Κυριακή 24 Ιούνη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 6
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΗΣ ΓΓ ΤΗΣ ΚΕ ΤΟΥ ΚΚΕ ΑΛΕΚΑΣ ΠΑΠΑΡΗΓΑ
Οι κομμουνιστές και το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα

Την 4η κατά σειρά ετήσια διεθνή συνάντηση κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων φιλοξενεί το ΚΚΕ στην Αθήνα, με θέμα: «Οι κομμουνιστές και το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα». Οι εργασίες της άρχισαν προχτές Παρασκευή στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ολοκληρώνονται σήμερα. Στη διεθνή συνάντηση συμμετέχουν εκπρόσωποι 60 Κομμουνιστικών και Εργατικών κομμάτων από όλο τον κόσμο. Η συζήτηση και ο προβληματισμός που αναπτύσσεται στη διάρκεια των εργασιών της επικεντρώνεται στην ενίσχυση του ρόλου της εργατικής τάξης και των ταξικών συνδικαλιστικών οργανώσεων στους μεγάλους αγώνες κατά των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, των διεθνών ιμπεριαλιστικών ενώσεων και της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης και στην αναζήτηση των πιο πρόσφορων μορφών συνεργασίας για την ανάπτυξη της δράσης στους τόπους δουλιάς και για το συντονισμό της πάλης στις πολυεθνικές επιχειρήσεις.

Επίσης, η διεθνής συνάντηση έδωσε την ευκαιρία ανάπτυξης της διεθνιστικής αλληλεγγύης ενάντια στη ΝΑΤΟική επέμβαση στα Βαλκάνια, ενάντια στη γενοκτονία του παλαιστινιακού λαού, ενάντια στο «σχέδιο Κολομβία» και τη σύνοδο των «8» στη Γένοβα, όπως και γενικά ενάντια στον αυταρχισμό και τα άλλα κατασταλτικά μέτρα που στόχο έχουν τους αντιιμπεριαλιστικούς αγώνες.

Σήμερα ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει ολόκληρη την ομιλία της ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Αλέκας Παπαρήγα, που έχει ως εξής:

«Αγαπητοί σύντροφοι, συντρόφισσες,

Σας καλωσορίζουμε στην Αθήνα. Οπως έχετε υπόψη σας, από αρκετούς συντρόφους έχει τεθεί το ζήτημα να αφιερώσουμε τη συνάντησή μας στο θέμα των εμπειριών των κομμάτων μας, που προκύπτουν από τη δράση του συνδικαλιστικού κινήματος.

Τα κινήματα κατά των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων, των διεθνών ιμπεριαλιστικών ενώσεων, κατά της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης


Τα τελευταία χρόνια είμαστε μάρτυρες μιας σαφούς και ανερχόμενης αμφισβήτησης του λεγόμενου δόγματος της παγκοσμιοποίησης, ενός όρου που χρησιμοποιείται προκειμένου να συσκοτιστεί ο ταξικός χαρακτήρας του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος και να επιβληθεί η άποψη ότι ο καπιταλιστικός δρόμος διεθνοποίησης είναι ένας, μοναδικός, αιώνιος.

Διαπιστώνουμε ότι δυναμώνει η αντίσταση στη στρατηγική των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων στην οικονομία, στις εργασιακές σχέσεις, στην κοινωνική πολιτική. Φαίνεται ότι σε ορισμένες χώρες και περιοχές διαμορφώνονται θύλακες μαζικής αφύπνισης, εμφανίζονται τάσεις αναζωογόνησης της ταξικής πάλης, σε σύγκριση με τις αρχές της 10ετίας του '90. Το ίδιο συμβαίνει και στη χώρα μας, με την άνοδο των εργατικών αγώνων, τη διεύρυνση των εργασιακών χώρων που αντιστέκονται, την ανάδειξη δυναμικών μορφών πάλης. Υπάρχει μια αξιόλογη δυναμική που ακόμα όμως δεν έχει κατακτήσει τον απαιτούμενο βαθμό σταθερότητας και βαθύτερης πολιτικοποίησης. Ομως, στάθηκε ικανή να βάλει ορισμένα εμπόδια στην ταχύτητα με την οποία επιχειρείται να επιβληθούν οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, ως ένα βαθμό να δημιουργήσουν σημαντικά εμπόδια στους προγραμματισμούς και στα χρονοδιαγράμματα της ελληνικής κυβέρνησης, της εργοδοσίας.

