Κυριακή 5 Μάρτη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 20
ΑΡΘΡΑ
Μαρξισμός και δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη

Τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, από τότε που καταγράφηκαν στις διατάξεις των σχετικών Διακηρύξεων της Γαλλικής Επανάστασης, δεν έπαψαν να αξιοποιούνται αναλόγως από πολιτικές εξουσίες, οι οποίες, στο όνομα της υπεράσπισής τους έβρισκαν πάντοτε τον τρόπο να τα παραβιάζουν και να εξοντώνουν ψυχικά ή και σωματικά όσους επιχειρούσαν να τα υπερασπιστούν στην πράξη. Στις γραμμές που θα ακολουθήσουν, θα επιχειρήσω να θέσω και να διαπραγματευτώ ευθέως, αλλά κατ' ανάγκην με συνοπτικό τρόπο, το ζήτημα των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη ως θεωρητική και, σε τελική ανάλυση, πολιτική πρόκληση για την ίδια τη μαρξιστική θεωρία. Ασφαλώς, οι αφορμές στις μέρες μας για μια τέτοια αναφορά δεν είναι λίγες. Γκουαντάναμο, Αμπού Γκράιμπ, συστήματα παρακολούθησης και εξόντωσης της βιολογικής και ψυχικής υπόστασης του ανθρώπου, απάνθρωπες συνθήκες εργασίας ανήλικων παιδιών, άθλιες συνθήκες διαβίωσης για εκατομμύρια εκατομμυρίων πολιτών, ένα χωρίς τέλος εμπόριο ψυχών και σωμάτων που ανθεί και αναπτύσσεται πάνω στην αγωνία των ανθρώπων του Τρίτου Κόσμου, και όχι μόνον, κλιμάκωση πολιτικών διώξεων, συνιστούν χαρακτηριστικά δείγματα γραφής για το πώς εξακολουθεί να τιμά ο παγκόσμιος καπιταλισμός ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα.

Από πολλές απόψεις, ωστόσο, το θέμα δεν αφορά μόνον τον αντίπαλο. Αφορά και τους ίδιους τους κομμουνιστές, εκείνους που διάβασαν και εξακολουθούν να στέκονται με προσοχή στην κριτική που ίδιος ο Μαρξ είχε ασκήσει απέναντι στις Διακηρύξεις των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Ελευθερία, Ισότητα και Αδελφότητα, δικαιώματα και αρχές διακηρυγμένες και γραμμένες με αίμα στις σημαίες των Γάλλων επαναστατών, θα υποστηρίξει o Μαρξ, «δεν είναι τίποτε άλλο από τα δικαιώματα του μέλους της κοινωνίας των ιδιωτών, δηλαδή τα δικαιώματα του εγωιστικού ανθρώπου, του ανθρώπου που είναι αποχωρισμένος από τους άλλους ανθρώπους και από την κοινότητα. (...) Κανένα από τα λεγόμενα δικαιώματα του ανθρώπου, συνεπώς, δε φθάνει πέραν από τον εγωιστή άνθρωπο, πέραν από τον άνθρωπο ως μέλος της κοινωνίας των ιδιωτών, δηλαδή πέρα από το άτομο, που είναι αναδιπλωμένο στον εαυτό του, στα όρια των ιδιωτικών συμφερόντων και της ιδιωτικής αυθαιρεσίας του και αποχωρισμένο από την κοινότητα»1.

