Τρίτη 22 Μάη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Το πρώτο βήμα μπορεί να γίνει, πρέπει να γίνει, στην επικείμενη εκλογική μάχη

Δεύτερο μέρος

Η κινδυνολογία με όρους ντέρμπι σε συνδυασμό με το νέο εκλογικό νόμο απόδειξη της ανάγκης να αποδυναμωθεί η δικομματική εναλλαγή

Το σχετικά νέο στοιχείο στην επιχείρηση θωράκισης της δικομματικής εναλλαγής είναι ο εκλογικός νόμος που θα ισχύσει για πρώτη φορά, σε συνδυασμό με ορισμένες θετικές διεργασίες που έχουν γίνει στη λαϊκή συνείδηση και την αναγόρευση του συναγωνισμού σε ντέρμπι που θα κριθεί ίσως στα σημεία. Η εκλογική μάχη δεν πρέπει να βάλει στο περιθώριο αυτές τις διεργασίες, ενόψει του ντέρμπι. Αντίθετα, αυτές πρέπει να αποτυπωθούν και να μεταπλαστούν στην πορεία, με βάση την ίδια την πείρα του λαού, σε βάθος και αντοχή. Αν μιλάμε με αγωνία για το ζήτημα αυτό είναι όχι γιατί εμείς καθορίζουμε τη στρατηγική μας από μια συγκεκριμένη μάχη, ούτε καν από το σημερινό συσχετισμό δύναμης, αλλά γιατί κάθε μικρή ή μεγάλη ευκαιρία πρέπει να αξιοποιείται. Αλλο πράγμα να έχεις πολιτική αντοχή να περιμένεις και άλλο να χάνεις χρόνο.

Και τα δύο κόμματα χειρίζονται το ζήτημα αυτό με αντιφατικό τρόπο που έχει την εξήγησή του. Από τη μια μεριά επιθυμούν να δημιουργήσουν από τώρα την αίσθηση ότι υπάρχει βέβαιος νικητής πριν ανοίξει η κάλπη, ποντάροντας στην ψυχολογία ενός μέρους των λαϊκών μαζών που έχει την τάση να προσελκύεται από τον νικητή. Από την άλλη, όμως, η προκαταβολική σιγουριά δυσκολεύει να λειτουργήσει ο δικομματικός καυγάς. Η βεβαιότητα της νίκης μπορεί να δυσκολέψει τη συσπείρωση με όρους κομματικού πατριωτισμού. Δε θα λειτουργήσουν απρόσκοπτα τα αντιδεξιά και αντιΠΑΣΟΚ σύνδρομα. Ετσι, έχουν διατάξει τα παπαγαλάκια τους στα έντυπα και στα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης να προβληματίσουν, δηλαδή να απειλήσουν, τι θα συμβεί αν προκύψει μια κυβέρνηση με συν ένα βουλευτή. Τι κίνδυνο αντιπροσωπεύει μια αδύναμη κυβέρνηση, τι δοσοληψίες και εξαγορές θα γίνουν, πράγμα που θα αλλοιώσει τάχα τη λαϊκή ετυμηγορία.


Προβάλλουν ως κίνδυνο για το λαό αυτό που είναι ή που θέλει να το αναγορεύει σε μέγιστο κίνδυνο η πλουτοκρατία και τα κόμματά της. Τις τελευταίες μάλιστα μέρες ξεκίνησε η ανίχνευση εδάφους μήπως μπορεί να αλλάξει ο εκλογικός νόμος ώστε η νέα κυβέρνηση να έχει άνετη αυτοδυναμία. Αυτό το θέλει και η ΝΔ ακόμα και αν έρθει δεύτερο κόμμα, και το ΠΑΣΟΚ, επίσης, ακόμα και αν παραμείνει στην αντιπολίτευση. Δεν έχει σημασία τι ομολογούν, σημασία έχει τι τους απασχολεί. Νυν υπέρ πάντων να προχωρήσουν τα νέα αντιδραστικά πακέτα.

Αυτό που συμφέρει την εργατική τάξη, γενικότερα τον εργαζόμενο λαό, είναι από τις επόμενες εκλογές να προκύψει μια όσο γίνεται αδύναμη κυβέρνηση και ανάλογα αδύναμη αξιωματική αντιπολίτευση, ώστε να αισθανθούν ότι έχουν απέναντί τους ένα αποφασισμένο λαϊκό κίνημα.

