Κυριακή 24 Ιούνη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 10
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Η έναρξη του Α` Παγκοσμίου Πολέμου

2 Μάη 1919, απελευθέρωση της Σμύρνης
2 Μάη 1919, απελευθέρωση της Σμύρνης
«Η αρπαγή των εδαφών και η υποδούλωση ξένων εθνών, η καταστροφή του ανταγωνιζόμενου έθνους, η καταλήστευση του πλούτου του, η απόσπαση της προσοχής των εργαζόμενων μαζών από τις εσωτερικές πολιτικές κρίσεις της Ρωσίας, της Γερμανίας, της Αγγλίας και των άλλων χωρών, η διαίρεση και η εθνικιστική εξαπάτηση των εργατών και η εξόντωση της πρωτοπορίας τους με σκοπό την εξασθένιση του επαναστατικού προλεταριάτου - αυτό είναι το μοναδικό πραγματικό περιεχόμενο, το νόημα και η σημασία του σημερινού πολέμου».

Β. Ι. Λένιν1

Στις 28 Ιουνίου του 1914 ο διάδοχος του θρόνου της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας αρχιδούκας Φραγκίσκος Φερδινάνδος και η σύζυγός του Σοφία Χότεκ, πριγκίπισσα του Χόενμπεργκ, δολοφονήθηκαν στο Σαράγεβο από Σέρβους εθνικιστές. Το Σαράγεβο για τον διάδοχο και τη σύζυγό του ήταν το τέρμα μιας περιοδείας, κατά την οποία επιθεώρησαν μεγάλα θερινά γυμνάσια του αυστροουγγρικού στρατού στη Βοσνία. Εμελλε, όμως, να αποδειχτεί και το τέρμα του ταξιδιού της ζωής τους. Τη δολοφονία τους κατάφερε να πραγματοποιήσει ο Γαβρίλο Πρίντσιπ, μαθητής του Γυμνασίου, αν και για την πραγματοποίησή της είχαν χρησιμοποιηθεί άλλοι δύο: Ο Νέντελκο Γκαμπρίνοβιτς, αποτυχών μαθητής της Εμπορικής Σχολής που είχε εργαστεί ως μαθητευόμενος ξυλουργός, κλειδαράς και τυπογράφος και ο Τρίφκο Γκρούμπιτς, επίσης μαθητής Γυμνασίου. Πρέπει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι λίγη ώρα πριν ο Γ. Πρίντσιπ πετύχει να εκτελέσει τον Φραγκίσκο - Φερδινάνδο και τη σύζυγό του, ο Ν. Γκαμπρίνοβιτς επιχείρησε, ανεπιτυχώς, να πράξει το ίδιο, εκτοξεύοντας αυτοσχέδια χειροβομβίδα εναντίον των υποψηφίων θυμάτων2. Οι εκτελεστές ασφαλώς δεν είχαν δράσει ιδία πρωτοβουλία. Το νεαρό και μόνον της ηλικίας τους, αλλά και το ριψοκίνδυνο της πράξης που καλούνταν να φέρουν σε πέρας απαιτούσε οργάνωση και σχέδιο, που δεν ήταν ανύπαρκτα.

Εκατομμύρια οι νεκροί
Εκατομμύρια οι νεκροί
Πίσω από το σχεδιασμό και την πραγματοποίηση της δολοφονίας, βρισκόταν η σερβική μυστική εθνικιστική οργάνωση «Ελευθερία ή Θάνατος», γνωστότερη με το όνομα «Μαύρη Χειρ» λόγω της μυστικότητας και της σατανικότητας με την οποία ενεργούσε. Αρχηγός της ήταν ο διευθυντής του 2ου Επιτελικού Γραφείου του σερβικού στρατού, συνταγματάρχης Ντράγκουτιν Ντιμιτρίεβιτς - Απις, που συγχρόνως συμμετείχε και σε μια δεύτερη μυστική οργάνωση, η οποία έφερε τον τίτλο «Εθνική Αμυνα»3.

