Πέμπτη 26 Απρίλη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΣΥΝΑΓΕΡΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΑΣΦΑΛΙΣΗ
ΟΧΙ στη συναίνεση και το συμβιβασμό - Οργάνωση, αγώνας, συντονισμός

Η κυβέρνηση ψήφισε τον ψευδεπίγραφο νόμο για τον «εκσυγχρονισμό του ΕΣΥ», στα πλαίσια της πολιτικής των ιδιωτικοποιήσεων και των αντιδραστικών αλλαγών, που προωθεί στην Υγεία, στην Πρόνοια και την Ασφάλιση, γενικότερα.

Η ψήφιση του νόμου στις 30/1/01 είναι μέρος της νομοθετικής παρέμβασης, που ετοιμάζει, προκειμένου να ενισχύσει ακόμα περισσότερο την εμπορευματοποίηση στον τομέα της Υγείας, να μετατρέψει τα νοσοκομεία σε επιχειρήσεις, με δραστικές περικοπές στις κρατικές δαπάνες, μετακυλίοντας ακόμα περισσότερα οικονομικά βάρη άμεσα στις πλάτες των ίδιων των εργαζομένων ή μέσω των ασφαλιστικών ταμείων τους, με δραστικές περικοπές των δαπανών. Τα μέτρα αυτά, που έχουν σαν στόχο να μειώσουν τις δαπάνες του κράτους για τη δημόσια Υγεία, των εργοδοτών για την Κοινωνική Ασφάλιση έχουν αρνητικότατες συνέπειες, τόσο για τον εργαζόμενο λαό, όσο πιο ειδικά για τους εργαζόμενους στο χώρο της Υγείας.

Οι αναδιαρθρώσεις στην Υγεία δεν αφορούν μόνο την υπονόμευση του δημόσιου χαρακτήρα της, αλλά ταυτοχρόνως οδηγούν στην ανατροπή των εργασιακών σχέσεων συνολικά των υγειονομικών.

Η κυβερνητική αδιαλλαξία και η ενίσχυση των κρατικών τρομοκρατικών μηχανισμών, όπως ενίσχυση των δυνάμεων καταστολής, επικείμενη ψήφιση του «τρομονόμου», ενίσχυση της αυταρχικής λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, σηματοδοτούν τον αντιλαϊκό, συνολικότερα, χαρακτήρα των μέτρων της κυβέρνησης και επιβάλλουν την ανάγκη κοινού μετώπου αντεπίθεσης των υγειονομικών με τους φορείς των άλλων λαϊκών στρωμάτων και των συνδικάτων της εργατικής τάξης.

Οι τελευταίες κινητοποιήσεις των υγειονομικών βοηθάνε να βγουν ορισμένα βασικά συμπεράσματα. Πρώτα και κύρια, η ίδια η κυβέρνηση πήρε ένα μάθημα λαϊκής αντίστασης, τη στιγμή που επιδίωκε, η αντιλαϊκή της πολιτική να μη βρει αντιστάσεις και εμπόδια. Οι μεγάλες κινητοποιήσεις των υγειονομικών, αλλά και η ευαισθητοποίηση και άλλων συνδικάτων στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και οι αντιδράσεις στα αντιασφαλιστικά μέτρα, δείχνουν πως οι εργαζόμενοι είναι αποφασισμένοι και να παλέψουν για δημόσια και δωρεάν Υγεία και, ταυτοχρόνως, η πάλη τους να παίρνει όλο και περισσότερο μαζικά και συσπειρωτικά χαρακτηριστικά. Αν αυτός ο αγώνας δε συνεχίστηκε, υπάρχουν συγκεκριμένες αιτίες.