Οι εργαζόμενοι υποφέρουν ακριβώς γιατί το πολιτικό σύστημα είναι ισχυρό και σταθεροποιημένο, δηλαδή υπάρχει ισχυρή αντιλαϊκή κοινοβουλευτική πλειοψηφία στη Βουλή. Οι αγώνες που έγιναν ήταν σημαντικοί και δυναμικοί, όμως ακόμα δεν έχουν εκείνα τα χαρακτηριστικά που να ολοκληρώνονται σε αλλαγές στο συσχετισμό δύναμης στο πολιτικό επίπεδο. Δεν είναι άσχετο το πρόβλημα αυτό και με τη στάση που κράτησε η ΝΔ ως αντιπολίτευση και το ΠΑΣΟΚ τώρα σε αγαστή συνεργασία με τον ΣΥΝ. Κοινή τους προσπάθεια οι αγώνες να μην ξεφύγουν από μια αντιΠΑΣΟΚ ή αντιδεξιά γραμμή.

Η πολιτική σταθερότητα αφορά το λαό μόνο όταν έχει να κάνει με λαϊκή διακυβέρνηση. Και τότε δε θα κριθεί μόνο ή κυρίως στο επίπεδο του Κοινοβουλίου, αλλά στο επίπεδο της ταξικής πάλης και αναμέτρησης, στο επίπεδο της κοινωνίας.

Η αποδυνάμωση των δύο κομμάτων, σε συνδυασμό με την ισχυροποίηση του ΚΚΕ, δεν πρόκειται βεβαίως να τους αλλάξει τη στρατηγική και το πρόγραμμα, αλλά θα τους τρομάξει, θα συνειδητοποιήσουν ότι δεν μπορεί ατιμώρητα να εμπαίζουν και να παραπλανούν, να τρομοκρατούν. Αν κάτι τέτοιο συμβεί, τότε μπορεί να δρομολογηθούν θετικές εξελίξεις.

Είναι, λοιπόν, ευκαιρία η προεκλογική μάχη να πάρει τα χαρακτηριστικά ενός ντέρμπι με αντίπαλους τη δικομματική εναλλαγή και την αγωνιστική ριζοσπαστική συσπείρωση που εκφράζει με την πολιτική του πρόταση το ΚΚΕ.

Απέναντι στο ΚΚΕ συνασπίζονται ΝΔ και ΠΑΣΟΚ αλλά και ο ΣΥΝ, ο ΛΑ.Ο.Σ., με το κοινό επιχείρημα ότι το ΚΚΕ δεν έχει πρόταση άμεσης λύσης των προβλημάτων, παραπέμπει στο αόριστο μέλλον, δεν έχει πρόταση εξουσίας

Το μοτίβο είναι κοινό για όλα τα παραπάνω κόμματα. Οι διαφορές στην επιχειρηματολογία και στο στιλ της κριτικής που χρησιμοποιεί το κάθε κόμμα χωριστά έχουν δευτερεύουσα σημασία. Πάντως, η κριτική της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ προς το ΚΚΕ έχει ταξική αφετηρία. Μέσω της πολεμικής ή της «συμβουλευτικής» κριτικής γίνεται συστηματική προσπάθεια όχι μόνο να ασκηθεί ισχυρή ιδεολογική πίεση στο Κόμμα και στην εκλογική του βάση, όσο κυρίως να χτιστεί ένα τείχος ανάμεσα στην πολιτική πρόταση του ΚΚΕ και τις κοινωνικές δυνάμεις που τις αφορά η συμμαχία. Για να παρεμποδίσουν διεργασίες και συμμαχία στο πολιτικό επίπεδο. Οταν θα οικοδομηθεί η κοινωνικοπολιτική συμμαχία τότε είναι που θα δείξουν τα δόντια τους.

Τους ενοχλεί η θέση του ΚΚΕ για ασυμφιλίωτη αντίθεση και πάλη με την καπιταλιστική εργοδοσία, τα μονοπώλια, την ιμπεριαλιστική στρατηγική, κάθε ιδέα και θέση που μπορεί στην πορεία να οδηγήσει στην οργάνωση των λαϊκών μαζών και στην όξυνση της ταξικής πάλης. Απεχθάνονται τη γραμμή συσπείρωσης και συμμαχίας που προτείνει το ΚΚΕ γιατί δεν πρόκειται για μια εκλογική συγκόλληση. Γιατί δεν κινείται με στόχο να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να επιβιώσουμε αλλά γιατί έχει δυναμική προοπτική, κινητοποιητική ικανότητα, απεγκλωβίζει, μαχητικοποιεί, θέτει ζήτημα άλλης εξουσίας. Γιατί η πρόταση συμμαχίας του ΚΚΕ δεν είναι η πρόταση ενός πανικόβλητου κόμματος που θέλει να παίξει στο σύστημα εξουσίας, αλλά ενός κόμματος που θέλει να έχει δύναμη για να αποκτήσει δύναμη και προοπτική η λαϊκή κοινωνικοπολιτική συμμαχία, που δεν υπηρετεί κοντοπρόθεσμους, μικροκομματικούς εγωιστικούς σκοπούς.

