Τι θα συναντήσει όμως το νέο «τουριστικό κύμα» που κυβέρνηση και επιχειρηματίες αναμένουν τρίβοντας τα χέρια τους; Θα συναντήσει χιλιάδες εργαζόμενους του κλάδου, με κατακρεουργημένους μισθούς, να εξαναγκαστούν να δουλεύουν δυο και τρεις φορές πιο εντατικά ή να εκτελούν καθήκοντα δύο και τριών πόστων για να ανταποκριθούν στην αυξημένη κίνηση. Ανέργους του κλάδου που στο όνομα τού να βρουν δουλειά έστω για 3 μήνες, θα δουλέψουν σε εξαντλητικές συνθήκες για να πεταχτούν μετά ξανά στο δρόμο, χωρίς καν το πενιχρό επίδομα που έπαιρναν πριν (για τη χορήγηση του οποίου είναι απαγορευτικές ουσιαστικά οι νέες προϋποθέσεις).
Πολυτελή ξενοδοχεία που πίσω από τις γυαλισμένες βιτρίνες θα μετατρέπονται σε όλο και πιο βάρβαρα κάτεργα, με τις επαγγελματικές ασθένειες να τσακίζουν τα κορμιά και τις ψυχές των εργατών. Επίσης, μια τουριστική «αγορά» όπου η συγκέντρωση προχωρά με γοργούς ρυθμούς και γι' αυτό οι παρεχόμενες υπηρεσίες μένουν εκτεθειμένες στην ανεξέλεγκτη δράση ακόμα λιγότερων επιχειρηματιών. Με αποτέλεσμα τόσο η ποιότητα όσο και το κόστος τους, να μην καθορίζονται από την ανάγκη της λαϊκής οικογένειας στην αναψυχή αλλά από ένα άγριο κυνήγι για το κέρδος, στο πέρασμα του οποίου θα μένουν όρθιες μόνο οι απαιτήσεις των μεγάλων τουριστικών μονάδων. Οποιες κι αν είναι αυτές, όσο κι αν επιβαρύνουν όχι μόνο τους εργαζόμενους, αλλά και το περιβάλλον.