Η ελληνική κυβέρνηση, θέλοντας να συμμορφωθεί με τις γενικότερες διεθνείς κατευθύνσεις, αλλά και επιθυμώντας να προλάβει την προοπτική ορμητικής ανάπτυξης των αγώνων, έχει προχωρήσει στον πολλαπλασιασμό των δυνάμεων κρατικής καταστολής. Ψήφισε νόμο κατά της λεγόμενης τρομοκρατίας, σύμφωνα με τον οποίο, το οργανωμένο έγκλημα είναι δυνατό να εξισωθεί με την πολιτική δράση και το οικονομικό έγκλημα. Ετοιμάζει νομοσχέδιο για την απαγόρευση των διαδηλώσεων.

Στις διεθνείς κινητοποιήσεις εκφράζεται αγωνιστικότητα, σημαντική πολυχρωμία, πνεύμα πρωτοβουλίας και αυτενέργειας. Χαιρετίζουμε τις πρόσφατες κινητοποιήσεις στο Γκέτεμποργκ της Σουηδίας, στη Γενεύη της Ελβετίας με την ευκαιρία της συνεδρίασης του Διεθνούς Γραφείου Εργασίας. Καταγγέλλουμε τη βία της σουηδικής κυβέρνησης και της αστυνομίας. Συμμετέχουμε ενεργά στις νέες διεθνείς κινητοποιήσεις που θα γίνουν κατά τη διάρκεια της συνάντησης των «7 και της Ρωσίας» στη Γένοβα της Ιταλίας. Θεωρούμε επίσης ότι δυναμική από τη σκοπιά της ταξικής πάλης εκφράζεται και στα δημοψηφίσματα που διεξάγονται σε χώρες μέλη της ΕΕ, με αποκορύφωμα την καταδίκη της Συνθήκης της Νίκαιας από την πλειοψηφία του λαού της Ιρλανδίας. Μιας χώρας που υποτίθεται κατέκτησε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, με τίμημα όμως την επιδείνωση της θέσης των εργαζομένων. Είναι το τρίτο καταδικαστικό δημοψήφισμα από τότε που ψηφίστηκε η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Τα αντιδραστικά μέτρα της ΕΕ δεν περνάνε εύκολα, όπως στις αρχές της 10ετίας.

Δεν πρέπει όμως να υποτιμήσουμε τις συστηματικές προσπάθειες που γίνονται να χειραγωγηθούν τα διεθνή κινήματα, από κυβερνήσεις, πολυεθνικές και από δυνάμεις που δρουν στο συνδικαλιστικό κίνημα, με στόχο να ενσωματώνουν τη διαμαρτυρία, ως πυροσβέστες της ταξικής πάλης.

Σήμερα, ακόμα περισσότερο από πριν, πρέπει να σκύψουμε στα προβλήματα που εμφανίζει η αφύπνιση αυτή, προκειμένου να αποκτήσει σταθερότητα και το αναγκαίο πολιτικό, ταξικό βάθος, να περάσει σε ένα ανώτερο επίπεδο κλιμάκωσης. Μία κατά τη γνώμη μας είναι η επιλογή: Η εργατική τάξη, το συνδικαλιστικό της κίνημα, να αποτελέσει τον κορμό της διεθνιστικής δράσης κατά των μονοπωλίων, του ιμπεριαλισμού. Η εργατική τάξη και το κίνημά της πρέπει να τείνουν χέρι συμμαχίας στα κινήματα των μικροαστικών στρωμάτων, των πόλεων και της υπαίθρου, εκεί που ακόμα διατηρείται η μικρή αγροτική παραγωγή, σε όλα τα κινήματα που αντιστέκονται, ανεξάρτητα από την πολυχρωμία και το βάθος τους. Ιδιαίτερο πρόβλημα είναι η επίτευξη στενής σχέσης με το κίνημα της νεολαίας, με τον αντιιμπεριαλιστικό αγώνα κατά της λεγόμενης νέας τάξης πραγμάτων.