Ο ΣΥΝ θεωρεί ότι πλεονεκτεί απέναντι στο ΚΚΕ στο ζήτημα της συμμαχίας γιατί είναι ανοιχτός και αντιδογματικός, έτοιμος δηλαδή να χωρέσει τα πάντα αρκεί να μπει στο σύγχρονο «πολιτικό παιχνίδι», με σημαία, βεβαίως, τη σωτηρία του λαού. Αντιπαραθέτει τον ΣΥΡΙΖΑ (!) ως παράδειγμα, και κατά περίπτωση, κυρίως εκλογικά, την ενότητα της Αριστεράς και «την άδεια καρέκλα» που κρατά για το ΚΚΕ. Οταν πρόκειται για ψήφους καπηλεύεται την πολιτική της συμμαχίας, ενώ βεβαίως δεν παραλείπει να υπογραμμίζει ότι έχει βαθιές διαφορές με το ΚΚΕ, και ότι δεν μπορεί να κάνει προγραμματική συμφωνία μαζί του. Ο οπορτουνισμός, είναι γεγονός, έχει την πολυτέλεια της πολυγλωσσίας και της πολυσυλλεκτικότητας, κάτι που δεν επιτρέπεται σε μας από θέση αρχών. Για μας αυτό είναι το δυνατό και όχι το αδύνατο σημείο μας.

Η στάση του ΣΥΝ εξηγείται, καθώς έχει συντελεστεί η πορεία προς τη σοσιαλδημοκρατικοποίησή του. Βιώνει σήμερα τη γνωστή αντίφαση που χρόνια ταλαιπώρησε τη σοσιαλδημοκρατία και ως ένα βαθμό την αφορά και σήμερα. Πώς να καλύψει την πολιτική του με κοινωνικό, ακόμα και αντικαπιταλιστικό προφίλ. Δε θέλει να έχει στα αριστερά του μια δύναμη που εκτός των άλλων προκαλεί ερωτήματα και αμφισβητήσεις, ταλαντεύσεις σε αρκετούς που αρχίζουν να υποψιάζονται ότι οι ιδέες της λεγόμενης ανανεωτικής και αντιδογματικής Αριστεράς δεν εκφράζουν μια ουσιαστική διαφορετικότητα από την κυρίαρχη πολιτική. Δεν αμφισβητούν την κυρίαρχη πολιτική στα βάθρα της αλλά στις πιο ακραίες εκδηλώσεις.

Δεν είναι τυχαίο ότι χρόνια τώρα, μετά το 1991, ο ΣΥΝ συνεχώς αναπαράγει το ερώτημα στον εαυτό του «μαζί με το ΠΑΣΟΚ» ή «χώρια από το ΠΑΣΟΚ», «τώρα συνεργασία με το ΠΑΣΟΚ ή στην πορεία» αφού έχει κατοχυρωθεί ο ΣΥΝ ως ηγετική δύναμη στο χώρο της «παραδοσιακής» και «ανανεωτικής Αριστεράς». Ούτε επίσης είναι παράξενο ότι στους κόλπους του ΣΥΝ αναπαράγεται το ερώτημα αν το κύριο είναι η δράση μέσα στους θεσμούς, ή το κύριο είναι το κινηματικό πεδίο. Οσον αφορά το τελευταίο οι προβληματισμοί και, κυρίως, η πρακτική, μας θυμίζουν τις αλήστου μνήμης θεωρίες του Μαρκούζε που βεβαίως αποδείχτηκαν φούσκες ή μάλλον ισχυρό διαβρωτικό για το κίνημα της νεολαίας και όχι μόνο. Το ζήτημα δεν είναι μόνο η οργανωτική αυτοτέλεια αλλά σε συνδυασμό με την ιδεολογικοπολιτική, κάτι που λείπει από το συγκεκριμένο φορέα ο οποίος ενδιαφέρεται απλά να διαμορφώσει κατάλληλους γι' αυτόν όρους κυβερνητικής συμμετοχής στη διαχείριση. Αν δεν είχαν μεσολαβήσει οι αρνητικές εξελίξεις στην Ευρώπη για το λεγόμενο ρεύμα της ανανέωσης ίσως δε θα είχε ο ΣΥΝ αποκτήσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησης.

