Παρασκευή 25 Ιούλη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 5
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Παράδειγμα κομμουνιστικής αφοσίωσης, ανιδιοτέλειας και αυταπάρνησης

Η Λούλα (Αργυρώ) Λογαρά γεννήθηκε το 1923 στη Ζάκυνθο, από γονείς Κεφαλονίτες. Εκεί πέρασε και τα παιδικά της χρόνια, μεγαλώνοντας μέσα σε μια πολυμελή οικογένεια, καθώς είχε άλλα 9 αδέρφια. Οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης του 1929 - '30 και ο κατοπινός θάνατος του πατέρα της, το 1937, έπληξαν βαριά την οικογένεια Λογαρά, δημιουργώντας, στην κυριολεξία, πρόβλημα επιβίωσης για τα μέλη της. Η Λούλα Λογαρά βρέθηκε, σε ηλικία 14 ετών, στην Αθήνα, κοντά στη μεγαλύτερη αδελφή της, όπου τη βρίσκει ο πόλεμος και η Κατοχή, ενώ δουλεύει ήδη, ως έκτακτος υπάλληλος, στο Ταμείο Ασφάλισης Τυπογράφων, από το οποίο αποσπάται στο υπουργείο Εργασίας.

Το βάπτισμα του αγώνα

Στο χώρο αυτό κι ενώ η φασιστική κατοχή έχει ρίξει βαριά τη σκιά της στην Ελλάδα, παίρνει το βάπτισμα του αγώνα. Παίρνει μέρος και συμμετέχει ενεργητικά στην πρώτη απεργία των δημοσίων υπαλλήλων. Για τη συμμετοχή της αυτή, καλείται σε απολογία από τον κατοχικό υπουργό Καλύβα και τιμωρείται με μετάθεση στον πρώτο χώρο της δουλιάς της. Η τιμωρία, όμως, δε σταματά τη Λούλα Λογαρά. Παίρνει πρωτοβουλία και, αν και είναι ακόμη ανοργάνωτη, συγκροτεί ομάδα αντίστασης στο χώρο του Ταμείου. Γρήγορα επιτυγχάνεται και η σύνδεση με το ΕΑΜ, του οποίου η Λούλα Λογαρά γίνεται μέλος, ενώ αμέσως μετά τη μεγάλη διαδήλωση της 5ης Μάρτη 1943, στο υπουργείο Εργασίας, γίνεται μέλος του ΚΚΕ.

"Η επιλογή μου αυτή, όπως σημειώνει η ίδια, στο βιογραφικό της, ήταν μια ώριμη επιλογή, ύστερα από πολλή σκέψη και χωρίς ταλαντεύσεις. Ηξερα τι έκανα και τι ήθελα. Είχα διαβάσει ό,τι είχα μπορέσει να βρω εκείνη την εποχή για το κομμουνιστικό κίνημα. Είχα βρει το δρόμο μου και το περιεχόμενο της ζωής...".

Πολύ σύντομα, έγινε μέλος της Αχτιδικής Επιτροπής του χώρου της και παίρνει μέρος σ' όλες τις απεργιακές και μαζικές εκδηλώσεις της Αθήνας, ενώ τραυματίζεται στη μεγάλη διαδήλωση του Ιούλη του 1943. Η πρωτοπόρα και αγωνιστική της στάση, όμως, δεν άργησε να τραβήξει την προσοχή των κατοχικών αρχών κι όταν οι Ιταλοί επιχειρούν να τη συλλάβουν ξεφεύγει και συνεχίζει τον αγώνα από τις συνθήκες της πλήρους παρανομίας.

Στην παρανομία

Η μικρή χρονική περίοδος της νόμιμης δράσης, μετά την απελευθέρωση, ακολουθείται από νέα παρανομία, πάντα δουλεύοντας μέσα σε ιδιαίτερα σκληρές και δύσκολες συνθήκες στο χώρο της Αθήνας, μέχρι την πρώτη σύλληψή της, το Μάρτη του 1949. Μένει δύο χρόνια φυλακισμένη, ως υπόδικη και μετά δικάζεται και καταδικάζεται αρχικά σε 12 χρόνια φυλακή και 5 χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων και τελικά - με την αναθεώρηση της δίκης - σε 8 χρόνια φυλακή και 5 χρόνια στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων της.