Επομένως, υπάρχει μείζον θέμα συντονισμού και κοινής δράσης των ΚΚ, ώστε να αναδυθεί μια πιο ισχυρή προωθητική δύναμη, που θα διευκολύνει τον ταξικό προσανατολισμό, τις συμμαχίες με ριζοσπαστικές αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Διαφορετικά οι διεθνείς κινητοποιήσεις, οι περιφερειακές, κινδυνεύουν να μετατραπούν σε τυπικά επαναλαμβανόμενα στιγμιότυπα που δε θα απειλούν κανέναν, αν μείνουν αποσπασμένα από τις μεγάλες μάζες των εργαζομένων, αν δεν έχουν στόχο τους την ενίσχυση της ταξικής πάλης σε εθνικό επίπεδο, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις για πέρασμα της διεθνιστικής πάλης σε ανώτερο επίπεδο μαζικότητας και αποτελεσματικότητας.

Να συγκεντρώσουμε λοιπόν την προσοχή μας στις μορφές και στο περιεχόμενο της διεθνοποίησης της ταξικής πάλης, με κοινές κινητοποιήσεις που δε θα περιορίζονται στη συνάντηση σε μια χώρα και σε μια πόλη, ως έκφραση αγανάκτησης και διαμαρτυρίας. Να δουλέψουμε ώστε να υπάρχουν κοινές καμπάνιες και κινητοποιήσεις με ανεβασμένες και δυναμικές μορφές πάλης, που αγκαλιάζουν ταυτόχρονα όσο γίνεται περισσότερες χώρες, κλάδους, τομείς οικονομίας. Ετσι που οι διεθνικές εταιρίες, τα μονοπώλια αλλά και οι κυβερνήσεις να νιώσουν άμεσα την πίεση του κινήματος. Να συμβάλλουμε με προβληματισμό στην οργάνωση της διεθνιστικής εργατικής αλληλεγγύης.

Κρίσιμα ζητήματα για το διεθνές κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα, με βάση την πείρα μας

Πρώτον:

Υπάρχει, κατά τη γνώμη μας, ζήτημα διερεύνησης σε μεγαλύτερο βάθος ποια στρατηγική πρέπει να χαράξει το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα σε εθνικό, αλλά και διεθνικό επίπεδο απέναντι στις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις που εκτείνονται σήμερα σε όλο τον κόσμο, απέναντι στην καπιταλιστική βαρβαρότητα που καταργεί κατακτήσεις και οξύνει το σύνολο των αντιθέσεων. Η δική μας εμπειρία δείχνει ότι χρειάζεται συστηματική αντιπαράθεση και οριοθέτηση από τις οπορτουνιστικές απόψεις, από τη λογική της ταξικής συμφιλίωσης και συνεργασίας. Δίχως μια τέτοια ιδεολογική και πολιτική μάχη δεν μπορεί να γίνουν ούτε απλά βήματα για την ενότητα δράσης της εργατικής τάξης, τη ριζοσπαστικοποίησή της σε μαζικό επίπεδο. Η διαπάλη αυτή πρέπει να διεξάγεται ολοκληρωμένα στο πολιτικό επίπεδο, αλλά και στους κόλπους του συνδικαλιστικού κινήματος.