Ο ΣΥΝ στις αρχές της 10ετίας του '90 πίστεψε ότι θα κεφαλαιοποιήσει υπέρ του τις αρνητικές συνέπειες και την απογοήτευση που προκάλεσε η νίκη της αντεπανάστασης στις σοσιαλιστικές χώρες. Εγινε το πιο ισχυρό άλλοθί του για να φθείρει την αξία της ταξικής πάλης, την αναγκαιότητα του επαναστατικού άλματος και του επιστημονικού σοσιαλισμού. Πιστεύει στα σοβαρά ότι αποτελεί πλεονέκτημα να κάνει προσαρμογές μέσα σε ένα βράδυ ανάλογα πού φυσάει ο άνεμος. Να παίζει σε διπλό ταμπλό ανά πάσα στιγμή.

Εν τέλει αποτελεί ένα συνεπές κόμμα στον οπορτουνισμό, που κανείς μπορεί να το διαβάσει πολύ εύκολα αν κάνει τον κόπο να μελετήσει το ρόλο του οπορτουνισμού από τη στιγμή που διαμορφώθηκε διακριτά το εργατικό επαναστατικό κίνημα.

Ο αρνητικός του ρόλος είναι πολύ μεγαλύτερος από την οργανωμένη δύναμή του, από την εκλογική και πολιτική του επιρροή. Τελικά είναι δύναμη που εύκολα τη χωνεύει το αστικό πολιτικό σύστημα, εφεδρεία ανά πάσα στιγμή χρησιμοποιήσιμη και για το σχηματισμό κυβερνήσεων στην περίπτωση που η δικομματική εναλλαγή εξελιχθεί σε διπολική.

Η πολεμική που ασκούμε δεν έχει σχέση με τα εκλογικά ποσοστά, άλλωστε κινούμαστε σε διαφορετικούς χώρους και «ακροατήρια». Είναι η κριτική στον κίνδυνο που αντιπροσωπεύουν οι ιδέες του οπορτουνισμού είτε έχουν οργανωμένο φορέα είτε δεν έχουν και είναι διάχυτες.

Οσο για το ΛΑ.Ο.Σ. είναι εύκολο να μπει κανείς στον πειρασμό να σκεφτεί τι ρόλο παίζει, ποιο είναι το κίνητρο και ο σκοπός του. Με κυνήγι βεβαίως μαγισσών δε γίνεται πολιτική αντιπαράθεση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτελεί παρακλάδι της φιλελεύθερης πολιτικής και ιδεολογίας, ανεξάρτητα αν ερωτοτροπεί και με το ΠΑΣΟΚ. Η αντιαμερικανική φρασεολογία του δεν έχει καμιά σχέση με την αντιιμπεριαλιστική πολιτική, τα δάκρυά του για τη φτώχεια είναι το αναγκαίο επίχρισμα για να αποκτήσει λαϊκή βάση, αφού δεν μπορεί να αποσπάσει τη στήριξη της αστικής τάξης για ευνόητους λόγους. Δεν του λείπει όμως και η ειλικρίνεια καθώς σε κάθε ευκαιρία τονίζει ότι είναι έτοιμο ως κόμμα να διαπραγματευτεί και με τους δύο εταίρους της δικομματικής εναλλαγής.

Το ΚΚΕ διαθέτει ολοκληρωμένο πρόγραμμα εναλλακτικής λύσης που ανοιχτά εκθέτει στο λαό, χωρίς μισόλογα και περιστροφές

