Κυριακή 24 Νοέμβρη 1996
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 1
ΕΡΓΑΤΙΚΑ

Εισαγωγή

Το 15ο Συνέδριο διαμόρφωσε το νέο Πρόγραμμα του ΚΚΕ, που αποτελεί την επεξεργασία της στρατηγικής και της τακτικής του στις σημερινές συνθήκες. Το Πρόγραμμα του Κόμματος εκτιμά ότι "ο ελληνικός λαός θα απαλλαγεί απ' τα δεσμά και τις συνέπειες της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης και εξάρτησης, όταν η εργατική τάξη, με τους συμμάχους της, πραγματοποιήσει τη σοσιαλιστική επανάσταση και προχωρήσει στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και του κομμουνισμού" (1).

Ταυτόχρονα, το Πρόγραμμα του ΚΚΕ θεωρεί ότι "η Αντιμονοπωλιακή Αντιιμπεριαλιστική Δημοκρατική (ΑΑΔ) γραμμή πάλης συμβάλλει στη συσπείρωση της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, στην αντίσταση και υπεράσπιση των συμφερόντων του από την επιθετικότητα του μεγάλου κεφαλαίου. Είναι ο δρόμος που βοηθά ν' αλλάξει ο συσχετισμός των δυνάμεων, να γίνει η προσέγγιση και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις να πραγματοποιηθεί το πέρασμα στο σοσιαλισμό" (2).

Το ΚΚΕ θεωρεί ότι "το ΑΑΔ μέτωπο πάλης εκφράζει αντικειμενικά μια ευρύτερη κοινωνική βάση, τα συμφέροντα της μεγάλης πλειοψηφίας του λαού, που δέχεται τις συνέπειες απ' τη δράση των πολυεθνικών και από τη συμμετοχή της χώρας στους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς" (3). Αυτό δε σημαίνει ότι η αντίθεση μονοπωλίων και ιμπεριαλισμού από τη μια και της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας από την άλλη μπορεί να αυτονομηθεί από τη λύση της αντίθεσης κεφαλαίου - εργασίας.

Οπως αναφέρεται και στην εισήγηση της ΚΕ προς το Συνέδριο, "ο ΑΑ αγώνας διευκολύνει την ωρίμανση και την ανάπτυξη της αντικαπιταλιστικής συνείδησης. Είναι ο δρόμος που βοηθάει να κατανοηθεί η ριζική ρήξη με το παλιό, αφού ο καπιταλισμός βρίσκεται στο ανώτατο στάδιό του, το ιμπεριαλιστικό. Η τελική έκβαση αυτού του αγώνα δεν μπορεί παρά να είναι το πέρασμα στο σοσιαλισμό" (4).

Την ουσία, τις νομοτέλειες του ιμπεριαλισμού δίνει ο Λένιν, στο έργο του "Ο Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού". Οι θεμελιακές θεωρητικές θέσεις αυτού του έργου αποτελούν σημαντική θεωρητική βάση και μεθοδολογικό εργαλείο για τη μελέτη και ερμηνεία των φαινομένων και εξελίξεων του σύγχρονου καπιταλισμού.

Ο Λένιν έγραψε το έργο του "Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού", την άνοιξη του 1916 στη Ζυρίχη, με βασικό σκοπό, όπως ο ίδιος σημειώνει, να δείξει "ποια ήταν στις αρχές του 20ού αιώνα η συνολική εικόνα της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, στις διεθνείς αμοιβαίες σχέσεις της" (5).

Το συγκεκριμένο έργο και οι υπόλοιπες εργασίες του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό σφράγισαν την οικονομική και πολιτική σκέψη του 20ού αιώνα και αποτέλεσαν μια ιστορικής σημασίας συμβολή στην ανάπτυξη του επαναστατικού εργατικού κινήματος.