Αν ρίξουμε σήμερα τη ματιά μας στα αιτήματα και στους στόχους κινητοποιήσεων, στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, που διαμορφώνονται από τις ηγεσίες των συνδικάτων, θα δούμε ότι αυτά κινούνται κυρίως στη λογική «να παζαρέψουμε πόσο λιγότερα θα χάσουμε», και όχι να διεκδικήσουμε με βάση τη συσσώρευση, την κερδοφορία του κεφαλαίου. Η αμυντική τακτική έχει φάει τα ψωμιά της, αφήνει ελεύθερο έδαφος να προπαγανδίζει η άρχουσα τάξη την αναγκαιότητα των εκσυγχρονισμών, με κριτήρια τα ταξικά της συμφέροντα. Σ' αυτό το έδαφος δεν υπάρχουν πραγματικές κατακτήσεις, αλλά μόνο η ενσωμάτωση και η προσαρμογή, η παραίτηση και η μοιρολατρία, δηλαδή η ήττα.

Πρέπει να ριχτεί βάρος και στη διεκδίκηση σύγχρονων δικαιωμάτων που αφορούν στο βιοτικό επίπεδο. Δηλαδή, το εισόδημα και τη διάθεσή του, τις σύγχρονες ανθρώπινες υλικές και πνευματικές, πολιτιστικές ανάγκες, την κοινωνική ζωή. Το ζήτημα είναι να διεκδικείς αγωνιστικά παίρνοντας υπόψη τη συσσώρευση του πλούτου που γιγαντώνεται σε βάρος της εργατικής τάξης και γενικότερα των λαών, την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, τις ταξικές αντιθέσεις που συνεχώς βαθαίνουν και οξύνονται. Η σύγχρονη στρατηγική του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος δεν πρέπει να χαράσσεται χωρίς να υπολογίζεται η δυναμική της ταξικής πάλης.

Δεν πρέπει να παραιτηθούμε από την πολύ γνωστή και επιβεβαιωμένη αλήθεια, ότι ο ίδιος ο καπιταλισμός οδηγεί στην ανάπτυξη των ανθρώπινων αναγκών, αλλά και στη μεγιστοποιούμενη αναντιστοιχία ανάμεσα στο νόμο αύξησης των αναγκών και τον βαθμό ικανοποίησής τους. Να έχουμε μπροστά μας την απόλυτα επίκαιρη και απόλυτα δικαιωμένη θέση του Μαρξ για την τάση σχετικής και απόλυτης εξαθλίωσης.

Το θέμα αντίσταση - ρήξη ή ενσωμάτωση, είναι ζήτημα στρατηγικής σημασίας για το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα. Θέμα που πρέπει να εξετάζεται συνεχώς, γιατί δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις και πάντα έτοιμες πρακτικές συνταγές.

Δεύτερον:

Η πάλη κατά της μείωσης της αξίας της εργατικής δύναμης είναι αναγκαία σήμερα, όσο και σε όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, όσο και την εποχή που έζησαν οι Μαρξ και Ενγκελς. Ειδικά σήμερα ο αγώνας για την άνοδο του ημερομίσθιου και μισθού εργασίας είναι εξαιρετικής σημασίας, γι' αυτό και διεξάγουμε πολεμική σε απόψεις και προτάσεις που υποστηρίζουν, π.χ., το νόθο 35ωρο σε συνδυασμό με την καθήλωση των αμοιβών, την καθήλωση των μισθών με αντιστάθμισμα κάποιες φοροαπαλλαγές - ψίχουλα, τη λογική των επιδομάτων αντί μισθολογικών αυξήσεων κλπ.

Βέβαια, ακόμα και σε συνθήκες βάρβαρης επίθεσης στο εργατικό εισόδημα, δεν πρέπει να υπερβάλλετε η αποτελεσματικότητα των καθημερινών οικονομικών αγώνων, είτε αναφέρονται στο μισθό, είτε στην αύξηση της κρατικής επιχορήγησης σε κοινωνικούς τομείς. Οσο και αν ο αγώνας αυτός είναι σημαντικός, δεν παύει να αποτελεί ένα μικρό πόλεμο όταν ξεκόβεται από τις γενικότερες καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, από την ανάγκη να διεκδικηθούν αλλαγές στο επίπεδο της πολιτικής εξουσίας υπέρ της εργατικής τάξης, των λαών. Αγώνας δίχως στόχο πάλης για ριζικότερες αλλαγές, θα βρεθεί αργά ή γρήγορα μπροστά σε αδιέξοδα και τραγικές αντιφάσεις.