Αναδείχνονται οι τεράστιες ευθύνες της ηγετικής ομάδας της ΠΟΕΔΗΝ, πρώτα και κύρια της ΠΑΣΚΕ. Με τη στάση της, έσπειρε και σπέρνει συγχύσεις και αυταπάτες στους εργαζόμενους, διευκολύνοντας, ουσιαστικά, την πορεία εφαρμογής της κυβερνητικής πολιτικής. Αυτό αποδεικνύεται, εάν εξετάσουμε τη στάση της, το διάστημα από τις κυβερνητικές εξαγγελίες μέχρι σήμερα. Πριν από τον Ιούλη του 2000 ακόμα αρνούνταν πεισματικά την υιοθέτηση της πρότασης της ΕΣΑΚ υγειονομικών, για ενημέρωση των εργαζομένων ως προς τον αντιλαϊκό χαρακτήρα των κυβερνητικών μέτρων και την προετοιμασία του συνδικαλιστικού κινήματος να περάσει στην αντεπίθεση. Η πλειοψηφία της ΠΟΕΔΗΝ, κάτω από τη διαφαινόμενη πίεση των εργαζομένων, λόγω των επιπτώσεων που θα είχε σ' αυτούς η εφαρμογή των κυβερνητικών μέτρων, αλλά και της ανάγκης να αποτελέσει αμορτισέρ απορρόφησης της δυσαρέσκειας και της αγανάκτησης των εργαζομένων, με ταλαντεύσεις και με θολό προσανατολισμό, εξήγγειλε προσωρινά ορισμένες κινητοποιήσεις.

- Με πλαίσιο, που, από τη μια, εκφράζει, και σωστά, την αντίθεσή της με τα μέτρα της κυβέρνησης, από την άλλη, προβάλλει στόχους, που δεν αμφισβητούν συνολικότερα το χαρακτήρα της κυβερνητικής πολιτικής, αφ' ενός, και, αφ' ετέρου, με την προβολή των έξι σημείων, φωτογραφίζοντας τα περιθώρια και το πλαίσιο του επόμενου βήματος, των πιθανών, δηλαδή, συμβιβασμών. Αυτή η τακτική, καθώς και η δικαιολογημένη ανυποληψία της σε μεγάλα τμήματα των εργαζομένων δημιουργούσαν εμπόδια στην πιο αποφασιστική συσπείρωση και αγωνιστική στάση των εργαζομένων. Στη συνέχεια, ακολούθησε η συγκαλυμμένη έως και ανοιχτή απεργοσπασία, που εκδηλώθηκε με διάφορους τρόπους και, μάλιστα, τότε που άρχιζαν να διαμορφώνονται προϋποθέσεις παραπέρα ανάπτυξης του συνδικαλιστικού κινήματος των υγειονομικών.

Επίσης, ο απεργοσπαστικός ρόλος του προέδρου της ΑΔΕΔΥ ήταν χαρακτηριστικός. Με δική του πρωτοβουλία και με σύμφωνη γνώμη της ΠΑΣΚΕ (ΠΟΕΔΗΝ), οδηγήθηκε η Εκτελεστική Επιτροπή παρά τις αντίθετες αποφάσεις, στις 22-12-2000, σε συνάντηση με τον υπουργό Υγείας, για να διαπραγματευτούν, ούτε λίγο - ούτε πολύ, πώς να γίνουν κάποιες βελτιώσεις, π.χ. στην κατάλληλη διοικητική διαμόρφωση των Περιφερειακών Συστημάτων Υγείας (ΠΕΣΥ) και, ασφαλώς, να «απαιτηθεί» το άλλοθι του συμβιβασμού, δηλαδή η καταβολή κάποιου επιδόματος, ώστε να διευκολυνθεί η ηγεσία της ΠΑΣΚΕ στον αποπροσανατολισμό των εργαζομένων και τη διάσπαση του κινήματος στο χώρο της Υγείας. Ασφαλώς, η παραπομπή του αιτήματος από τον υπουργό Υγείας στις γνωστές συλλογικές διαπραγματεύσεις - καρικατούρα δεν εμπόδισε τη συγκεκριμένη ηγεσία να προχωρήσει στην ανοιχτή απεργοσπασία και υπονόμευση, υποσχόμενη στους εργαζόμενους τα 30 αργύρια. Η τακτική αυτή, με διάφορους ελιγμούς, οδηγούσε στην αποκατάσταση, ουσιαστικά, της «εργασιακής ειρήνης».