Ας σταθούμε για λίγο αναζητώντας το κίνητρο αυτής της καταγγελίας. Τι είναι αυτό που ωθεί τον Μαρξ να αναφερθεί με αυτόν τον υποτιμητικό τρόπο στα λεγόμενα δικαιώματα του ανθρώπου; Τι είναι αυτό που τον οδηγεί στην καταγγελία αυτής της ιδεολογίας των δικαιωμάτων; Τι άλλο, παρά η εξόφθαλμη απόσταση ανάμεσα στη διακήρυξη και την πραγματικότητα, η άβυσσος που χωρίζει τη φιλοσοφική αφαίρεση από το κοινωνικά και πολιτικά συγκεκριμένο. Τι άλλο καταγγέλλει φιλοσοφικά ο Μαρξ παρά το διχασμό που επιτάσσει η αστική τάξη και ο πολιτισμός της ανάμεσα στον πραγματικό άνθρωπο που βιώνει τις ταξικές διακρίσεις, από τη μια, και τον ιδεολογικά παγιδευμένο πολίτη, από την άλλη, αυτόν που φαντασιώνεται την ισοτιμία του προς τον άλλο ως μέλος μιας ψευδούς, μιας δήθεν κοινότητας συμφερόντων, όπως εμφανίζεται το κράτος; Ποια ελευθερία, ποια ισότητα, ποια αδελφότητα μπορεί να διακρίνει κανείς αν στρέψει το βλέμμα του στον κόσμο των καπιταλιστικών μητροπόλεων, αλλά και σε εκείνον της περιφέρειας;

«Ακόμη και η ανάγκη για καθαρό αέρα παύει να αποτελεί ανάγκη για τον εργάτη. Ο άνθρωπος επιστρέφει στο σπήλαιο, που είναι ωστόσο τώρα μολυσμένο με τη λοιμώδη ανάσα του πολιτισμού (...). Μια κατοικία στο φως, που ο Προμηθέας του Αισχύλου σχεδίασε ως ένα από τα μέγιστα δώρα του, διαμέσου των οποίων μετέτρεψε τον άγριο σε ανθρώπινο ον, παύει να υπάρχει για τον εργάτη. Το φως ο αέρας, κλπ. - η απλούστατη ζωική καθαρότητα - παύει να αποτελεί ανάγκη για τον άνθρωπο. (...) Καμιά από τις αισθήσεις του δεν υπάρχει πλέον (...). Δεν είναι μόνον όταν ο άνθρωπος δεν έχει ανθρώπινες ανάγκες - ακόμη και οι ζωικές ανάγκες του παύουν να υπάρχουν. Ο Ιρλανδός δε γνωρίζει πλέον άλλη ανάγκη από την ανάγκη να φάει, την ανάγκη να φάει πατάτες, και μάλιστα σάπιες πατάτες, αυτό το χείριστο είδος πατάτας. Αλλά σε κάθε βιομηχανική πόλη τους η Αγγλία και η Γαλλία έχουν ήδη μια μικρή Ιρλανδία»2.

Πού και με ποιους όρους πραγματώνονται επιτέλους τα ανθρώπινα δικαιώματα; «Η σφαίρα της κυκλοφορίας ή της ανταλλαγής εμπορευμάτων, που μέσα στα πλαίσιά της κινείται η αγορά και η πώληση της εργατικής δύναμης είναι στην πραγματικότητα η αληθινή Εδέμ των φυσικών δικαιωμάτων του ανθρώπου»3, επιμένει ο Μαρξ, σαρκάζοντας για την υποκρισία ενός κόσμου που την ίδια στιγμή που ορκίζεται στο όνομα των αξιών της ελευθερίας, της ισότητας και της αλληλεγγύης θεμελιώνει ένα σύστημα βαθιάς ανελευθερίας, ανισότητας και εκμετάλλευσης.