Το εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα πρέπει να διεκδικεί συνδυασμένα αυξήσεις μισθών και μείωση του εργάσιμου χρόνου, αυξήσεις συντάξεων και παροχών και μείωση των ορίων συνταξιοδότησης, σε αντίθεση με την κύρια τάση να κατεβαίνει το μέσο επίπεδο μισθών, αλλά και με τις ελαστικές μορφές απασχόλησης, την πολιτική αναδιανομής της μακροχρόνιας ανεργίας στη λογική μια θέση 3 - 4 εργαζόμενοι περιοδικά. Να προβάλλει αιτήματα κατά της εντατικοποίησης της εργασίας, να έχει στόχο βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου και του τρόπου ζωής. Να διεκδικούνται αιτήματα, όχι με κριτήριο τον μεμονωμένο εργαζόμενο, αλλά όλα τα μέλη της οικογένειάς του, αφού χρησιμοποιούνται πρόσθετα μέσα και τρόποι προκειμένου να κατανέμεται η αξία της εργατικής δύναμης του ενός στο σύνολο της οικογένειας. Να διευρύνεται μόνιμα με σύγχρονα αιτήματα για τη δημοκρατία στους χώρους δουλιάς από τη σκοπιά του γενικότερου στόχου προοπτική, για εργατικό και κοινωνικό έλεγχο. Επίσης, για τη δωρεάν σύγχρονη Παιδεία και την Υγεία, τον Πολιτισμό, τον Αθλητισμό, κατά της κοινωνικής εγκληματικότητας και του ρατσισμού, εθνικισμού, για το περιβάλλον, για την ισοτιμία και χειραφέτηση της γυναίκας. Η κεντρική κατεύθυνση κατά των πολιτικών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ είναι απολύτως αναγκαία, σε ό,τι περιλαμβάνει ο όρος «νέα τάξη», κατά των διακρατικών καπιταλιστικών συμφωνιών και ενώσεων.

Τρίτον:

Απαιτείται, σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, η ιδεολογική αντεπίθεση από την πλευρά των ΚΚ σε θέματα στρατηγικής του κινήματος, στην προοπτική του σοσιαλισμού. Εξαπλώνονται σαν μολυσματικός ιός ορισμένες θεωρίες και ψέματα που κατά τη γνώμη μας συντονισμένα πρέπει να αντιμετωπιστούν, τόσο από τα ΚΚ όσο και από άλλες ριζοσπαστικές δυνάμεις. Τις λανσάρουν τόσο τα φιλελεύθερα κόμματα όσο και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα, δυστυχώς όμως αναμασιούνται και από πολιτικές δυνάμεις που ρέπουν προς το συμβιβασμό και τη συναίνεση με τη σοσιαλδημοκρατία. Λανσάρονται με το μανδύα της κεντροαριστεράς και κεντροδεξιάς.

Η θεωρία της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης, αποτελεί το όχημα για το χτύπημα της πάλης σε εθνικό πεδίο, για τη ρυμούλκηση των λαών και των κινημάτων στις επιλογές των περιφερειακών και διεθνών καπιταλιστικών ενώσεων. Δεν υποτιμούμε καθόλου τις ραγδαίες αλλαγές που γίνονται στο βαθμό συσσώρευσης του κεφαλαίου, ότι εμφανίζονται και νέες εκδηλώσεις στο επίπεδο της οικονομίας, στο εποικοδόμημα. Γνωρίζουμε πώς οι νέες τεχνολογίες χρησιμοποιούνται για την επιτάχυνση της συσσώρευσης. Απορρίπτουμε τις θεωρίες και αντιλήψεις που επιδιώκουν να απαντήσουν στα σύγχρονα προβλήματα παραμερίζοντας τις γενικές κατευθύνσεις για το χαρακτήρα των εξελίξεων που ανέλυσε ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο» και ακόμα πιο πολύ ανέδειξε ο Λένιν. Είναι πέρα για πέρα ανορθολογικές οι απόψεις και αντιλήψεις, που λένε ότι η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση υποδηλώνει την αυτονόμηση της οικονομίας από την πολιτική και ότι η απάντηση είναι «η πολιτική ρύθμιση της παγκοσμιοποίησης».

