Τρίτη 21 Γενάρη 1997
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 22
ΡΕΠΟΡΤΑΖ
"Προσωπάρχες" της γερμανικής φαρμακοβιομηχανίας...

... ή πώς η ελληνική κυβέρνηση προτίμησε αντί να δώσει 1.000 δραχμές παραπάνω σε φάρμακο ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας, έδωσε αύξηση 10.000 δραχμών (!) για να το εισάγει από τη Γερμανία. Αντί δηλαδή να δεχτεί αύξηση 50%, προτίμησε αύξηση 978%!

Θάματα και πράματα αποκαλύπτει η εκσυγχρονιστική λογική της κυβέρνησης για τον - δήθεν - περιορισμό των φαρμακευτικών δαπανών στη χώρα μας, που ευαγγελίζεται εδώ και ένα χρόνο με την περίφημη ανακοστολόγηση των φαρμάκων και την καθιέρωση της λίστας φαρμάκων για όλα τα ασφαλιστικά ταμεία, την οποία ανακοίνωσε στις 8.1.1997 ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων Μ. Παπαϊωάννου.

Η κυβέρνηση "πιπιλίζει" σαν καραμέλα ότι με την ανακοστολόγηση και τη λίστα θα περιοριστούν τα ακριβά φάρμακα των ξένων εταιριών και θα προστατευτεί η υγεία των ασφαλισμένων από "άχρηστα" φάρμακα. Μάλιστα στις 8.1.1997 ο υφυπουργός Εργασίας Ν. Φαρμάκης για να υποστηρίξει τη λίστα - και μιλώντας ως γιατρός - είπε μεταξύ των άλλων: "Το βασικό πρόβλημα στη συνταγογράφηση αναφέρεται σε φάρμακα εισαγόμενα, σε φάρμακα ακριβά, σε φάρμακα που έχουν την ίδια αξία και θεραπευτική ικανότητα με τα φάρμακα που παρασκευάζονται και εδώ ή που είναι και του εξωτερικού αλλά φθηνότερα...". Ιδού και η πρακτική της κυβέρνησης απέναντι στα "ακριβά φάρμακα" του εξωτερικού, όπως αποκαλύπτεται από την επιστολή της ελληνικής φαρμακοβιομηχανίας ΚΟΠΕΡ ΑΕ προς τον υπουργό Υγείας - Πρόνοιας Κ. Γείτονα.

Η ΚΟΠΕΡ παράγει το φάρμακο NEOSTIGMINE, και ήταν ο, σχεδόν, αποκλειστικός προμηθευτής των δημόσιων νοσοκομείων της χώρας. Κάθε χρόνο - σύμφωνα με στοιχεία της ΚΟΠΕΡ - τα δημόσια νοσοκομεία της Ελλάδας "καταναλώνουν" 425.000 αμπούλες. Κάθε αμπούλα στοιχίζει, εδώ και τρία χρόνια, 22,5 δραχμές ή 1.126 δραχμές οι 50 αμπούλες.

Από τον Απρίλη του 1996 η εταιρία έθεσε στον υφυπουργό Εμπορίου Μ. Χρυσοχοϊδη θέμα διπλασιασμού της τιμής. (Να φτάσουν, δηλαδή, οι 50 αμπούλες στις 2.079 δραχμές ή στις 41,5 δραχμές η κάθε αμπούλα). Η εταιρία πήρε την απάντηση ότι το θέμα θα αντιμετωπιζόταν με την ανακοστολόγηση του Ιούνη 1996 - η οποία τελικά κατέληξε σε αυξήσεις μέχρι και 440% στα λεγόμενα νέα φάρμακα.

Το Σεπτέμβρη του 1996 ακολούθησε "νέα όχληση" της εταιρίας προς το υπουργείο Εμπορίου και το αίτημά της παραπέμφθηκε στην ανακαστολόγηση του Δεκέμβρη του 1996, η οποία και δεν έγινε. Η εταιρία αναγκάστηκε να αναγγείλει στον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων ότι θα διακόψει την παραγωγή, όπως και το έκανε από τον Οκτώβρη του 1996.

Ο ΕΟΦ δήλωσε αναρμόδιος για τις τιμές. Ταυτόχρονα ο ΕΟΦ, διά της θυγατρικής εταιρίας ΙΦΕΤ, εισήγαγε από τη Γερμανία το NEOSTIGMINE και της έδωσε χονδρική τιμή - παρότι ο ΕΟΦ δήλωνε αναρμόδιος για τις τιμές - 12.136 δραχμές για τις 50 αμπούλες. Τουτέστιν 242,7 δραχμές η κάθε αμπούλα.

Η επιλογή αυτή, κατά τους υπολογισμούς της ΚΟΠΕΡ, θα στοιχίσει στο κράτος επιπλέον 85 εκατ. δραχμές, πέραν της συνολικής δαπάνης που θα προκαλούσε ο διπλασιασμός της τιμής του NEOSTIGMINE.

Δηλαδή η κυβέρνηση προτίμησε να μη δώσει 7,5 εκατ. επιπλέον στην ΚΟΠΕΡ, αλλά να δώσει 85 εκατ. δραχμές προς όφελος της γερμανικής φαρμακοβιομηχανίας. Ούτε "προσωπάρχες" της γερμανικής φαρμακοβιομηχανίας να ήταν οι άνθρωποι δε θα ενεργούσαν έτσι...


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