Η αρχή του πρώτου ιμπεριαλιστικού πολέμου

Χωρίς αμφιβολία, η δολοφονία του διαδόχου του αυστροουγγρικού θρόνου ήταν μια πράξη που έμοιαζε περισσότερο με προβοκάτσια, δεδομένου ότι δεν υπήρχε σοβαρή δικαιολογία για την τέλεσή της και, φυσικά, τίποτα το θετικό δεν είχε να προσφέρει στη Σερβία και στους ομοεθνείς της στη Βοσνία - Ερζεγοβίνη, που βρισκόταν κάτω από αυστροουγγρική κατοχή. Μπορούσε, όμως, να δικαιολογηθεί στο πλαίσιο ενός ακραίου εθνικισμού, τον οποίο καλλιεργούσαν χωρίς όρια την περίοδο εκείνη οι αστικές τάξεις ολόκληρης της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Οπως και να 'χει, οι ιθύνοντες της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας αξιοποίησαν το γεγονός, ως την αφορμή για μια πολεμική εξόρμηση εναντίον της εξαντλημένης από τους βαλκανικούς πολέμους Σερβίας, ούτως ώστε να ισχυροποιήσουν τη θέση της χώρας τους στη Βαλκανική Χερσόνησο. Για την ακρίβεια, ό,τι έκαναν ήταν αποτέλεσμα κοινής συνεννόησης με τη Γερμανία. Ετσι, η αυστροουγγρική διπλωματία συνέταξε ένα τελεσίγραφο προς την κυβέρνηση της Σερβίας, που περιλάμβανε τέτοιους όρους, οι οποίοι δεν μπορούσαν να γίνουν αποδεκτοί, τουλάχιστον στο σύνολό τους. «Τόσο στο Βερολίνο, όσο και στη Βιέννη - γράφει ο Marc Ferro4 - η σύγκρουση με τη Σερβία ήταν γεγονός. Παρ' όλα αυτά, υπήρχε ένας αστάθμητος παράγοντας: Οι πιθανές αντιδράσεις των Μεγάλων Δυνάμεων». Τις αντιδράσεις αυτές ανέλαβε να διερευνήσει η Γερμανία, η διπλωματία της οποίας άρχισε να βολιδοσκοπεί την αγγλική πλευρά, με σκοπό να διαπιστώσει τις πιθανές αντιδράσεις της τελευταίας στο ενδεχόμενο αυστροουγγρικής πολεμικής δράσης κατά της Σερβίας. Και η αγγλική κυβέρνηση επιδόθηκε στο συνήθη ρόλο της, του «διαίρει και βασίλευε». Από τη μια, ενθάρρυνε τη Γερμανία, ώστε να προωθηθούν τα αυστρογερμανικά σχέδια στα Βαλκάνια κι, από την άλλη, σε συζητήσεις με τη ρωσική διπλωματία άφηνε να εννοηθεί πως η Γερμανία θεωρεί κυριότερο αντίπαλό της τη Ρωσία, αλλά σε περίπτωση πολέμου η τελευταία μπορούσε να ελπίζει στην αγγλική υποστήριξη5. Ηταν οφθαλμοφανές πως η Βρετανική Αυτοκρατορία επιδίωκε έναν ευρωπαϊκό πόλεμο, που δε θα την άγγιζε, αλλά θα της εξασφάλιζε την παγκόσμια κυριαρχία μέσα από τον εκμηδενισμό ή την εξασθένιση όλων των Ευρωπαίων ανταγωνιστών της. Το τραγικό, βεβαίως, ήταν πως αυτός ο πόλεμος, που κάθε άλλο παρά άφησε ανέπαφη την Αγγλία, ήταν πολύ κοντά. Περισσότερο κοντά απ' όσο αυτή τον υπολόγιζε.

Στις 23 Ιουλίου, η κυβέρνηση της Αυστροουγγαρίας επέδωσε στην κυβέρνηση του Βελιγραδίου ένα τελεσίγραφο με δέκα όρους, που αν το σερβικό κράτος τους αποδεχόταν στο σύνολό τους θα έπρεπε να παραιτηθεί από τα κυριαρχικά του δικαιώματα. Δεν το έπραξε, με αποτέλεσμα στις 28 Ιουλίου στα σερβοαυστριακά σύνορα να αρχίσουν πολεμικές επιχειρήσεις που σε ελάχιστο χρονικό διάστημα αγκάλιασαν ολόκληρη την Ευρώπη.