Οσο αυτό είναι αλήθεια άλλο τόσο αποτελεί σκόπιμη παραπλάνηση ότι επειδή η στρατηγική του ΚΚΕ αφορά το σοσιαλισμό δεν είναι σε θέση σήμερα να υπερασπιστεί τα λαϊκά συμφέροντα και να ασκήσει πίεση για την άμβλυνση των οξυμένων προβλημάτων, για την απόσπαση παραχωρήσεων και κατακτήσεων. Ακριβώς γιατί το ΚΚΕ γνωρίζει προς τα πού πάνε τα πράγματα, ακριβώς γιατί πιστεύει στη δυνατότητα αλλαγής και ανατροπής των συσχετισμών, ακριβώς γι' αυτό είναι σε θέση να συμβάλλει σήμερα και σε κάθε στιγμή ή φάση ώστε να αποσπαστούν έστω και κάποιες προσωρινές παραχωρήσεις. Βεβαίως, αυτό είναι συνάρτηση και της δύναμής του, της πολιτικής συμμαχιών, του επιπέδου και της στάθμης του κινήματος. Το ζήτημα δεν είναι αν δέχεσαι ή όχι κάποιες έστω μικρές νίκες του κινήματος. Τις δέχεσαι από τη στιγμή που κάθε φορά αυτές αποκρυσταλλώνουν ένα ορισμένο επίπεδο συσχετισμού δύναμης και προσφέρουν κάποια ανακούφιση, έστω και προσωρινή. Το ζήτημα είναι αν προσαρμόζεσαι ή υποτάσσεσαι στον κάθε φορά συσχετισμό δύναμης ή συγκεντρώνεις δυνάμεις στην πορεία να τον αλλάξεις, να τον ανατρέψεις. Το ζήτημα δεν είναι ή όλα ή τίποτε, από τη στιγμή άλλωστε που δεν εξαρτάται από τη θέληση και την επιθυμία του ΚΚΕ στη δοσμένη στιγμή. Το θέμα είναι να μη δουλεύεις το λαό ξεγελώντας τον με πλάνα συνθήματα ενώ στην πραγματικότητα τον ωθείς στην ενσωμάτωση.

Δεν υπάρχει ζήτημα, πρόβλημα, θέμα που το ΚΚΕ δε διατύπωσε αιτήματα, δεν έδειξε τρόπους αντιμετώπισης των προβλημάτων. Αλλού είναι το πρόβλημα για τους κάθε λογής αντιπάλους. Οι θέσεις και οι προτάσεις δράσης του ΚΚΕ έχουν οικονομικό και πολιτικό και ιδεολογικό κόστος για την εξουσία των μονοπωλίων, δημιουργούν προϋποθέσεις το σύστημα της δικομματικής εναλλαγής να δεχτεί πλήγματα. Και το χειρότερο γι' αυτούς, περικλείουν δυναμική.

Βεβαίως, είναι απολύτως κατανοητό ότι σε συνθήκες υποχώρησης της επαναστατικής συνείδησης, σε συνθήκες της καταιγίδας των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, σε συνθήκες που κυριαρχεί η μοιρολατρία και ο φόβος, ακούγεται παράξενο να γίνεται λόγος για τη λαϊκή εξουσία και οικονομία, για το σοσιαλισμό.

Εξηγείται ο φόβος και ο δισταγμός. Ωστόσο, σήμερα υπάρχουν πολύ περισσότερες δυνατότητες λογικής και πειστικής απόδειξης για το ποια σχέση έχουν τα λεγόμενα καθημερινά και τοπικά ή κλαδικά προβλήματα με το γενικό πολιτικό ζήτημα, που δεν είναι άλλο ποια τάξη και ποιο κόμμα ή κόμματα είναι στην εξουσία, ποια είναι η γενική γραμμή πλεύσης. Αλλιώς δεν υπάρχει δυνατότητα να καταργηθεί η μερική απασχόληση και το καθεστώς του ωρομίσθιου σε μια επιχείρηση, σε έναν κλάδο, σε έναν τομέα της οικονομίας, να μηδενιστεί η ανεργία. Δεν είναι δυνατόν να υπάρχουν εξαιρέσεις, δηλαδή, για κάποιους όταν έχει δρομολογηθεί μια συγκεκριμένη στρατηγική επιλογή που είναι σύμφυτη με το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα που συνεπάγεται η μικρή ιδιοκτησία στη γη, στη γεωργική και κτηνοτροφική παραγωγή στα πλαίσια της ΚΑΠ και γενικότερα του καπιταλισμού, όπως δεν είναι δυνατόν να στηριχτούν οι αυτοαπασχολούμενοι ώστε να αντιμετωπίσουν την πίεση από τα μονοπωλιακά συγκροτήματα. Ακόμα και αν υπάρχουν πυροσβεστικά μέτρα υπέρ τους, δεν μπορεί να ανακοπεί η τάση συγκέντρωσης του κεφαλαίου, η παραγωγή σε μεγάλη κλίμακα. Οπως επίσης δεν είναι δυνατόν να καταργηθούν οι ταξικοί φραγμοί στην Παιδεία με την κατάργηση των εξετάσεων.

