Δε μας αφήνουν να καλλιεργήσουμε. Πώς θα ζήσουμε; αναρωτιέται ο Ηλίας Φραγκοτάσιος |
«Εγώ είμαι ΠΑΣΟΚ - δηλώνει ο Θύμιος Ράπτης- αλλά η ΟΝΕ είναι για τους λίγους..! Η πολιτική αυτή οδηγεί το 1/3 των αγροτών στο περιθώριο. Το άλλο 1/3, οι λεγόμενοι «μεσαίοι» θα παλεύουμε, ελπίζοντας να τα φέρουμε βόλτα. Από το 1996 έχουμε μείωση 50% κατά μέσο όρο στην τιμή του καπνού. Μόνο οι απώλειες στη σοδειά την περίοδο 1996-97 υπολογίζονται σε 5,5 δισεκατομμύρια. Μαζί με τις απώλειες που είχαμε οι αγρότες στις βρώσιμες ελιές, εξαιτίας των χαμηλών τιμών, χάσαμε συνολικά 7 δισεκατομμύρια. Ο νομός έχει δικαίωμα μόνο για 29.000 τόνους καπνού, ενώ θα μπορούσε να παράγει διπλάσιες ποσότητες.
Αυτή, δυστυχώς, είναι η παγκοσμιοποίηση...», λέει ο Θύμιος - συμφωνώντας με τον Κώστα Μπλέτσια, πρόεδρο του συνεταιρισμού που θίγει και το θέμα του κόστους. «Με συνολική τιμή 1.000 δραχμές το κιλό (μαζί με την επιδότηση), ένας παραγωγός που έχει άδεια για 1.200 κιλά τσεμπέλια και καλλιεργεί 5-6 στρέμματα θα έχει εισόδημα 1,2 εκατομμύρια. Απ' αυτά τα μισά είναι κόστος. Δηλαδή, μας έχουν βγάλει έξω από τα χωράφια. Το 1985 πουλούσαμε τις βρώσιμες ελιές 320 δραχμές, φέτος πουλήσαμε με 200 δραχμές, ενώ οι ψιλές έπεσαν στην τιμή των 80 και 50 δραχμών. Αλλά βλέπεις τώρα είμαστε Ευρωπαίοι... Τα μυρωδάτα της Μακρυνείας από 450 δραχμές έπεσαν στις 100 δραχμές το κιλό. Από του χρόνου, είναι ζήτημα αν θα μπορέσουμε να τα πουλήσουμε και ας είναι μοναδική ποικιλία στον κόσμο. Γι' αυτό, αν δεν αντισταθούμε, αν δεν απαιτήσουμε να καταργηθούν οι ποσοστώσεις, αν δε στήσουμε και νέα μπλόκα δεν έχουμε ελπίδα».
Παράγουν «χρυσάφι» αλλά δεν πληρώνονται ούτε τον κόπο τους... |
Δίπλα του η γυναίκα του, Σπυριδούλα, που μαζί της το καλοκαίρι μέσα στον καύσωνα, από τις πέντε το πρωί, και απ' το απόγευμα μέχρι αργά που χάνεται το φως μαζεύει τον καπνό. Δεν το βάζουν κάτω. Σκέφτονται, όμως, τα δυο παιδιά τους. «Μας κατηγορούν γιατί κλείνουμε τους δρόμους. Τι άλλο να κάνουμε;», αναρωτιέται ο Ηλίας, που όπως και άλλους, η κυβέρνηση τον έσερνε για πέντε χρόνια στα «αγροτοδικεία».
Τον Σταύρο Κόκκαλη τον βρήκαμε στον κήπο του να ετοιμάζει την επόμενη σπορά. «Δύσκολα χρόνια», θα μας εξομολογηθεί. «Κόψαμε ακόμα και το καφενείο. Από τη μια οι τιμές, από την άλλη οι ποσοστώσεις, τα έξοδα, τα νοίκια για τη γη, τρακτέρ δεν έχω. Πώς να ζήσουμε;».
Ετοιμάζει τη νέα σπορά, αλλά το μέλλον αβέβαιο |
Η απογοήτευση διάχυτη παντού. Και δε θα μπορούσε να είναι αλλιώς, όταν συναντάς ανθρώπους σαν την Μαρία Μπλέτσα και την Παναγιώτα Καλπουζάνη, που, αν και πλησιάζουν τα εβδομήντα, και στα χωράφια μπήκαν από 8 χρόνων, σέρνονται ακόμα στα καπνά για να συμπληρώσουν τη σύνταξη και να τα βγάλουν πέρα.