Να αρνηθούμε λοιπόν τα δικαιώματα του ανθρώπου; Να τα αντιμετωπίσουμε ως πεμπτουσία της καπιταλιστικής ιδεολογίας και να τα θεωρήσουμε περιττά ή και εμπόδια στον αγώνα για μια κομμουνιστική κοινωνία; Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό, έχει ιστορικό έρμα και η διολίσθηση σε μια αντιδιαλεκτική άρνηση αυτών των δικαιωμάτων παράγει βαρύτατες κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες. Εξηγούμαι: όταν ο Μαρξ αρνείται τις διακηρύξεις των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη, δεν αρνείται αυτό καθαυτό το αίτημα μιας κοινωνίας ελεύθερων, ίσων και αλληλέγγυων προσώπων, αλλά τη δυνατότητα του καπιταλισμού να το υλοποιήσει, να του προσδώσει όχι απλά τυπικό, αλλά ουσιαστικό περιεχόμενο. Αρνείται τη δυνατότητα του καπιταλισμού να άρει στο εσωτερικό του τη διάκριση ανθρώπου και πολίτη. Η μαρξιστική διαλεκτική της άρνησης και της υπέρβασης, στις πιο γόνιμες θεωρητικές στιγμές της, απέδειξε κατά τον καλύτερο τρόπο, ότι γνωρίζει να διαχωρίζει με σαφήνεια τη θέση της από τον κόσμο της τυπικής λογικής και των μηχανιστικών αρνήσεων.

Ας μιλήσουμε με όρους κοινωνικούς και πολιτικούς. Ο σοσιαλισμός, αυτή «η διαρκής κήρυξη της επανάστασης, η ταξική δικτατορία του προλεταριάτου, ως αναγκαίο μεταβατικό σημείο για την κατάργηση των ταξικών διακρίσεων γενικά»4 δεν είναι, δεν μπορεί να είναι μια τυπική και μηχανιστική απόρριψη του παλιού κόσμου, αλλά μια Aufhebung, μια διαλεκτική συνέχειας, που ενσωματώνει στη δυναμική της το παρελθόν και το προωθεί ταυτόχρονα, εμπλουτίζοντάς το, σε ένα ανώτερο επίπεδο.

Μέσα στη δίνη της επανάστασης ο Λένιν προσδιορίζει με σαφήνεια τι σημαίνει μετάβαση από μια τυπική δημοκρατία, δηλαδή από μια ουσιαστική δικτατορία του κεφαλαίου, σε μια προλεταριακή, σε μια σοσιαλιστική δημοκρατία, που θα ανοίξει το δρόμο σε μια κοινωνία χωρίς κράτος και τάξεις:

«Στην καπιταλιστική κοινωνία έχουμε μια δημοκρατία κουτσουρεμένη, κακομοιρασμένη, κίβδηλη δημοκρατία μόνο για τους πλούσιους, για τη μειοψηφία. Η δικτατορία του προλεταριάτου, η περίοδος του περάσματος στον κομμουνισμό, θα δώσει για πρώτη φορά τη δημοκρατία για το λαό, για την πλειοψηφία, παράλληλα με την απαραίτητη καθυπόταξη της μειοψηφίας των εκμεταλλευτών. Μόνον ο κομμουνισμός είναι σε θέση να δώσει μια πραγματικά ολοκληρωμένη δημοκρατία, και όσο πιο ολοκληρωμένη θα είναι αυτή, τόσο πιο γρήγορα θα γίνει περιττή, θα νεκρωθεί από μόνη της»5.

Αλλά μια τέτοια εργατική δημοκρατία δεν μπορεί να υπάρξει υποβιβάζοντας τον πολίτη σε εκτελεστικό όργανο αποφάσεων που αφορούν το παρόν και το μέλλον του. Μια τέτοια δημοκρατία δεν μπορεί να συνιστά μηχανιστική απόρριψη του κοινοβουλευτισμού, αλλά διαλεκτική άρνησή του και ανάδειξη του προλετάριου - πολίτη σε ουσιαστικό φορέα δικαιωμάτων και πρωταγωνιστή του κοινωνικού και πολιτικού γίγνεσθαι. Να γιατί, να για ποιο λόγο και με ποια έννοια, «η διέξοδος από τον κοινοβουλευτισμό δε βρίσκεται φυσικά στην κατάργηση των αντιπροσωπευτικών θεσμών και της αιρετότητας, αλλά στη μετατροπή των αντιπροσωπευτικών θεσμών από λογοκοπεία σε "εργαζόμενα" σώματα»6.

