώτη φάση, ότι η πιθανότητα διάχυσης των συρράξεων είναι πλέον πιο κοντά από ποτέ, και η προοπτική δε φάνηκε να ενθουσιάζει την, παγκόσμιας εμβέλειας, «αντιτρομοκρατική συμμαχία».

Ηδη, από τις πρώτες μέρες της διατύπωσης του άξονα, ο ΓΓ του ΝΑΤΟ, λόρδος Ρόμπερτσον, τόνιζε ότι «το ΝΑΤΟ στάθηκε στο πλευρό των ΗΠΑ στην περίπτωση της αντι-τρομοκρατικής εκστρατείας γιατί υπήρχαν όλοι οι απαραίτητοι λόγοι για ενεργοποίηση του άρθρου 5 του Συμφώνου, που προβλέπει ότι όταν μία χώρα - μέλος δεχτεί επίθεση, τότε αυτό εκλαμβάνεται ως επίθεση εναντίον όλων των χωρών - μελών. Τώρα, όμως, υπογράμμιζε ο Ρόμπερτσον κάνοντας ειδική αναφορά στο Ιράκ, δεν υφίσταται τέτοιος λόγος».

Ο Γερμανός ΥΠΕΞ, Γιόσκα Φίσερ, τότε, από τις αρχές Φλεβάρη, είχε σπεύσει να προειδοποιήσει ότι «οι σύμμαχοι δεν είναι δορυφόροι των ΗΠΑ», ενώ τόσο ο τότε ΥΠΕΞ της Γαλλίας, Ιμπέρ Βεντρίν, όσο και ο επίτροπος Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΕ, Κρις Πάτεν, είχαν κατηγορήσει την Ουάσιγκτον «για επικίνδυνα απλοϊκή σκέψη». Οι αντιδράσεις δεν έλειψαν ούτε από τους στενότερους άραβες συμμάχους με αφορμή τις απειλές εναντίον των Ιράκ - Ιράν, ενώ η σύμμαχος Νότια Κορέα δεν έκρυβε τη δυσφορία της για την κατάταξη της ΛΔ Κορέας στον «άξονα», ιδιαίτερα σε μια τόσο ευαίσθητη περίοδο, όπου οι δύο χώρες βρίσκονται σε πορεία συνομιλιών και πιθανότατα επανένωσης. Οσο για τη Μόσχα και το Πεκίνο επανειλημμένα ζήτησαν επισήμως εξηγήσεις, όχι μόνο για τις διαρροές που τις αφορούσαν, αλλά και για τις αποδείξεις που στοιχειοθετούν τις απειλές κατά του «άξονα».

Το Ιράκ καταλύτης εξελίξεων

Αρκετοί μήνες κύλησαν από τα τέλη Γενάρη και την ομιλία για την «κατάσταση του Εθνους», που εκφώνησε ο Πρόεδρος Μπους δίνοντας το στίγμα των προθέσεών του με τον «άξονα του κακού». Οι διαφωνίες δεν έπαψαν ποτέ να διατυπώνονται με κορυφαία στιγμή της έκφρασής τους, τη σημερινή περίοδο, που μοιάζει να έχει σημάνει η αντίστροφη μέτρηση για στρατιωτικό πλήγμα κατά του Ιράκ. Η αμερικανική εμμονή και η ξεκάθαρη πλέον διευκρίνιση ότι στόχος είναι η ανατροπή του ιρακινού καθεστώτος και όχι η επιστροφή των επιθεωρητών του ΟΗΕ, με ή χωρίς την υποστήριξη των συμμάχων, έχει πυροδοτήσει κύματα αντιδράσεων παντού.

Ο αραβικός κόσμος, βιώνοντας μια σπάνια στιγμή ομοφωνίας, διαφωνεί κατηγορηματικά με την ανάληψη στρατιωτικής δράσης κατά του Ιράκ προειδοποιώντας ότι ήδη η αραβική κοινή γνώμη νιώθει να είναι στο στόχαστρο. Με δεδομένη τη συνέχιση του αιματοκυλίσματος των Παλαιστινίων και την απροκάλυπτη στήριξη των ΗΠΑ προς το Ισραήλ, οι Αραβες ηγέτες προειδοποιούν ότι καμία αραβική ηγεσία «δε θα μπορέσει να συγκρατήσει τη λαϊκή οργή».

Παράλληλα, προφανώς έχοντας συνειδητοποιήσει ότι η καμπάνα δε χτυπά μόνο για το Ιράκ και ασχέτως των ποικίλων εξαρτήσεων, αρκετών από αυτών, από την Ουάσιγκτον, δεν παύουν να τονίζουν ότι η «αλλαγή ενός καθεστώτος αφορά μόνο το λαό της εκάστοτε χώρας». Οπως ανοιχτά δήλωνε ο Ιρανός ΥΠΕΞ Καμάλ Χαραζί: «η ανατροπή καθεστώτος στο Ιράκ δημιουργεί ένα προηγούμενο που αγγίζει το σύνολο του πλανήτη: δηλαδή όποιο καθεστώς δεν αρέσει σε μια υπερδύναμη, σήμερα στις ΗΠΑ, θα ανατρέπεται αυτομάτως».