Εφαρμόζοντας τις αρχές της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας, ο Λένιν απέδειξε ότι ο ιμπεριαλισμός αποτελεί ένα νέο, το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού και αποκάλυψε την οικονομική του ουσία και τα πολιτικά του χαρακτηριστικά. Ανέλυσε την ιστορική θέση του ιμπεριαλισμού και τεκμηρίωσε ότι ο ιμπεριαλισμός είναι το τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού, το ιστορικό πρόθυρο της σοσιαλιστικής επανάστασης. Στα πλαίσια αυτά, ανέδειξε και τον αληθινό ταξικό χαρακτήρα του Α Παγκοσμίου Πολέμου που είχε ξεσπάσει εκείνη την ιστορική περίοδο.

Ο μονοπωλιακός καπιταλισμός, ο ιμπεριαλισμός, είναι το αποτέλεσμα της ανάπτυξης και εξέλιξης του καπιταλισμού, που οξύνει τις δικές του αντιθέσεις.

"Ο καπιταλισμός στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο οδηγεί στην πιο ολόπλευρη κοινωνικοποίηση της παραγωγής, τραβάει, μπορούμε να πούμε, τους καπιταλιστές, παρά τη θέληση και τη συνείδησή τους, σε κάποια νέα κοινωνική κατάσταση πραγμάτων, που είναι μεταβατική από την πλήρη ελευθερία του συναγωνισμού προς την πλήρη κοινωνικοποίηση.

Η παραγωγή γίνεται κοινωνική, η ιδιοποίηση όμως μένει ατομική. Τα κοινωνικά μέσα παραγωγής παραμένουν ατομική ιδιοκτησία ενός μικρού αριθμού προσώπων. Τα γενικά πλαίσια του τυπικά αναγνωρισμένου ελεύθερου συναγωνισμού παραμένουν και η καταπίεση των λίγων μονοπωλητών πάνω στον υπόλοιπο πληθυσμό γίνεται εκατό φορές πιο βαριά, πιο αισθητή και πιο αβάσταχτη" (6).

Αξίζει να προστεθεί μια από τις περιγραφές των φαινομένων του καπιταλισμού, που σαπίζει στο στάδιο του ιμπεριαλισμού: "...η ανάπτυξη του καπιταλισμού έφτασε στο σημείο, που, αν και η εμπορευματική παραγωγή "βασιλεύει" όπως και πριν και θεωρείται η βάση όλης της οικονομίας, στην πραγματικότητα όμως, έχει πια υποσκαφτεί και τα κυριότερα κέρδη πάνε στις "μεγαλοφυίες" των χρηματιστικών μηχανορραφιών. Αυτές οι μηχανορραφίες και κατεργαριές έχουν για βάση τους την κοινωνικοποίηση της παραγωγής, η τεράστια όμως πρόοδος της ανθρωπότητας, που με τη δουλιά της έφτασε ως αυτή την κοινωνικοποίηση, πάει προς όφελος... των κερδοσκόπων" (7).

Ενα από τα πολλά φαινόμενα της σήψης είναι και τα οικονομικά - πολιτικά σκάνδαλα, η πρόσφατη κρίση του Χρηματιστηρίου κλπ.

Μερικές φορές δεν κατανοείται ολόπλευρα το χαρακτηριστικό του "σαπίσματος" του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Και όπως κάθε πλάνη στην αντίληψη της κοινωνικο-οικονομικής πραγματικότητας οδηγεί σε λάθη πολιτικής του επαναστατικού εργατικού κινήματος.

Το σάπισμα δε συνεπάγεται αυτόματη ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος. Και σε επίπεδο οικονομίας αξίζει να προσεχτεί ότι οι οικονομικές κρίσεις, παρόλο που οξύνουν απότομα τις κοινωνικές αντιθέσεις, δεν οδηγούν αυτόματα στη συνειδητοποίηση της εργατικής τάξης, στην οργανωμένη, συνειδητή, επαναστατική δράση της. Αυτή η δράση προϋποθέτει την ανάλογη προετοιμασία της, καθώς και των κοινωνικών συμμάχων της.

Προϋποθέτει πάνω απ' όλα την ανάλογη προετοιμασία του επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης, του Κομμουνιστικού Κόμματος.

