Κυριακή 14 Οχτώβρη 2007
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
«ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ»
Εργαλείο για την υποταγή των εργαζομένων

Μετά τη σχετική πρόσκληση της κυβέρνησης, ΠΑΣΟΚ, ΛΑ.Ο.Σ., πλειοψηφία ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ και εργοδότες συγκρότησαν τη «συμμαχία των προθύμων»

Κανένας διάλογος - καμιά συναίνεση είναι το ξεκάθαρο μήνυμα των ταξικών δυνάμεων
Κανένας διάλογος - καμιά συναίνεση είναι το ξεκάθαρο μήνυμα των ταξικών δυνάμεων
Οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης της ΝΔ, για την ανατροπή των ασφαλιστικών δικαιωμάτων που απέμειναν στους εργαζόμενους, αποτελούν - στο μεγαλύτερο μέρος τους - εφαρμογή όσων περιέχονται στον αντιασφαλιστικό νόμο 3029 του 2002 του ΠΑΣΟΚ. Ο νόμος, μεταξύ άλλων, προβλέπει την ενοποίηση των Ταμείων, με πρακτικό αποτέλεσμα την προς τα κάτω εξίσωση των ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, τον αποχαρακτηρισμό επαγγελμάτων και ειδικοτήτων από Βαρέα και Ανθυγιεινά, τη μείωση των συντάξεων και άλλα.

Και τώρα, όπως κάθε φορά που το κεφάλαιο και οι πολιτικοί του εκφραστές στοχεύουν στην υλοποίηση αντεργατικών σχεδιασμών, η κυβέρνηση της ΝΔ χρησιμοποιεί το χαρτί του λεγόμενου κοινωνικού διαλόγου. Ηδη, μετά τη σχετική πρόσκληση που απηύθυνε η κυβέρνηση στα κόμματα της Βουλής και στους «κοινωνικούς εταίρους», η «συμμαχία των προθύμων» για το παραπέρα πετσόκομμα των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων των εργαζομένων έχει συγκροτηθεί. Το ΚΚΕ, από την πρώτη στιγμή και πολύ πριν ξεκινήσει επίσημα η σχετική συζήτηση, είχε ξεκαθαρίσει ότι με κανέναν τρόπο δε θα συμμετάσχει στον «κοινωνικό διάλογο».

Το ΠΑΣΟΚ, χωρίς περιστροφές, δήλωσε ότι θα συμμετάσχει στις σχετικές με το Ασφαλιστικό συνεδριάσεις των επιτροπών της Βουλής, όπου θα διεξαχθεί και ο σχετικός «διάλογος». Το ίδιο και ο ΛΑ.Ο.Σ. Ενώ, αξιοποιώντας σαν άλλοθι τον κοινοβουλευτικό μανδύα του «κοινωνικού διαλόγου», μόλις την περασμένη Πέμπτη η πλειοψηφία της ΓΣΕΕ αποφάσισε να καπαρώσει την καρέκλα της, ανακοινώνοντας την εκπροσώπησή της στις επιτροπές. Ακολούθησε μια μέρα αργότερα η πλειοψηφία της ΑΔΕΔΥ.

Με την πατέντα της ΕΕ

Η διαδικασία του «κοινωνικού διαλόγου» στην Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΟΚ τότε) έκανε την εμφάνισή της το 1985 και στην Ελλάδα εγκαινιάστηκε επίσημα από την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ το 1997. Μάλιστα, οι δηλώσεις του τότε πρωθυπουργού Κ. Σημίτη αποκαλύπτουν και τις πραγματικές στοχεύσεις του «κοινωνικού διαλόγου»: «Ο κοινωνικός διάλογος - έλεγε - είναι στρατηγικός σχεδιασμός και συνεννόηση για κοινές δράσεις με συναίνεση (...). Είναι η διαμόρφωση συναντίληψης για τις μεγάλες επιλογές που βρίσκονται μπροστά μας, μέσα από την αμοιβαία κατανόηση των προβλημάτων».