Στις 31 Ιουλίου δημοσιεύτηκε διάταγμα του τσάρου Νικολάου Β`, που καλούσε τους Ρώσους σε γενική επιστράτευση, ενώ τα μεσάνυχτα της ίδιας ημέρας η γερμανική κυβέρνηση, με τελεσίγραφό της, ζητούσε από την τσαρική κυβέρνηση να πάρει πίσω την εν λόγω απόφασή της. Η άρνηση της ρωσικής πλευράς είχε ως αποτέλεσμα, το βράδυ της 1ης Αυγούστου του 1914, η Γερμανία να κηρύξει τον πόλεμο στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Στις 3 Αυγούστου, η Γερμανία κήρυξε, επίσης, τον πόλεμο στη Γαλλία και την επομένη η Αγγλία κήρυξε τον πόλεμο στη Γερμανία6. Ο πρώτος ιμπεριαλιστικός πόλεμος είχε ήδη ξεκινήσει και τίποτα δεν ήταν σε θέση να τον σταματήσει εκείνη τη στιγμή. Ομως, η δολοφονία του Φραγκίσκου Φερδινάνδου ήταν μόνο η σπίθα που άναψε τη φωτιά και σε καμία περίπτωση το εύφλεκτο υλικό που σκόρπισε τον όλεθρο στον πλανήτη για 4 ολόκληρα χρόνια. Πώς, επομένως, συγκεντρώθηκε αυτό το υλικό; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό δεν μπορεί να δοθεί, αν δεν εξετάσουμε τα γεγονότα στο κοινωνικοπολιτικό τους πλαίσιο, το οποίο προσδιορίζεται με το πέρασμα του καπιταλιστικού συστήματος εκείνης της εποχής στο ιμπεριαλιστικό του στάδιο, το περιεχόμενο του οποίου προσδιόρισε με μεγαλοφυή επιστημονικό τρόπο ο Β. Ι. Λένιν, στο περίφημο έργο του «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού»7.

Οι οικονομικοί όροι του πολέμου

Το προτσές μετασχηματισμού του παλιού καπιταλισμού του ελεύθερου ανταγωνισμού σε μονοπωλιακό καπιταλισμό - ιμπεριαλισμό ολοκληρώθηκε προς τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Ασφαλώς, εδώ δεν είναι δυνατό να περιγράψουμε ολόκληρη αυτή την πορεία. Θα δώσουμε μόνο ορισμένα στοιχεία ενδεικτικά για κάθε μία από τις μεγάλες δυνάμεις της εποχής.

Στη Γερμανία, π.χ., το 1905 υπήρχαν το λιγότερο 285 καρτέλ που συνενώνανε στους κόλπους τους 12 χιλιάδες επιχειρήσεις, παρήγαγαν τα 3/5 σχεδόν από το συνολικό όγκο των προϊόντων και κυριαρχούσαν στους σπουδαιότερους κλάδους της βιομηχανίας. Το 1911 τα καρτέλ έφτασαν τα 550 με 600. Γιγάντια μονοπωλιακά συγκροτήματα, συνδεδεμένα στενά με τις μεγαλύτερες τράπεζες, συγκέντρωναν στα χέρια τους ολόκληρους κλάδους της βιομηχανίας και η οικονομική δύναμη είχε συγκεντρωθεί στα χέρια μιας μικρής ομάδας μονοπωλητών.

Στις ΗΠΑ, το 1901, είχαν ιδρυθεί 75 τραστ που συνενώνανε περισσότερες από 1.600 επιχειρήσεις με συνολικό μετοχικό κεφάλαιο περίπου 3 δισ. δολάρια. Οι μονοπωλιακές αυτές επιχειρήσεις στο διάστημα 1903 - 1905 έδιναν το 75% της παραγωγής γαιάνθρακα, το 84% της παραγωγής πετρελαίου κ.ο.κ.

Από κοντά, αλλά με διαφορετικούς ρυθμούς και ιδιαιτερότητες, αναπτύχθηκαν τα μονοπώλια και στις υπόλοιπες ισχυρές χώρες εκείνης της εποχής, στην Αγγλία, στη Γαλλία, στην Ιαπωνία, στη Ρωσία, στην Αυστροουγγαρία κλπ. Τα αγγλικά, για παράδειγμα, μονοπώλια οργανώνονταν προπαντός στους βιομηχανικούς κλάδους, που συνδέονταν άμεσα με την εκμετάλλευση του φυσικού πλούτου στις αποικίες και στις εξαρτημένες χώρες, γεγονός που ερμηνεύεται εύκολα, αν ληφθεί υπόψη η αποικιοκρατική μορφή του αγγλικού καπιταλισμού.