Εχει, λοιπόν, μεγάλη σημασία να κατανοήσουμε τη μαρξιστική - λενινιστική θεωρία για την κίνηση του καπιταλισμού και ιδιαίτερα τη λενινιστική θεωρία για το μονοπωλιακό καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό.

Η αναφορά μας στις θεμελιακές λενινιστικές θεωρητικές θέσεις για τον ιμπεριαλισμό στοχεύει στην κατανόηση των σύγχρονων φαινομένων, ώστε να ενισχυθεί η δράση των κομματικών μας δυνάμεων. Οπως αναφέρει και ο Λένιν: "Αν δεν κατανοηθούν οι οικονομικές ρίζες αυτού του φαινόμενου, αν δεν εκτιμηθεί η πολιτική και κοινωνική του σημασία, δεν μπορεί να γίνει ούτε βήμα στον τομέα της λύσης των πρακτικών καθηκόντων του κομμουνιστικού κινήματος" (8).

Η προσέγγιση της λενινιστικής θεωρίας βοηθά να κατανοηθεί η διαλεκτική σχέση οικονομίας - πολιτικής. Οι θεωρητικές ελλείψεις οδηγούν συχνά να κατανοείται η κίνηση του καπιταλισμού μόνο από τη σκοπιά των οικονομικών εξελίξεων, χωρίς να υπολογίζεται ευρύτερα η πολιτική, ως πολιτική εξουσία του κεφαλαίου, των μονοπωλίων. Το ίδιο, οι θεωρητικές ελλείψεις μπορεί να οδηγήσουν να κατανοείται η πολιτική του ιμπεριαλισμού, αποσπασμένη από την οικονομική της βάση.

Και οι δύο τάσεις μάς οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα: στη λαθεμένη εκτίμηση των τάσεων, των αντιθέσεων, των ιστορικών ορίων του σύγχρονου καπιταλισμού. Δύο παραδείγματα:

Πρώτον,αν αποσπάμε τα οικονομικά φαινόμενα από την πολιτική της κυρίαρχης τάξης, της χρηματιστικής ολιγαρχίας σε κάθε καπιταλιστική κοινωνία του τέλους του 20ού αιώνα, τότε θα ξεχνάμε ότι οι στόχοι της καπιταλιστικής Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι στόχοι του Μάαστριχτ για την ΟΝΕ, δεν είναι στενά οικονομικοί, αλλά εξασφαλίζουν, δυναμώνουν την πολιτική κυριαρχία των μονοπωλίων. Ενισχύουν την εξουσία τους και μέσω αυτής πραγματώνονται ευκολότερα τα οικονομικά και πολιτικά τους συμφέροντα: η εξασφάλιση όσο το δυνατόν μεγαλύτερων κερδών, η επιβίωση του συστήματος.

Δεύτερον,αν βλέπουμε την ιμπεριαλιστική πολιτική που εκπορεύεται από τα ισχυρά κράτη του ιμπεριαλισμού, π.χ., ΗΠΑ, Γερμανία κλπ., ή από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα, π.χ., ΕΕ, ΝΑΤΟ κλπ., αποσπασμένη από την οικονομική βάση του ιμπεριαλισμού, του μονοπωλιακού καπιταλισμού, δηλαδή του σύγχρονου καπιταλισμού στα τέλη του 20ού αιώνα, τότε το ζήτημα της εξάρτησης, που αφορά χώρες σε ενδιάμεση θέση στο σύστημα του διεθνούς ιμπεριαλισμού, όπως η Ελλάδα, δε συνδέεται με την ανάλυση της κοινωνικο-οικονομικής βάσης της. Ετσι, δεν κατανοείται ότι "ο ελληνικός καπιταλισμός βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο ανάπτυξής του, στην κρατικομονοπωλιακή του βαθμίδα" (9).

Και στη μία και στην άλλη περίπτωση, σαν αποτέλεσμα μη κατανόησης της διαλεκτικής σχέσης οικονομίας - πολιτικής και επομένως όχι ολοκληρωμένης ανάλυσης των αντιθέσεων των οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων, μπορεί να οδηγηθούμε στο ίδιο αποτέλεσμα: Να διαχωρίζεται τεχνητά η αντιιμπεριαλιστική από την αντικαπιταλιστική πάλη.