Να αποκρούσουμε με σύγχρονες μελέτες τις αντιεπιστημονικές θεωρίες που στηρίζονται στη διαστρέβλωση των κλασικών για τα κριτήρια που καθορίζουν την εργατική τάξη, το χαρακτήρα και τη σύνθεση του βιομηχανικού κεφαλαίου. Θεωρίες που αποβλέπουν στη διάδοση της αντίληψης ότι ο καπιταλισμός ξεπεράστηκε, και ότι ζούμε στη μετακαπιταλιστική βιομηχανική κοινωνία, στην κοινωνία των πληροφοριών που καταργεί την εργατική τάξη, άρα και τον αγώνα για τον σοσιαλισμό. Απαιτείται σταθερή απάντηση στις προτάσεις ότι χρειάζεται ένας σύγχρονος κεϋνσιανισμός για να διορθωθεί ο καπιταλισμός, ή μια αλλαγή στο μείγμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής. Πρόκειται για θεωρίες που, όταν δεν έχουν σκοπιμότητα, εκφράζουν σίγουρα επικίνδυνες αυταπάτες, ξεκόβουν τα σημερινά προβλήματα από τους νόμους, τις εγγενείς τάσεις του καπιταλισμού στο ιμπεριαλιστικό στάδιο.

Η ορμητική ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνικής δεν πρέπει να προκαλεί αμηχανία και αβεβαιότητα για το ποια πρέπει να είναι η στρατηγική του συνδικαλιστικού κινήματος, του επαναστατικού κινήματος γενικότερα. Αντίθετα, αποτελεί όπλο επιβεβαίωσης της ταξικής πάλης, δίνει επιχειρήματα και εφόδια για να κατανοηθεί η αναγκαιότητα να λυθεί το πολιτικό πρόβλημα στο επίπεδο της εξουσίας και όχι στο επίπεδο της αλλαγής του τρόπου διαχείρισης και των μειγμάτων της φιλομονοπωλιακής πολιτικής. Το θέμα ποιος κατέχει και ποιος αξιοποιεί τις νέες τεχνολογίες μπορεί να γίνει παράγοντας για τη συνειδητοποίηση των σύγχρονων δικαιωμάτων, ωρίμανσης της πολιτικής συνείδησης. Τα πρόσφατα παραδείγματα της αποκωδικοποίησης του DNA, η χρησιμοποίηση των γενετικά τροποποιημένων προϊόντων, η πολιτική που ακολουθείται στη φαρμακοβιομηχανία, η Συνθήκη του Κιότο είναι ορισμένα μόνο παραδείγματα.

Οι αρνητικές επιπτώσεις από τη χρήση των νέων τεχνολογιών αφορούν αποκλειστικά και μόνο τους νόμους του καπιταλιστικού συστήματος. Οι νέες τεχνολογίες όχι μόνο δεν οδηγούν στην υπέρβαση του καπιταλισμού, αλλά στις συνθήκες της εκμεταλλευτικής κοινωνίας χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο για την ένταση της εκμετάλλευσης, τη διεξαγωγή του αδυσώπητου ενδοκαπιταλιστικού ανταγωνισμού.

Οσον αφορά τις θεωρίες περί μεταβιομηχανικής κοινωνίας, μπορούμε να αποδείξουμε ότι αυτό που ζούμε σήμερα είναι η διεύρυνση της χρησιμοποίησης του βιομηχανικού κεφαλαίου, κρατικού και ιδιωτικού, για την παραγωγή της υπεραξίας στη σφαίρα της υλικής παραγωγής, ανεξάρτητα από τον κλάδο οικονομίας που αυτό τοποθετείται. Δεν μπορεί να γίνει λόγος για βιομηχανική παραγωγή μόνο στον τομέα της μεταποίησης, αλλά και στον τομέα της πληροφορικής, των τηλεπικοινωνιών.