Την κατηγορηματική διαφωνία της στα αμερικανικά σχέδια για στρατιωτικά πλήγματα δεν παύει να εκφράζει η Μόσχα, που προχώρησε, μάλιστα, το τελευταίο χρονικό διάστημα, σε υπογραφή νέας 10ετούς εμπορικής συμφωνίας ύψους 40 δισ. εκατομμυρίων με το Ιράκ, αλλά και σε ανάλογες νέες συμφωνίες με την Τεχεράνη, όπου έχει αναλάβει και την κατασκευή του δεύτερου πυρηνικού εργοστασίου παραγωγής ενέργειας. Η ρωσική ηγεσία δε μοιάζει διατεθειμένη να εγκαταλείψει εύκολα τις καλές σχέσεις που διαμορφώνει με τις χώρες του Κόλπου και τα χρήματα που έχει επενδύσει για συμφωνίες, δρόμους μεταφοράς ενέργειας και σύσφιγξη σχέσεων προκειμένου να διατηρήσει μια κυρίαρχη θέση στην κομβική περιοχή.

Εξίσου κατηγορηματικά αρνητικό εμφανίζεται το Πεκίνο. Προς το παρόν αρκείται σε προειδοποιήσεις για τις συνέπειες μιας διάχυσης του πολέμου και διαψεύδει κατά διαστήματα τις κατηγορίες για «ύποπτες» συνεργασίες με «χώρες που υποθάλπουν την τρομοκρατία» που εκτοξεύει εναντίον του η Ουάσιγκτον επιμένοντας ότι «δεν μπορεί κανείς να απαγορεύσει την επίτευξη εμπορικών συμφωνιών ανάμεσα σε δύο κυρίαρχα κράτη». Οι σχέσεις Κίνας - ΗΠΑ, μάλιστα, για πολλούς δοκιμάστηκαν έντονα με την υπόθεση του αμερικανικού κατασκοπευτικού αεροσκάφους που προσγειώθηκε σε κινεζικό έδαφος, τον Απρίλη του 2001. Η ολιγοήμερη κρίση που εκτονώθηκε με την επιστροφή του αμερικανικού πληρώματος στην πατρίδα εκτιμάται ότι αποτέλεσε «δοκιμή» στις ανοχές και τα περιθώρια αντιδράσεων και των δύο πλευρών. Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι αν το περιστατικό συνέβαινε μερικά χρόνια αργότερα, η κατάληξη θα μπορούσε να μην είναι η ίδια.

Ανησυχεί η Αγκυρα, κλυδωνισμοί στην ΕΕ

Η Αγκυρα, κομβική και σταθερή σύμμαχος, δεν κρύβει την αγωνία της και διατυπώνει αντιρρήσεις. Η τουρκική ηγεσία ανησυχεί έντονα για το ενδεχόμενο διαμελισμού του Ιράκ, ως συνέπεια στρατιωτικής επίθεσης, κάτι που θα σηματοδοτήσει διάχυση των συγκρούσεων εντός του εδάφους της σε περίπτωση που προκύψει πιθανότητα ίδρυσης ανεξάρτητου κουρδικού κράτους. Οι αλλεπάλληλες κουρδικές και αμερικανικές διαβεβαιώσεις δε μοιάζουν να την καθησυχάζουν. Επιπλέον, ένα πλήγμα κατά του Ιράκ θα παρασύρει στο «άγνωστο» την ήδη εύθραυστη τουρκική οικονομία.

Η ΕΕ, από την πλευρά της, αν και δεν έχει εκπονήσει κάποια ενιαία στάση, δεν ενθουσιάζεται με τα αμερικανικά σχέδια. Ξεχωριστά, και σε διάφορους τόνους ανάλογα και με τα συμφέροντα που έχουν επενδυθεί, οι ευρωπαϊκές ηγεσίες εκφράζουν τις διαφωνίες τους για την προοπτική «γενικής διάχυσης του πολέμου». Οι δηλώσεις περί «αμερικανικής υπεροψίας και απλοϊκότητας» διαδέχονται η μία την άλλη και συμπληρώνονται από το επίμονο αίτημα για παροχή αποδείξεων εναντίον των πιθανών στόχων της Ουάσιγκτον καθώς ουδείς, φυσικά, επί της ουσίας δεν «καταπίνει» το πρόσχημα της «απειλής που το Ιράκ, αρχικά, και στη συνέχεια ο όποιος άλλος αποτελεί για την αμερικανική ασφάλεια και τον πλανήτη».