Μετά την ψήφιση του νέου νόμου για την Υγεία (2889/01), με έγγραφό της, η ΠΟΕΔΗΝ, 09-02-2001, παροτρύνει τα σωματεία - μέλη, σε μεμονωμένες κινητοποιήσεις για την καταβολή της ειδικής αποζημίωσης (100.000 δρχ.), που καταβλήθηκε στους υπαλλήλους του υπουργείου Υγείας, για την «προσφορά τους στη μεταρρύθμιση της Υγείας». Την ίδια στιγμή που ορισμένα σωματεία προχωρούσαν σε απεργιακές κινητοποιήσεις αρκετών ημερών, η ίδια και πάλι αυτή ηγεσία της ΠΟΕΔΗΝ, διά του προέδρου της, επιχειρούσε και επιχειρεί την αποκλιμάκωση και το σταμάτημά τους.

Η πρόταση είναι: Να εξουσιοδοτηθεί εν λευκώ ο πρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ να διαπραγματευτεί τα αιτήματα των σωματείων, στα πλαίσια των γνωστών συλλογικών διαπραγματεύσεων το Μάη με Ιούνη (ΠΙΚΠΑ, Γενική Συνέλευση Εργαζομένων, 02-04-2001), απεμπολώντας ταυτόχρονα ακόμα και το επίδομα των 100.000 δρχ., «διεκδικώντας» το διπλασιασμό ορισμένων επιδομάτων. Ασφαλώς, σ' αυτήν την πρόταση δεν περιέχεται κανένας αγώνας ενάντια στην κυβερνητική πολιτική, που διαλύει τις υπηρεσίες και τα ιδρύματα Κοινωνικής Πρόνοιας.

Είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι η κυβέρνηση και ο κυβερνητικός συνδικαλισμός βρίσκονται σε ενορχηστρωμένη προσπάθεια να κάμψουν τις αγωνιστικές διαθέσεις των εργαζομένων και, μάλιστα, σε μια στιγμή που κλιμακώνεται η επίθεση σε βάρος, συνολικά, του κοινωνικού ασφαλιστικού συστήματος στη χώρα μας.

Αυτό το στόχο εξυπηρετεί και η καταψήφιση της πρότασης της ΕΣΑΚ υγειονομικών στην Εκτελεστική Επιτροπή (13-02-2001) και στο Γενικό Συμβούλιο (09-03-2001). Η πρόταση της ΕΣΑΚ συμπεριλάμβανε την ανάγκη να ενισχυθεί αποφασιστικά η δράση της ομοσπονδίας ενάντια στην κυβερνητική αντιλαϊκή πολιτική, διεκδικώντας, μέσα από κοινή δράση με τους άλλους κλάδους εργαζομένων, ουσιαστικές αυξήσεις στους βασικούς μισθούς, σύμφωνα με τις ανάγκες των εργαζομένων, εμποδίζοντας την κυβέρνηση να συνδέσει το μισθό με την παραγωγικότητα. Παραγωγικότητα, που εκφράζεται στους υγειονομικούς μέσα από τον πειθαναγκασμό τους για την υλοποίηση των αντιλαϊκών σχεδίων λειτουργίας των δημοσίων νοσοκομείων σαν ιδιωτικές επιχειρήσεις. Να αναπτυχθεί συνολικότερη πάλη σε συνεργασία με άλλους φορείς των εργαζομένων, των αγροτών, των επαγγελματοβιοτεχνών, εμποδίζοντας την κυβέρνηση στην εφαρμογή του αντι-ΕΣΥ νόμου, αλλά και την παραπέρα αναχαίτιση της επίθεσής της σε βάρος και των κοινωνικο-ασφαλιστικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, αλλά και της επιχειρούμενης κατάργησης της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων.