Να αποκαλύψουμε τις θεωρίες περί των άσπρων, λευκών και χρυσών κολάρων που προσπαθούν να αποδείξουν ότι η εργατική τάξη συρρικνώνεται και προ πάντων ότι δεν είναι ενιαία. Ολα τα στοιχεία δείχνουν ότι αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς σε όλα τα μήκη και πλάτη της Γης οι εργαζόμενοι που ζουν πουλώντας την εργατική τους δύναμη, η πλειοψηφία των οποίων αμείβονται με μεροκάματα και μισθούς, πραγματοποιούν εκτελεστική εργασία. Οι νέες τεχνολογίες στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου οδηγούν στην αύξηση του προλεταριάτου, αντίθετα προς τα λεγόμενα για ευνόητους λόγους.

Τέταρτο:

Η εργατική τάξη κάθε χώρας και το συνδικαλιστικό της κίνημα πρέπει να αρνείται έμπρακτα κάθε είδος συμμετοχή σε στρατιωτικές δυνάμεις και μισθοφορικά σώματα που ανήκουν στο ΝΑΤΟ ή εκτελούν δραστηριότητες του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, κάθε στρατιωτική δύναμη που μέσω του πολέμου ανοίγει το δρόμο για τα κεφάλαιο, ή επιβάλλει την ιμπεριαλιστική ειρήνη, όπως επανειλημμένα γίνεται στα Βαλκάνια, στις περιοχές της Γιουγκοσλαβίας, τώρα στην ΠΓΔΜ. Να διαχωρίζεται έμπρακτα από την κυβερνητική πολιτική, από την άρχουσα τάξη της χώρας της, από τη στιγμή που αυτή συμμετέχει στη διανομή της λείας σε βάρος άλλων λαών. Να αναλάβει πρωτοβουλίες ενημέρωσης της νεολαίας που καλείται να πάρει μέρος σε μισθοφορικά σώματα.

Κοινός αγώνας κατά του Ευρωστρατού που δεν έχει σχέση με την άμυνα της Ευρώπης, ένταση της πάλης κατά του λεγόμενου αντιπυραυλικού συστήματος των ΗΠΑ, κατά των νατοϊκών στρατευμάτων κατοχής.

Να φουντώσει ο αγώνας κατά των αμερικανικών και νατοϊκών βάσεων, εναντίον των πυρηνικών όπλων, κατά των διεθνών μηχανισμών βίας, καταστολής, κατά της επιχείρησης, στο όνομα της πάταξης της τρομοκρατίας, να περάσει το νέο ιμπεριαλιστικό δόγμα για να πειστούν οι λαοί να δεχτούν την ιμπεριαλιστική επέμβαση και τον πόλεμο.

Η πείρα μας από την προσπάθεια συσπείρωσης και συνεργασίας των ταξικών δυνάμεων για την αναγέννηση του συνδικαλιστικού κινήματος, για την άνοδο του ρόλου της εργατικής τάξης

Πέρασαν ήδη δύο χρόνια από τότε που συγκροτήθηκε στη χώρα μας το ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ. Απαρτίζεται από συνδικάτα, Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα, επιτροπές αγώνα, αλλά και εκλεγμένους συνδικαλιστές, με στόχο τη συγκέντρωση και συσπείρωση των ταξικών δυνάμεων, ώστε να αντιμετωπιστούν προβλήματα συμβιβασμού και ενσωμάτωσης των ηγεσιών του συνδικαλιστικού κινήματος.

Μας λένε ορισμένοι που θεωρούν την ταξική πάλη κάτι το ξεπερασμένο ή και επικίνδυνο: «Η φτιάξτε κόκκινα συνδικάτα και μας αδειάζετε τον τόπο από τα θεσμοθετημένα όργανα του συνδικαλιστικού κινήματος, ή περιοριστείτε να δράτε στα συμβούλια και στα προεδρεία των σωματείων πειθαρχώντας στις αποφάσεις της πλειοψηφίας»! Δηλαδή, δημοκρατικός συγκεντρωτισμός στο συνδικαλιστικό κίνημα!...