Για μια τέτοια δημοκρατία, λοιπόν, η ελευθερία, η ισότητα και η αδελφότητα όχι μόνο δεν εξαντλούνται στην τυπική σημασία που τους προσέδωσε η αστική τάξη, προκειμένου να εξυπηρετήσει το δικό της ωφελιμισμό, αλλά αποκτούν, πρέπει να αποκτούν ένα ουσιαστικό περιεχόμενο από την πρώτη ήδη φάση της κομμουνιστικής κοινωνίας. Από μαρξιστική άποψη, δε νοείται σοσιαλισμός, «όσες χιλιάδες φορές και αν συνθέσουμε τη λέξη λαός με τη λέξη κράτος»7, χωρίς ουσιαστική και όσον το δυνατόν πιο άμεση άσκηση των δικαιωμάτων από την πλευρά των πολιτών του. Αυτή την ουσιαστική συμμετοχή του καθημερινού ανθρώπου στη διαμόρφωση της ζωής, στην υλοποίηση του ονείρου και της ελπίδας του, δεν μπορεί να διασφαλίσει ασφαλώς μια τυπική και γραφειοκρατική αντιπροσώπευσή του σε επίπεδο κοινωνικών και πολιτικών θεσμών. Μα και κανείς ποσοτικός δείκτης παραγωγής ή παροχής υλικών και κοινωνικών αγαθών, όσο σημαντικός και υψηλός και αν είναι, δε θα αποτελέσει ποτέ κριτήριο ή τεκμήριο ύπαρξης και λειτουργίας μιας αυτοδιαχειριζόμενης κοινωνίας, μιας κοινωνίας των σοβιέτ, στο πλαίσιο της οποίας κανείς δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται απλώς και μόνον ως μέσο, στο όνομα της όποιας αναγκαιότητας ή σκοπιμότητας.

«Σε αντίθεση προς τον πολίτη - εξιδανικευμένη μορφή της αστικής δημοκρατίας, ένα ιδεώδες που αναδείχτηκε στην κορύφωση της αστικής επανάστασης, η υλική ζωή του ανθρώπου στην καθημερινή του ύπαρξη έγινε το ζήτημα του σοσιαλισμού. Η αστική κοινωνία δίχασε το άτομο ανάμεσα σε άνθρωπο και σε πολίτη, αλλά η σοσιαλιστική έμφαση στην καθημερινότητα δε στοχεύει στο να καταστήσει πρότυπο τον άνθρωπο των υλικών αγαθών, δηλαδή το ένα σκέλος αυτού του διχασμού. Η σοσιαλιστική δημοκρατία έχει ως σκοπό της την υπέρβαση του διχασμού στο βασίλειο της ελευθερίας»8.

1. Μαρξ, Για το εβραϊκό ζήτημα, όπως περιλαμβάνεται στο «Marx - Engels, Callected Works, Progress Publishers», Μόσχα, τόμος 3ος, σελ.164.

2. Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, όπως περιλαμβάνεται στο «Marx - Engels, Collected Worsk, Progress Publishers», Μόσχα, τόμος 3ος, σελ.307-308

3. Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1978, τόμος 1ος, σελ.189

4. Μαρξ, «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 2000, σελ.148

5. Λένιν, «Κράτος και Επανάσταση», «Απαντα», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, τόμος 33, σελ.90

6. Ο.π. σελ.46

7. Μαρξ, «Κριτική του προγράμματος της Γκότα», Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1994, σελ.34

8. Απόσπασμα από το δεύτερο μέρος του έργου του Ούγγρου μαρξιστή Georg Lukacs (Γκέοργκ Λούκατς), «Demokratisierung, heute und morgen», που μεταφράστηκε και δημοσιεύτηκε στα ελληνικά με τον τίτλο «Αστική και σοσιαλιστική δημοκρατία» (μετάφραση: Αλέκος Τσίτσοβιτς), Εκδόσεις «Κριτική», Αθήνα 1987.


Του
Αλέξανδρου Α. ΧΡΥΣΗ*
*Ο Αλέξανδρος Α. Χρύσης είναι επίκουρος καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