Η προσαρμογή του ελληνικού καπιταλισμού, μέσα από όρους εξάρτησης, στις γενικότερες στρατηγικές ιμπεριαλιστικών κέντρων - της ΕΕ, του ΝΑΤΟ - η ενσωμάτωση στη γενικότερη νέα ιμπεριαλιστική τάξη πραγμάτων, της οποίας ηγούνται οι ΗΠΑ, είναι πολιτική επιλογή που συμφέρει την άρχουσα τάξη στην Ελλάδα. Είναι πολιτική που εξασφαλίζει την ίδια την ύπαρξη της άρχουσας τάξης, το εκμεταλλευτικό σύστημα στην Ελλάδα, τη δυνατότητα ενίσχυσης της κυριαρχίας της απέναντι στην εργατική τάξη και τα καταπιεζόμενα κοινωνικά στρώματα. Είναι πολιτική που εξασφαλίζει τα οικονομικά συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Με άλλα λόγια, η καταπίεση από την εξάρτηση δεν αγγίζει την ίδια την άρχουσα τάξη. Ισα - ίσα, πραγματώνει τα κέρδη της, τα οικονομικά και πολιτικά της συμφέροντα, μέσα από σχέσεις εξάρτησης στα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Αυτό είναι μέσα στην ουσία του ιμπεριαλιστικού συστήματος. Γι' αυτό ακριβώς ο Λένιν μίλησε για "το γενικό πέρασμα όλων των εύπορων τάξεων με το μέρος του ιμπεριαλισμού" (10).

Για παράδειγμα, στην Ελλάδα, τόσο οι ενώσεις της ολιγαρχίας (όπως ο ΣΕΒ), όσο και οι πολιτικοί εκφραστές τους (ΝΔ - ΠΑΣΟΚ) ενεργά στήριξαν και προώθησαν τη διαμόρφωση των μηχανισμών της καπιταλιστικής ΕΕ (Μάαστριχτ), καθώς και τις πολιτικές επιλογές της (π.χ. "Λευκή Βίβλος").

Ο Λένιν υπογράμμιζε ότι "... οι κρίσεις - κάθε είδους, πιο συχνά απ' όλες οι οικονομικές, όχι όμως μόνο οι οικονομικές - δυναμώνουν με τη σειρά τους σε τεράστιες διαστάσεις την τάση για συγκέντρωση και για μονοπώλιο" (11).

Η θεωρητική αυτή προσέγγιση μάς βοηθά να εξηγήσουμε και τα φαινόμενα της κρίσης του ελληνικού καπιταλισμού. Η οικονομική κρίση εκδηλώνεται με μείωση των επενδύσεων στον παραγωγικό τομέα, κλείσιμο, αλλά και εξαγορές επιχειρήσεων και συγχωνεύσεις κεφαλαίων, αύξηση της εξαγωγής κερδών και κεφαλαίων, με αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης και της ανεργίας, συνολική επιδείνωση της θέσης της εργατικής τάξης και της καταπίεσης των άλλων κοινωνικών στρωμάτων.

Τα φαινόμενα αυτά είναι εκδηλώσεις του ελληνικού καπιταλισμού στην κρατικομονοπωλιακή βαθμίδα ανάπτυξής του. Ταυτόχρονα με την καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων στην εσωτερική αγορά, συνυπάρχει η εξαγωγή κεφαλαίων. Για παράδειγμα, οι ελληνικές επενδύσεις στην Αλβανία κατέχουν τη δεύτερη θέση μετά τις ιταλικές (12). Στη Ρουμανία, κατέχουν τη 12η θέση από άποψη ύψους επενδεδυμένων κεφαλαίων και τη 14η από άποψη πλήθους επιχειρήσεων, χωρίς να υπολογιστεί ο τομέας της ναυτιλίας, όπου υπάρχουν αξιόλογες επενδύσεις (13). Στη Βουλγαρία, οι ελληνικές επενδύσεις καλύπτουν το 10% του συνόλου των ξένων επενδύσεων, ενώ με βάση την αξία των άμεσων επενδύσεων κατέχουν την 5η θέση (14).