Με άλλα λόγια, ο «κοινωνικός διάλογος» προϋποθέτει την αποδοχή της αντίληψης ότι κεφάλαιο και εργάτες έχουν μεν διαφορετικά συμφέροντα, αλλά όχι αντίθετα, τέτοια δηλαδή που το ένα να αποκλείει το άλλο. Και, επομένως, μέσα από το «διάλογο» μπορεί να βρεθεί η χρυσή τομή που θα εξυπηρετεί και τους δύο. Από εδώ πηγάζει και η έννοια των «κοινωνικών εταίρων», της συνεργασίας σε μικρό ή μεγάλο βαθμό των δύο τάξεων που αντικειμενικά βρίσκονται σε διαρκή σύγκρουση.

Σήμερα, ο λεγόμενος κοινωνικός διάλογος στηρίζεται και μέσα από τη λειτουργία μιας σειράς πάγιων μηχανισμών που δημιουργήθηκαν γι' αυτόν ακριβώς το σκοπό. Οπως η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ), που ιδρύθηκε το 1994, με πρότυπο την ΟΚΕ της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Σήμερα πρόεδρος της ΟΚΕ είναι ο πρώην πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Χρ. Πολυζωγόπουλος, και πριν από αυτόν ο πρώην αντιπρόεδρος του ΣΕΒ, Ν. Αναλυτής, που σήμερα είναι επικεφαλής της Επιτροπής που σύστησε η κυβέρνηση για την προώθηση των αντιασφαλιστικών σχεδιασμών! Παρόμοιοι μηχανισμοί είναι ακόμα η Εθνική Επιτροπή Απασχόλησης και η Εθνική Επιτροπή Κοινωνικής Προστασίας. Πρόκειται για μηχανισμούς και διαδικασίες που εκπορεύονται και στηρίζονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Η «συμμαχία των προθύμων»

Την αντίληψη του «κοινωνικού διαλόγου» έχουν αποδεχτεί εδώ και χρόνια οι πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, προάγοντας το συμβιβασμό και την υποταγή στα κελεύσματα του κεφαλαίου. Τα όσα προηγήθηκαν του νόμου 3029 του ΠΑΣΟΚ, δίνουν πολύτιμη πείρα στους εργαζόμενους για τη δράση των «κοινωνικών εταίρων» και τους στόχους του «κοινωνικού διαλόγου». Την άνοιξη του 2001, η τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ γνωστοποιεί τις σκληρές αντιασφαλιστικές διαθέσεις μέσω του γνωστού ως νομοσχεδίου Γιαννίτση. Τα όσα προβλέπει δείχνουν εξόφθαλμα ότι τα ασφαλιστικά δικαιώματα ανατρέπονται εκ βάθρων. Οι εργάτες κατεβαίνουν μαζικά στο δρόμο, αναγκάζοντας τις συμβιβασμένες πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ να ακολουθήσουν.

Ομως την ίδια στιγμή, αυτές οι πλειοψηφίες συμβούλευαν την κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ να ακολουθήσει την τακτική του «κοινωνικού διαλόγου». Οπερ και εγένετο. Ο υπουργός Εργασίας αλλάζει και στη θέση του μπαίνει ο Δ. Ρέππας. Το Μάρτη του 2002 ξεκινά ο «κοινωνικός διάλογος» με τη συμμετοχή των πλειοψηφιών σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ - ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ και «Αυτόνομη Παρέμβαση» (ΣΥΝ). Ο τότε επικεφαλής της ΠΑΣΚΕ και πρόεδρος της ΓΣΕΕ, Χρ. Πολυζωγόπουλος, προαναγγέλλει, ουσιαστικά, την αποδοχή των αντιασφαλιστικών σχεδιασμών πριν ακόμα ξεκινήσει ο «διάλογος». Η ΔΑΚΕ όπως και η «Αυτόνομη Παρέμβαση» συμμετέχουν και αυτές στο «διάλογο», νομιμοποιώντας την αντίληψη ότι μπορούν κεφάλαιο και εργάτες να τα βρουν. Οι όποιες εκ των υστέρων διαφοροποιήσεις τους δεν αλλάζουν σε τίποτα αυτό το γεγονός.