Ούτε το ένα ούτε το άλλο έκαναν οι ταξικές δυνάμεις που αποφάσισαν τη συγκρότηση του Μετώπου. Εμειναν και στις δομές του κινήματος και μένουν, και μέσα από εκεί προσπαθούν να βγει ό,τι καλύτερο μπορεί, αλλά και παίρνουν πρωτοβουλίες, ώστε να αναπτύσσεται πρωτόβουλη και αυτοτελής πάλη συνδικάτων, όταν οι ηγεσίες κοιμούνται και ερωτοτροπούν διαρκώς με την πολιτική της κυβέρνησης, της ΕΕ, αλλά και της εργοδοσίας.

Σήμερα το ΠΑΜΕ δεν αποτελεί ένα πείραμα προς επιβεβαίωση, αλλά είναι πραγματικός πόλος συσπείρωσης, που δουλεύει για την αγωνιστική ενότητα του συνδικαλιστικού κινήματος, συμβάλλει στην προσπάθεια για αλλαγή συσχετισμού δύναμης, παλεύει για να κυριαρχήσει η ταξική σταθερότητα και αδιαλλαξία απέναντι στην κυβέρνηση και στους μηχανισμούς της εργοδοσίας. Δίνει βάρος να αναζωογονηθεί η ζωή του πρωτοβάθμιου σωματείου, να ανεβεί ο αριθμός των συνδικαλισμένων, να μετέχουν οι εργαζόμενοι στη λήψη αποφάσεων, στην οργάνωση των κινητοποιήσεων.

Το ΠΑΜΕ προσπαθεί να αντιμετωπίσει συντεχνιακές και διασπαστικές ενέργειες, να προσελκύσει στη δράση των σωματείων αλλοδαπούς εργάτες, να μετέχουν κανονικά ως μέλη και εκλεγμένοι. Ν' ανοίξει δρόμους κοινής δράσης με κινήματα των αυτοαπασχολουμένων, των μικρών εμπόρων, βιοτεχνών, επαγγελματιών, με τις αγωνιστικές δυνάμεις της μαχόμενης αγροτιάς.

Εχει αναπτύξει σημαντικές πρωτοβουλίες για επικοινωνία με συνδικαλιστικά κινήματα στην Ευρώπη, σε άλλες ηπείρου, δραστηριοποιείται για την αναζωογόνηση της Παγκόσμιας Συνδικαλιστικής Ομοσπονδίας. Ανοίγει μέτωπο με διεθνείς και ευρωπαϊκές συνδικαλιστικές οργανώσεις που έχουν γίνει δεξί χέρι των διακυβερνητικών, διακρατικών ιμπεριαλιστικών οργανισμών.

Πιστεύουμε ότι πρέπει να ανταλλάξουμε προβληματισμούς για το πώς και σε περιφερειακό, διεθνές επίπεδο, θα συμβάλλουμε να συναντηθούν οι ταξικές αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις, ώστε ο αγώνας να πάρει διεθνιστικό χαρακτήρα έμπρακτης αλληλεγγύης, αφού παγκόσμια αντιμετωπίζουμε τον κοινό αντίπαλο, τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις, τον ιμπεριαλισμό, πώς θα βοηθήσουμε τη συμμετοχή αλλοδαπών εργατών στα συνδικάτα, την οργάνωση της πάλης των ανέργων, την πάλη κατά των απολύσεων.

Τέλος, νομίζουμε ότι πρέπει να συντονιστούμε πολύ περισσότερο, για να ανεβάσουμε την αντικαπιταλιστική συνείδηση, την αναγκαιότητα πάλης για το σοσιαλισμό, την επικαιρότητα του σοσιαλισμού. Μια τέτοια ιδεολογική και πολιτική αντεπίθεση σε αυτό το στρατηγικής σημασίας ζήτημα, πέρα από τη μακροπρόθεσμη δυναμική της, θα δώσει ώθηση στον καθημερινό αγώνα, θα τον περιβάλλει με το νόημα της προοπτικής».


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