Εντυπωσιακή ήταν, επίσης, και η ανάπτυξη του τραπεζιτικού κεφαλαίου, το οποίο ραγδαία συμφυόταν με το βιομηχανικό, δημιουργώντας έτσι το χρηματιστικό κεφάλαιο. Στις αρχές του 20ού αιώνα, στη Γερμανία κυριαρχούσαν εννέα μεγάλες τράπεζες του Βερολίνου (με πιο ισχυρές τη «Γερμανική Τράπεζα» και την «Εταιρία Προεξοφλήσεων» ). Στη Γαλλία κυριαρχούσαν τρεις τράπεζες και στις ΗΠΑ δύο, που συνδέονταν άμεσα με τα χρηματιστικά συγκροτήματα Ροκφέλερ και Μόργκαν. Στην Αγγλία, οι τράπεζες στην ανάπτυξή τους ακολουθούν τον αποικιακό χαρακτήρα του βρετανικού κεφαλαίου γενικότερα. Στα 1904 υπήρχαν 50 αποικιακές τράπεζες με 2.279 αποικιακά παραρτήματα, όταν οι γαλλικές τράπεζες, για την ίδια χρονική περίοδο, είχαν 136 αποικιακά παραρτήματα και οι γερμανικές 70. Στα 1910 τα αποικιακά παραρτήματα των αγγλικών τραπεζών έφτασαν τα 5.4498.

Ενας μικρός απολογισμός του πολέμου

Οπως εύκολα γίνεται αντιληπτό, τα όρια των εθνικών αγορών δεν ήταν ικανά να συγκρατήσουν τη δράση των μονοπωλίων. Ετσι, με το ξημέρωμα του 20ού αιώνα, εμφανίζεται σε γιγαντιαίες διαστάσεις η εξαγωγή κεφαλαίου και ο ανταγωνισμός των πολυεθνικών μονοπωλίων για το μοίρασμα των αγορών και σφαιρών επιρροής ανάμεσά τους. Ενας ανταγωνισμός που προκαλούσε συνεχείς τριβές ανάμεσα στα ιμπεριαλιστικά κράτη, μεγάλες κρίσεις, όπως η μαροκινή κρίση στα 1905-1906 και 1911 και η βοσνιακή στα 1908-1909, αλλά και περιφερειακούς πολέμους, όπως ο Ισπανο-Αμερικανικός στα 1898, ο πόλεμος των Αγγλων εναντίον των Μπόερς στα 1899-1902, ο Ρωσο-Ιαπωνικός πόλεμος στα 1903-1904, ο Ιταλο-Τουρκικός στα 1911-1912) και οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912-1913.

Υστερα απ' όλα αυτά, δε χωράει αμφιβολία πως ο πρώτος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος δε μοιάζει καθόλου με κεραυνό εν αιθρία, αλλά με τη φυσική συνέπεια όσων προηγήθηκαν της έκρηξής του. Ξεκίνησε επίσημα στις 2 Αυγούστου 1914 και κράτησε ως τις 11 Νοεμβρίου 1918. Οι δύο αντιμαχόμενοι στρατιωτικοπολιτικοί συνασπισμοί που συγκρούστηκαν ήταν η «Τριπλή Συνεννόηση» (Τριπλή Αντάντ) και η «Τριπλή Συμμαχία» (Κεντρικές Δυνάμεις). Στην Τριπλή Συνεννόηση - που συγκροτήθηκε στα 1907, όταν η Ρωσία και η Αγγλία ήρθαν σε συμφωνία που συμπλήρωνε την αγγλογαλλική συμφωνία του 1904 - κυριαρχούσαν η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία. Στην «Τριπλή Συμμαχία» δέσποζαν η Γερμανία, η Αυστροουγγαρία και η Ιταλία. Η συγκρότησή της ξεκίνησε με τη γερμανοαυστριακή στρατιωτική συμμαχία του 1878 που ολοκληρώθηκε με την προσχώρηση σ' αυτήν της Ιταλίας, το 1883.