Τα φαινόμενα αυτά δεν είναι συνέπειες "καλής" ή "κακής" διαχείρισης του καπιταλισμού, όπως ισχυρίζονται τα άλλα κόμματα. Ούτε συναντώνται μόνο στον ελληνικό καπιταλισμό, χωρίς να παραβλέπουμε την ένταση και την έκτασή τους, που ποικίλλει, σαν αποτέλεσμα της ανισόμετρης ανάπτυξης του καπιταλισμού.

Η αναπόφευκτη τάση προς τη στασιμότητα και το σάπισμα, που χαρακτηρίζει το μονοπωλιακό καπιταλισμό, δεν αποκλείει τη γρήγορη ανάπτυξη του καπιταλισμού. Ορισμένοι κλάδοι της βιομηχανίας, ορισμένα στρώματα της αστικής τάξης, ορισμένες χώρες εκδηλώνουν στην εποχή του ιμπεριαλισμού, με μεγαλύτερη ή μικρότερη δύναμη πότε τη μια και πότε την άλλη απ' αυτές τις τάσεις.

Αυτή η ανάπτυξη του καπιταλισμού, όχι μόνο γίνεται γενικά πιο ανισόμετρη, αλλά χαρακτηρίζεται από την όξυνση των αντιθέσεων και το σάπισμα.

Οξύνεται η αντίθεση ανάμεσα στο βάθεμα και τη διεύρυνση της κοινωνικοποίησης της παραγωγής από τη μια, και τη συγκέντρωση των μέσων παραγωγής και του κοινωνικού πλούτου σε ολοένα και λιγότερα χέρια από την άλλη.

Αυτή η αντίθεση υποσκάπτει τα ίδια τα θεμέλια του σύγχρονου καπιταλισμού, του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Περιορίζει τις δυνατότητες διεξόδου από τις κρίσεις, τις δυνατότητες πραγμάτωσης των κερδών του. Γι' αυτό η επίθεση σήμερα παίρνει τις πιο βάρβαρες μορφές. Από αυτή την τάση, θα διαμορφωθούν και τα αντικειμενικά στοιχεία της πανεθνικής κρίσης, αλλού νωρίτερα, αλλού αργότερα, στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης καπιταλιστικής κοινωνίας.

Βέβαια, η άρχουσα τάξη επεξεργάζεται πολιτικές εφεδρείες, διαμορφώνει κοινωνικές συμμαχίες, στη βάση οικονομικών συμφερόντων. Ακόμα και τμήματα της εργατικής τάξης εξαγοράζει για να χειραγωγήσει το εργατικό κίνημα. Αλλά δεν έχει το απεριόριστο περιθώριο σε αυτές τις κινήσεις της, δεν μπορεί να καταργήσει τις αντιθέσεις της σύγχρονης καπιταλιστικής κοινωνίας. Ετσι λοιπόν, αντικειμενικά διαμορφώνονται περίοδοι απότομης όξυνσης των κοινωνικών αντιθέσεων. Κάτω από ορισμένες συνθήκες, μπορεί να διαμορφωθεί επαναστατική κατάσταση, δηλαδή "οι πάνω να μην μπορούν" να ασκούν εξουσία όπως πριν, και "οι κάτω να μην θέλουν" πλέον να ζουν με τον ίδιο τρόπο, να αμφισβητούν αυτή την εξουσία.

Η πραγματοποίηση της δυνατότητας να ανατραπεί η καπιταλιστική εξουσία και να εγκαθιδρυθεί η επαναστατική εργατική εξουσία (Δικτατορία του Προλεταριάτου) θα εξαρτηθεί, σε τέτοιες συνθήκες, από την κατάσταση του υποκειμενικού παράγοντα, που συνδέεται και με το διεθνή συσχετισμό δυνάμεων. Δηλαδή από το βαθμό συνειδητοποίησης και οργάνωσης της εργατικής τάξης, πρώτα απ' όλα του Κόμματός της, και τη στάση της πλειοψηφίας των λαϊκών δυνάμεων.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