Στις 20 Μάρτη 2002 και ενώ οι ταξικές δυνάμεις οργάνωναν την απεργία που είχαν κηρύξει για τις 3 Απρίλη, ο τότε πρόεδρος του ΣΥΝ, Ν. Κωνσταντόπουλος, συναντιόταν με τον υπουργό Εργασίας του ΠΑΣΟΚ, δίνοντας το άλλοθι που αναζητούσε η κυβέρνηση για να προχωρήσει. Μάλιστα, σε δηλώσεις του, διαμαρτυρόταν όχι γιατί γινόταν «κοινωνικός διάλογος», αλλά γιατί η κυβέρνηση δεν έκανε αληθινό και ουσιαστικό «κοινωνικό διάλογο». Ο πρόεδρος της ΝΔ, Κ. Καραμανλής, τον καιρό της συζήτησης του νομοσχεδίου, δήλωσε στη Βουλή ότι όταν βγει κυβέρνηση δεν πρόκειται να ακυρώσει το νόμο, όπως και έκανε.

Ο ρόλος του ΣΥΝ

Ο ΣΥΝ, επίσημα τουλάχιστον, έχει δηλώσει ότι αρνείται τη συμμετοχή του στο διάλογο που τώρα ετοιμάζει η κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο να έχει ξεκαθαρίσει αν θα συμμετέχει ή όχι στη συζήτηση που θα διεξαχθεί στις κοινοβουλευτικές επιτροπές. Εχει, άλλωστε, αποδείξει ότι ακόμα και τη συμμετοχή του ή όχι στο «διάλογο» δεν την αντιμετωπίζει ούτε από θέση αρχών, ούτε από θέση υπεράσπισης των εργατικών συμφερόντων. Δε διαφωνεί με αυτή καθ' αυτή τη διαδικασία του «κοινωνικού διαλόγου», γι' αυτό και την έχει νομιμοποιήσει με τη συμμετοχή του στο παρελθόν. Χαρακτηριστικό είναι ότι και τώρα η άρνησή του διατυπώθηκε μετά τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης και την αποστολή των σχετικών προσκλήσεων, σαν να περίμενε μέχρι και την τελευταία στιγμή να ακούσει κάτι διαφορετικό από τη ΝΔ. Ενώ μέρες μετά τη σχετική δήλωση, η «Αυγή» έγραφε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα στείλει τελικά εκπροσώπους στις κοινοβουλευτικές επιτροπές!

Οσον αφορά στις πλειοψηφίες σε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, τρέχουν στο «διάλογο» και, ταυτόχρονα, εμφανίζονται δημαγωγικά να διαφωνούν ως προς τους αντιασφαλιστικούς σχεδιασμούς. Ομως οι προτάσεις που κάνουν, τα αιτήματα που θέτουν όχι μόνο δεν αντιπαρατίθενται στις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου, αλλά υποτάσσονται σε αυτές. Βασισμένες στην ίδια αντίληψη που καλλιεργεί ο «κοινωνικός διάλογος»: Της ταξικής συνεργασίας που δε θίγει δήθεν τα δικαιώματα των εργαζομένων!

Στάση πραγματικής συνέπειας απέναντι στους εργαζόμενους και τα πραγματικά τους συμφέροντα δεν μπορεί να είναι άλλη από την πλήρη απόρριψη του «κοινωνικού διαλόγου» ως εργαλείου ενσωμάτωσης και χειραγώγησης του εργατικού λαϊκού κινήματος. Οχι μόνο του «διαλόγου» που τώρα στήνει η κυβέρνηση, αλλά της ίδιας της διαδικασίας και των στόχων που αυτή υπηρετεί. Αυτή την όχθη διάλεξε από την αρχή το ΠΑΜΕ, από αυτή συνεχίζει με συνέπεια να παλεύει για το δίκιο των εργαζομένων. Χωρίς να νερώνει το κρασί του, χωρίς να παλαντζάρει από τις θέσεις του, χωρίς να παρεκκλίνει από το στρατηγικό στόχο: Την οργάνωση της εργατικής τάξης σε τροχιά σύγκρουσης με το κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις και τα κόμματά του.


Χρήστος ΜΑΝΤΑΛΟΒΑΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