Κυριακή 26 Γενάρη 2003
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 9
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΙΔΕΟΛΟΓΙΑ
«Κοινωνική οικονομία» και στόχοι της κυβέρνησης

Το κυβερνητικό σχέδιο για την προώθηση της λεγόμενης «κοινωνικής οικονομίας» και στην Ελλάδα, δε θα μπορούσε να μην περιλαμβάνει κίνητρα για το συγκεκριμένο σκοπό. Αλλωστε, κάθε «καινοτομία», προκειμένου η πολιτική διαχείρισης του καπιταλισμού να δημιουργεί προϋποθέσεις είτε παθητικής αποδοχής της είτε και ενεργητικής συμμετοχής στην εφαρμογή της από τμήματα της εργατικής τάξης, γενικότερα των λαϊκών στρωμάτων, πρέπει να εμφανίζεται ελκυστική τόσο, γιατί δήθεν λύνει προβλήματα, (εδώ η κυβερνητική επεξεργασία στοχεύει, υποτίθεται, στην αντιμετώπιση της ανεργίας με τη δημιουργία θέσεων εργασίας), όσο και γιατί παρέχει υπηρεσίες, την παροχή των οποίων βεβαίως προηγούμενα αυτή η ίδια πολιτική έχει φροντίσει να καταργήσει ως υποχρέωση του κράτους. Είναι, ως προς αυτά, μια επεξεργασμένη ταχτική, για να προωθηθεί η ιδιωτικοποίηση -εμπορευματοποίηση κοινωνικών υπηρεσιών. Και σ' αυτή την ταχτική περιλαμβάνονται και τα δήθεν κίνητρα σ' αυτούς, που θα «τολμήσουν» να μπουν στον επιχειρηματικό κόσμο της «κοινωνικής οικονομίας».

«Σε συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο υφυπουργός Εργασίας, κ. Ελ. Τζιόλας, είχε καταθέσει αναλυτική πρόταση για την παροχή φορολογικών κινήτρων, που θα έδιναν ώθηση στη δημιουργία επιχειρήσεων για τον τρίτο τομέα της οικονομίας. Σε αυτά περιλαμβάνονται η μείωση ή η κλιμάκωση του φορολογικού συντελεστή για αστικούς συνεταιρισμούς, συνεταιρισμούς νέων με αντικείμενα οικονομικής δραστηριότητας σε τομείς κοινωνικών υπηρεσιών όπως: Βοήθεια στο σπίτι, βρεφονηπιακοί σταθμοί, μέριμνα για τα δάση ή τα οικοσυστήματα, προβολή της ιστορικής κληρονομιάς. Επίσης, πρότεινε τη θεαματική μείωση του φορολογικού συντελεστή για τους παραγωγικούς - εμπορικούς συνεταιρισμούς γυναικών, ιδιαίτερα σε αγροτικές και ορεινές περιοχές. Μηδενική φορολόγηση προτείνεται για τις επιχειρήσεις που θα δημιουργήσουν άτομα με ειδικές ανάγκες ή μακροχρόνια άνεργοι άνω των 50 ετών». («Καθημερινή», 12/1/2003).

Εύλογα προκύπτει ένα ερώτημα: Είναι δυνατόν νέοι άνεργοι, άτομα με ειδικές ανάγκες, μακροχρόνια άνεργοι, επειδή τους δίνονται κάποια φορολογικά κίνητρα, να μπορούν να δημιουργήσουν επιχειρήσεις, με ποια κεφάλαια; Αλλά και γι' αυτό φροντίζει το κυβερνητικό σχέδιο, χωρίς να γίνεται αναφορά, αν τα κεφάλαια δοθούν και με ποιες προϋποθέσεις καθ' ολοκληρίαν ή μερικώς. «Το ύψος των κονδυλίων που θα απαιτηθούν εκτιμάται στο ποσό των 300 εκατομμυρίων ευρώ, ενώ για τη διαχείριση των πόρων προτείνεται σύσταση ειδικού ταμείου κοινωνικής οικονομίας, στο οποίο μπορεί να αξιοποιηθεί και μέρος των πόρων του Γ' ΚΠΣ» («Καθημερινή», στο ίδιο). Εδώ, επίσης, δε διευκρινίζεται από πού θα προέρχονται αυτοί οι πόροι, του «ειδικού ταμείου». Αλλά, όταν το κράτος, οι κυβερνήσεις σχεδιάζουν ειδικά ταμεία για τη συγκέντρωση πόρων και μάλιστα «για ευγενείς σκοπούς», όπως η παροχή «κοινωνικών υπηρεσιών» από επιχειρήσεις, τότε η εργατική τάξη, τ' άλλα λαϊκά στρώματα πρέπει να σκέφτονται ότι τέτοιοι πόροι βγαίνουν από την τσέπη τους. Πολύ περισσότερο που «αυτοί οι ευγενείς σκοποί» έχουν ήδη πληρωθεί στο κράτος από τη φορολογία των λαϊκών εισοδημάτων.