Η τακτική και πάλι η ίδια. Παραπομπή των κινητοποιήσεων στις συλλογικές συμβάσεις το Μάη - Ιούνη, δηλαδή στις ελληνικές καλένδες, και παράλληλη παραπομπή του αγώνα για την Κοινωνική Ασφάλιση, στη ΓΣΕΕ - ΑΔΕΔΥ, δηλαδή στον κοινωνικό διάλογο, στη συναίνεση και την υποταγή.

Βεβαίως, η αναδίπλωση της ηγεσίας της ΠΟΕΔΗΝ συνοδεύεται και με αυταρχική συμπεριφορά και λειτουργία στα πλαίσια της συνδικαλιστικής οργάνωσης. Υψώνουν εμπόδια στην ελεύθερη δράση των συνδικαλιστών της ΕΣΑΚ, προπηλακίζοντάς τους και εμποδίζοντάς τους να παρέμβουν με τις προτάσεις τους στις γενικές συνελεύσεις των πρωτοβάθμιων σωματείων.

Η αυταρχική αυτή συμπεριφορά, αντίγραφο και μίμηση της κρατικής τρομοκρατίας και καταστολής, που εκφράστηκε και με την παρουσία των αστυνομικών στη σύσκεψη των σωματείων στον «Ευαγγελισμό» (02-04-2001), δεν μπορεί να εμποδίσει τη μεγάλη απήχηση και αποδοχή των θέσεων και προτάσεων της ΕΣΑΚ υγειονομικών στους εργαζόμενους. Απήχηση, που καθημερινά γίνεται όλο και μεγαλύτερη.

Οι αγώνες στο χώρο της Υγείας είναι αναπόφευκτοι, είτε το θέλουν κάποιοι, είτε όχι. Αυτούς τους αγώνες δεν μπορεί κανείς εργαζόμενος, κανένα πρωτοβάθμιο σωματείο, που σέβεται τα δικαιώματα των μελών του, να τους εμπιστευτούν σε αυτούς, που, αποδεδειγμένα, τους υπονομεύουν και τους ξεπουλούν.

Οι ίδιοι οι εργαζόμενοι μπορούν να οργανώσουν την αντίσταση και την αντεπίθεσή τους, να υπερασπιστούν τα εργασιακά και κοινωνικά τους δικαιώματα, χτίζοντας τα δικά τους όργανα πάλης σε κάθε χώρο δουλιάς, μετατρέποντάς τους σε μετερίζι ανυποχώρητου αγώνα.

Να οργανωθεί ο αγώνας, ξεπερνώντας τα εμπόδια της ηγεσίας της ΠΟΕΔΗΝ - ΑΔΕΔΥ, με τη συγκρότηση επιτροπών αγώνων μέσα στους χώρους δουλιάς, με επιτροπή αγώνα στο επίπεδο του κλάδου Υγείας - Πρόνοιας.

Η ενίσχυση του ταξικού πόλου είναι εγγύηση και προϋπόθεση για την ανασυγκρότηση σε ταξική βάση του συνδικαλιστικού κινήματος στην Υγεία, κόντρα στη συναίνεση και την υποταγή των κυβερνητικών ανδρεικέλων στο συνδικαλιστικό κίνημα.

Τα νέα αντιλαϊκά - αντιασφαλιστικά μέτρα που εξάγγειλε η κυβέρνηση, που αν εφαρμοστούν ξεθεμελιώνουν το σύνολο των ασφαλιστικών κατακτήσεων και δικαιωμάτων του λαού μας, πρέπει να βρουν την καθολική και μαζική αγωνιστική απάντηση όλων των εργαζομένων στις κινητοποιήσεις σήμερα 26/4 και την 1η Μάη.

Η κλιμάκωση και η ενιαιοποίηση των αγώνων για δημόσια δωρεάν Υγεία και Κοινωνική Ασφάλιση είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη.


Της
Λέττας ΜΕΘΩΝΙΟΥ
Η Λέττα Μεθωνιού είναι μέλος του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ και αντιπρόεδρος της ΠΟΕΔΗΝ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