Το ζήτημα είναι ότι εξαιτίας αντικειμενικών παραγόντων, αλλά και δικών μας αδυναμιών, ακόμα και προοδευτικές, ριζοσπαστικές δυνάμεις δυσκολεύονται να κατανοήσουν με ποιο τρόπο οι κρίκοι συνδέονται σε μια ενιαία αλυσίδα. Αυτό που εξαρτάται από εμάς είναι να διεξάγουμε ποιοτική προπαγάνδα, δυναμική προπαγάνδα, να γνωρίζουμε σε βάθος πώς και με ποιο τρόπο συνδέεται διαλεκτικά το συγκεκριμένο πρόβλημα με τη γενική πολιτική. Να αποβάλλουμε την τάση να περιγράφουμε προβλήματα, να αναφερόμαστε σε στόχους πάλης και να κολλάμε μηχανιστικά το γενικό σύνθημα για λαϊκή εξουσία και οικονομία. Να παίρνουμε υπόψη τη μεθοδολογία του αντιπάλου και τα ιδεολογήματά του με τα οποία πετυχαίνει να αποσυνδέει την πολιτική από την οικονομία.

Σήμερα χρειάζεται να κατακτάμε, συνεχώς, όλο και μεγαλύτερο εύρος και βάθος πολιτικών και θεωρητικών γνώσεων, που ξεκινάει από το συγκεκριμένο πρόβλημα του τόπου δουλιάς και κλάδου, της συνοικίας και της περιφέρειας και διευρύνεται με γενικότερη θεώρηση κατά τάξη και κοινωνικό στρώμα. Να γνωρίζουμε σε βάθος και ολοκληρωμένα την κυρίαρχη πολιτική και όχι μόνο τις ταξικές της συνέπειες και το γενικό στόχο. Να έχουμε ικανότητα γενίκευσης της πείρας από τη δράση των μαζών. Η κυρίαρχη πολιτική περιβάλλεται από ιδεολογήματα και μύθους, χρησιμοποιεί αντικειμενικά και πραγματικά στοιχεία για να πείθει, κάνει φραστικούς ελιγμούς που πρέπει να τους ξεσκεπάζουμε.

Το ΚΚΕ δεν υποτιμά το επίπεδο της πολιτικής συνείδησης που διαμορφώνεται στις δοσμένες συνθήκες, ούτε κάνει αφ' υψηλού κριτική. Το παίρνει υπόψη πολύ σοβαρά. Το ζήτημα αυτό κάθε άλλο παρά απλό είναι, ούτε λύνεται με συνταγές και κάτω από την πίεση της στιγμής. Από τη μια μεριά δεν μπορείς να ζητάς από τις λαϊκές μάζες να ευθυγραμμίζονται με το δικό σου επίπεδο, δηλαδή με τη στρατηγική σου, όπως δεν μπορεί να απαιτείς από τους συμμάχους να συμφωνούν σε όλα μαζί σου, στο ζήτημα του χαρακτήρα της εξουσίας, στο ζήτημα του σοσιαλισμού. Επομένως απαιτούνται συμβιβασμοί, ταυτόχρονα όμως δεν πρέπει να χάνεις από τα μάτια σου τον υπαρκτό κίνδυνο της ενσωμάτωσης, τότε σίγουρα θα την πατήσεις. Και το θέμα δεν είναι αν το Κόμμα θα πληρώσει το ένα ή το άλλο λάθος του, το θέμα είναι ότι θα ζημιωθεί το ίδιο το λαϊκό κίνημα.

Η ουσία πάντως της πολεμικής που εξαπολύεται προς το ΚΚΕ αφορά τις θέσεις του για τα μεγάλα προβλήματα, για την πολιτική συμμαχιών. Είτε πρόκειται για θέσεις άμεσης δράσης είτε γενικότερες το κύριο και βασικό είναι ότι δε συμφέρουν. Η ουσία της πολεμικής είναι ότι το ΚΚΕ προσέχει και να μην αποσπάται από τις λαϊκές μάζες και ταυτόχρονα να μην το βάζουν στο χέρι.

Αυτό το χαρακτηριστικό είναι το μεγάλο πλεονέκτημα που διαθέτει το ΚΚΕ και συμφέρει τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού.


Της ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Αλέκας ΠΑΠΑΡΗΓΑ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