Αποφυλακίζεται τον Απρίλη του 1957 και εντάσσεται αμέσως στην ΕΔΑ, στο συνέδριο της οποίας εκλέγεται μέλος της Διοικούσας Επιτροπής, ενώ ταυτόχρονα είναι μέλος του Γραφείου της Επιτροπής Πόλης της Αθήνας. Σ' αυτήν τη θέση, μένει μέχρι τη δικτατορία. Στο μεταξύ, όμως, συνδέεται με το Κόμμα και στο 8ο Συνέδριο εκλέγεται μέλος της ΚΕ του.

Με τη δικτατορία του 1967, κατορθώνει να διαφύγει τη σύλληψη και περνά και πάλι στην παρανομία, δίνοντας όλες τις δυνάμεις της για την οργάνωση του Κόμματος και της αντιδικτατορικής πάλης. Τελικά, όμως, συλλαμβάνεται και κρατείται για αρκετές μέρες στην Ασφάλεια της Μπουμπουλίνας. Αφήνεται και πάλι ελεύθερη και συνεχίζει με μεγαλύτερη θέρμη και αποτελεσματικότητα τον αγώνα, αλλά ξανασυλλαμβάνεται και τη φορά αυτή, αφού κρατείται έναν περίπου μήνα στην Ασφάλεια, φυλακίζεται στην Αλικαρνασσό.

Απελευθερώνεται με τη διάλυση των στρατοπέδων εξορίας και συνεχίζει τη δράση της, μέχρι την παράνομη έξοδό της από τη χώρα, λίγο πριν από το 9ο Συνέδριο του Κόμματος. Στο Συνέδριο αυτό εκλέγεται και πάλι μέλος της ΚΕ και επίσης αναπληρωματικό μέλος του ΠΓ.

Παρούσα

Με τη μεταπολίτευση, γυρίζει στην Ελλάδα και παίρνει δραστήρια μέρος στη δουλιά για την ανασυγκρότηση και την ενίσχυση του Κόμματος, αναλαμβάνοντας την Κομματική Οργάνωση της Αθήνας, της οποίας ήταν γραμματέας μέχρι το 1980. Στο 10ο Συνέδριο του Κόμματος, εκλέγεται τακτικό μέλος του ΠΓ της ΚΕ, όπως και στο 11ο και το 12ο. Παρούσα ήταν η συντρόφισσα, παρά την επάρατο ασθένεια, που, ήδη, την είχε προσβάλει, και στις επόμενες κρίσιμες εξελίξεις για το Κόμμα, υπερασπιζόμενη αποφασιστικά την ανάγκη ύπαρξής του και το μαρξιστικό - λενινιστικό του χαρακτήρα. Οπως ήταν παρούσα και μέχρι την τελευταία της πνοή, βοηθώντας καθημερινά, όσο μπορούσε περισσότερο, σε όποιο τομέα δουλιάς τής ανέθετε η καθοδήγηση του Κόμματος, δίνοντας χειροπιαστό παράδειγμα κομμουνιστικής αφοσίωσης, ανιδιοτέλειας και αυταπάρνησης.

"Σε όλη μου τη ζωή, σημειώνει η ίδια στο βιογραφικό της, έκανα ό,τι μπορούσα για να υπηρετήσω, όχι μόνο πιστά και αδιάλειπτα το Κόμμα, αλλά και αποδοτικά, εξαντλώντας όλα τα περιθώρια για την κάλυψη ιδεολογικών - πολιτικών μου ελλείψεων και αναγκών. Το πόσο τα κατάφερα δεν είναι δική μου δουλιά να το κρίνω.

Δε συνέλαβα ποτέ τον εαυτό μου, να βάζει τίποτε πάνω και πριν από το συμφέρον του Κόμματος. Ακόμα και όταν αυτό μπορούσε να είναι αφάνταστα οδυνηρό για μένα".


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