Ποιοι, όμως, θα είναι οι φορείς παροχής κοινωνικών υπηρεσιών; «Οι νέες επιχειρήσεις που θα συσταθούν για τους τομείς κοινωνικής οικονομίας, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι συνεταιρισμοί κοινωνικού τομέα, οι επιχειρήσεις της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αλλά και οι υπάρχουσες επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών, εφ' όσον τροποποιήσουν τους σκοπούς τους, προκειμένου να παράσχουν υπηρεσίες στον κοινωνικό τομέα». («Καθημερινή», στο ίδιο).

Και για ποιες υπηρεσίες γίνεται λόγος; «Σύμφωνα με το σχέδιο του κ.Γ Φλωρίδη,... για την εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος επιλέγονται οι εξής οκτώ: υπηρεσίες νοσοκομειακής περίθαλψης, υπηρεσίες μέριμνας (βρεφονηπιακοί σταθμοί, κέντρα δημιουργικής απασχόλησης παιδιών, βοήθεια στο σπίτι), υπηρεσίες πρόνοιας, (κατ' οίκον φροντίδα), υπηρεσίες φύλαξης σχολικών κτιρίων, βελτίωση υπηρεσιών ασφαλιστικών φορέων, υπηρεσίες μαζικής άθλησης, παροχή περιβαλλοντικών υπηρεσιών, παροχή υπηρεσιών στον τομέα του πολιτισμού» («Καθημερινή», στο ίδιο).

Απ' όλα τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα ότι πράγματι η κυβέρνηση επεξεργάζεται σχέδιο, προκειμένου να ενισχύσει τον ιδιωτικό τομέα και την εμπορευματοποίηση κοινωνικών υπηρεσιών. Ταυτόχρονα, είναι μεγάλη απάτη ότι μπορούν οι άνεργοι νέοι, οι άνεργοι εργάτες ή άτομα με ειδικές ανάγκες από τα λαϊκά στρώματα, να γίνουν επιχειρηματίες. Ακόμη και αν το τολμήσουν, και βρουν προσωρινή διέξοδο, έστω και με την παροχή πόρων από το κράτος, είτε μέσω «ειδικού ταμείου», είτε μέσω του Γ' ΚΠΣ, ακόμη και με τα φορολογικά κίνητρα, η ίδια η εξέλιξη του καπιταλισμού θα τους ξαναρίξει στην ανεργία, αφού οι μικρές επιχειρήσεις, τις οποίες θα δημιουργήσουν, θα «απορροφηθούν» από τις μεγάλες του χώρου. Αλλωστε, η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου είναι νόμος στον καπιταλισμό. Και ο ανταγωνισμός σημαίνει πως η κυριαρχία των επιχειρήσεων, οι διαστάσεις του κεφαλαίου των οποίων είναι μεγάλες καταβροχθίζει τις μικρές. Ισως και να είναι μέρος του σχεδίου, προκειμένου το μεγάλο κεφάλαιο να βρει ορισμένους τομείς έτοιμους και «φτηνούς». Το ενδιαφέρει, άλλωστε, και το φτήνεμα του κεφαλαίου. Οι ίδιοι οι τομείς, στους οποίους φαίνεται ότι κινείται πιλοτικά η κυβέρνηση σ' αυτό ωθούν. Εκτός και αν, (αυτό μπορεί να γίνει άμεσα), κάποιους απ' αυτούς τους δημιουργήσει το μεγάλο κεφάλαιο που ήδη δρα σ' αυτούς τους χώρους, όπως: Νοσηλευτικές υπηρεσίες, αθλητισμός, πολιτισμός, φύλαξη σχολείων (από σεκιούριτι) κλπ. Και αυτό, προκειμένου να απορροφήσει πάλι κεφάλαιο «τζάμπα» από το Γ' ΚΠΣ. Αυτό δεν μπορεί να αποκλειστεί ούτε για τους παιδικούς σταθμούς. Μήπως, τώρα, δεν είναι αυτές οι υπηρεσίες εμπορευματοποιημένες; Αυτό θα γίνεται στην πορεία καθολικό φαινόμενο. Βεβαίως, μπορεί και να μην απορροφηθούν διάφορες τέτοιες μικρές επιχειρήσεις παροχής κοινωνικών υπηρεσιών, οι συνεταιρισμοί από το μεγάλο κεφάλαιο. Αντικειμενικά, το κυβερνητικό σχέδιο επιδιώκει να αντιμετωπίσει την ανάπτυξη μιας υποδομής για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών χωρίς κόστος για το κράτος, πολύ περισσότερο χωρίς να επωμίζεται το «κόστος» αυτών των υπηρεσιών. Μπορεί, όμως, να αγοράζει υπηρεσίες από τους συνεταιρισμούς ή μικρές τέτοιες επιχειρήσεις. Το ίδιο, μπορούν να αγοράζουν κάποιες απ' αυτές τις υπηρεσίες οι ιδιωτικές καπιταλιστικές επιχειρήσεις, (π.χ. μεγάλα ιδιωτικά νοσοκομεία να αγοράζουν υπηρεσίες νοσοκομειακής περίθαλψης). Αυτές οι επιχειρήσεις πιθανά να ασχολούνται με τις «κοινωνικές υπηρεσίες» υπό τη μορφή φασόν, για μεγάλες επιχειρήσεις ή και το κράτος. Ετσι κι αλλιώς, σίγουρα θα είναι εξαρτημένες πολύμορφα από το μεγάλο κεφάλαιο. Οι δε εργαζόμενοι συνολικά στον λεγόμενο «τρίτο τομέα», θα δουλεύουν με ευέλικτες μορφές εργασίας, (σπαστά ωράρια, μερική απασχόληση κλπ.), ίσως να δούμε και επιχειρήσεις ενοικίασης εξειδικευμένων εργαζομένων, ενώ θα παρέχουν δουλιά μιας τυπικής ειδίκευσης, (γι' αυτό θα απαιτούνται ελάχιστες γνώσεις, και μόρφωση), επομένως θα αποτελούν φτηνότατη εργατική δύναμη.