Οι συνασπισμοί αυτοί στην πορεία του πολέμου άλλαξαν αισθητά. Η Ιταλία, για παράδειγμα, στην αρχή της αναμέτρησης, δήλωσε ουδετερότητα και στη συνέχεια επιχείρησε να συμπαραταχτεί με κάποιον από τους δύο συνασπισμούς, που θα της έδινε τα ανταλλάγματα που ζητούσε. Τελικά, το Μάη του 1915 πέρασε με το μέρος της Αντάντ, αλλά το κενό της στην Τριπλή Συμμαχία κάλυψε η Βουλγαρία, που επίσης στην αρχή του πολέμου δήλωσε αυστηρή ουδετερότητα, αλλά το φθινόπωρο του 1915 πέρασε στο πλευρό των κεντρικών δυνάμεων. Το ίδιο έκανε και η Τουρκία, με αποτέλεσμα η Τριπλή Συμμαχία να γίνει τετραπλή (γερμανο-αυστρο-βουλγαρο-τουρκική). Επιπλέον πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το παζλ των εμπολέμων συμπληρώνουν και μια σειρά μικρότερες χώρες, που πήραν τα όπλα τασσόμενες στο πλευρό του ενός ή του άλλου στρατιωτικοπολιτικού συνασπισμού, αλλά και οι Ηνωμένες Πολιτείες, που από σκοπιμότητα ενεπλάκησαν καθυστερημένα, στις 6/4/1917 για να πάρουν μέρος στη μοιρασιά της λείας των νικητών.

Εν πάση περιπτώσει, ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος στοίχισε τεράστιες καταστροφές στην ανθρωπότητα. Στη δίνη του συμπαρέσυρε 38 χώρες με συνολικό πληθυσμό, περίπου, 1,5 δισεκατομμύριο κατοίκους. Οι άνθρωποι που επιστρατεύτηκαν έφτασαν τα 74 εκατομμύρια9. Από αυτούς 10 εκατομμύρια ήταν οι νεκροί και 20 εκατομμύρια οι τραυματίες. Αναλυτικότερα, η Ρωσία είχε 2 εκατομμύρια 300 χιλιάδες νεκρούς στρατιώτες στα πεδία των μαχών, η Γερμανία 2 εκατομμύρια νεκρούς, η Αυστροουγγαρία 1 εκατομμύριο 440 χιλιάδες, η Γαλλία 1 εκατομμύριο 383 χιλιάδες, η Αγγλία 747 χιλιάδες, η Ιταλία 700, περίπου, χιλιάδες και οι ΗΠΑ 53 χιλιάδες. Οι πολεμικές επιχειρήσεις έγιναν σε έδαφος που η έκτασή του ξεπερνούσε τα 4 εκατομμύρια τετραγωνικά χιλιόμετρα και οι καθαρά στρατιωτικές δαπάνες των εμπόλεμων κρατών έφτασαν τα 208 δισεκατομμύρια δολάρια10.

Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως ο πρώτος παγκόσμιος ιμπεριαλιστικός πόλεμος υπήρξε οδυνηρότατος για τις εργαζόμενες μάζες του πλανήτη σε όλα τα επίπεδα. Δίπλα στο θάνατο, στην πείνα και την εξαθλίωση προστέθηκε, από την αρχή του κιόλας, η προδοσία των κομμάτων της Β` Διεθνούς, η ολέθρια χρεοκοπία, δηλαδή, των προπολεμικών επαναστατικών κομμάτων και οργανώσεων του προλεταριάτου. Αλλά «ουδέν κακόν αμιγές καλού». Εκείνος ο πόλεμος έμελλε να γεννήσει απ' τα σπλάχνα του τη μεγάλη Σοσιαλιστική Οχτωβριανή Επανάσταση.

1 Β. Ι. Λένιν: «Ο πόλεμος και η σοσιαλδημοκρατία της Ρωσίας», «Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 26, σελ. 15

2 Σπ. Α. Σκόντρα: «Ιστορία του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου 1914 - 1918», εκδόσεις «ΚΕΚΡΟΨ», Αθήναι 1969, τόμος Α`, σελ. 22 - 32

3 «Η ιστορία του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου», εκδόσεις «Φιλολογική», Ιανουάριος 1962, σελ. 30 - 31

4 Marc Ferro: «Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος 1914 - 1918», εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα», σελ. 91

5 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ2, σελ. 728

6 Ν. Ψυρούκη: «Ιστορία της Αποικιοκρατίας», εκδόσεις «Επικαιρότητα», τόμος Ε`, σελ. 113

7 Β. Ι. Λένιν: «Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 27, σελ. 305 - 433

8 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ2, σελ. 563 - 624

9 «Ιστορία του ΚΚΣΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 191

10 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Η, σελ. 144- 145


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