Το ευαίσθητο σημείο, ιδιαίτερα για τις Γερμανία, Ισπανία και Γαλλία, φαίνεται ότι είναι το Ιράκ και το Ιράν, και αυτό διόλου τυχαία αφού υπάρχουν συγκεκριμένες συμφωνίες για εκμετάλλευση πετρελαϊκών κοιτασμάτων και κοιτασμάτων φυσικού αερίου, και με τις δύο χώρες, αλλά και εμπορικές και διπλωματικές συμφωνίες που κινδυνεύουν να τιναχτούν στον αέρα. Πόσο μάλλον, που η Ουάσιγκτον δε δείχνει πρόθυμη να «μοιραστεί» τα λάφυρα μιας στρατιωτικής της επέμβασης στην περιοχή - κόμβο, τόσο ως παραγωγή όσο και ως δρόμος μεταφοράς ενέργειας.

Η ιταλική ηγεσία, αν και εταιρίες ιταλικών συμφερόντων εκμεταλλεύονται ήδη κοιτάσματα στο Ιράν, δηλώνει έτοιμη να συνεργαστεί με τις ΗΠΑ, όπως άλλωστε και οι Βουλγαρία, Ρουμανία και άλλες (πρώην σοσιαλιστικές) ανατολικές χώρες, που στην παροχή υποστήριξης προς την Ουάσιγκτον, μοιάζουν να βλέπουν έναν ευκολότερο δρόμο για την είσοδό τους στο ΝΑΤΟ και, γιατί όχι, στην ΕΕ. Την πλέον σιβυλλική στάση τηρεί, ως συνήθως, το Λονδίνο.

Μέσα σε διαρκώς εντεινόμενες διαφωνίες στο εσωτερικό του Εργατικού Κόμματος και απέναντι σε μια κοινή γνώμη, κατά συντριπτική πλειοψηφία, αντίθετη με ένα πλήγμα στο Ιράκ, ο Βρετανός πρωθυπουργός υιοθέτησε την αναγκαιότητα προληπτικών πληγμάτων, την αντιτρομοκρατική ορολογία και άλλα τινά. Εντούτοις, επιφυλάσσεται να τοποθετηθεί συγκεκριμένα δεσμευόμενος να παρουσιάσει αποδείξεις για την ενοχή του Ιράκ και αποφεύγοντας να χρησιμοποιήσει τον κωδικό «άξονα του κακού» με την ευκολία που εκφέρεται στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.

Το βέβαιο είναι ότι είναι κοινή συνείδηση η αμερικανική υπεροχή και πραγματικά δεν υπάρχουν και πολλά περιθώρια αμφισβήτησής της. Στρατιωτικά δεν τίθεται καν θέμα. Και μόνο ο νέος στρατιωτικός προϋπολογισμός των ΗΠΑ, τα 400 δισ. δολάρια ετησίως, ισούται με τις συνολικές δαπάνες των 15 πλουσιότερων κρατών του κόσμου. Οσο γι' αυτές καθαυτές τις αμερικανικές δυνάμεις, τόσο από πλευράς όγκου όσο και από πλευράς τεχνογνωσίας, είναι, αναμφισβήτητα, στην κορυφή της παγκόσμιας ιεραρχίας και βρίσκονται διάσπαρτες παντού, με υποδομή που ουδείς άλλος διαθέτει.

Εξίσου σαφής είναι και η οικονομική υπεροχή των ΗΠΑ που, μέσα από διεθνείς οργανισμούς, πολυεθνικές, επενδύσεις και πολλά άλλα, μοιάζουν, παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, να ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό την παγκόσμια οικονομία. Αυτά, φυσικά, δεν μπορούν να αγνοηθούν από τους εταίρους της αντι-τρομοκρατικής, που, προς το παρόν, αρκούνται, επισήμως, στο να στοιχειοθετούν τις αντιρρήσεις τους επικαλούμενοι τις συνέπειες μιας πολεμικής διάχυσης, τον ΟΗΕ, τη διεθνή νομιμότητα και φυσικά την κοινή γνώμη των χωρών τους και άλλα «φιλολογικά», διότι γνωρίζουν ότι δεν μπορούν με κάποιον άλλο τρόπο, άμεσα, να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους. Ανεπισήμως εκτιμάται ότι η αντιπαράθεση παρουσιάζει πολύ μεγαλύτερη ποικιλία.

Οσο για την κοινή γνώμη στις ευρωπαϊκές χώρες, σε περίπτωση δηλαδή που κάποιος, πραγματικά, ενδιαφερθεί να ασχοληθεί με την άποψή της, τάσσεται, προς το παρόν, σε ποσοστό 75% ενάντια στην ανάληψη της οποιασδήποτε στρατιωτικής δράσης κατά του Ιράκ, σε πρώτη φάση, χωρίς να υπάρχουν συγκεκριμένες αποδείξεις εναντίον του. Τα σύννεφα στην «αρραγή αντιτρομοκρατική συμμαχία» έχουν σκιάσει εντόνως την αρχική ομοψυχία. Ο «άξονας του κακού» τείνει να μεταμορφωθεί σε «άξονα αντίρροπων δυνάμεων» με συνέπειες απρόβλεπτες τόσο για το μέλλον του ιδίου αλλά και, σχεδόν, ολόκληρου του πλανήτη που προδιαγράφεται συνολικά ως πιθανό «πεδίο μάχης»...


Ε. Μ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