Απ' όλα τα παραπάνω, γίνεται φανερό πως τούτη εδώ η ιστορία, του λεγόμενου τρίτου τομέα, ή της λεγόμενης κοινωνικής οικονομίας, δεν είναι τίποτε λιγότερο τίποτε περισσότερο από την επιδίωξη απαλλαγής του καπιταλιστικού κράτους από τους τομείς παροχής κοινωνικών υπηρεσιών στην εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, την ιδιωτικοποίηση - εμπορευματοποίηση αυτών των τομέων, την ενίσχυση μέσω αυτής της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης του κεφαλαίου, διπλά. Τόσο από το γεγονός ότι δίνονται τομείς στους οποίους μπορεί να κερδοσκοπήσει, όσο και από το ότι τους πόρους του κράτους γι' αυτούς τους τομείς θα τους καρπώνεται το κεφάλαιο, ενώ τις υπηρεσίες θα πληρώνει η εργατική τάξη, τ' άλλα λαϊκά στρώματα. Να και μια ακόμη μέθοδος αναδιανομής υπέρ του κεφαλαίου. Οι δε παρεχόμενες, από τις επιχειρήσεις, «κοινωνικές υπηρεσίες» θα υποβαθμίζονται συνεχώς, λόγω της φτηνής εργατικής δύναμης που θα απασχολούν, του επιχειρηματικού ανταγωνισμού και της επιδίωξης να αποκομίζουν ολοένα και μεγαλύτερη μάζα κερδών.

Αυτή όλη η υπόθεση περί «κοινωνικής οικονομίας» προωθείται γενικευμένα από την Ευρωπαϊκή Ενωση, με τις κατευθύνσεις των αποφάσεων της Συνόδου της Λισαβόνας.

Οσο για τον υποτιθέμενο στόχο καταπολέμησης της ανεργίας, μέσω του «τρίτου τομέα» ή της «κοινωνικής οικονομίας», έτσι για την ιστορία, διατυπώθηκε ως «θεωρητική σύλληψη» στις αρχές της δεκαετίας του '90, από τον Τζ. Ρίφκιν στο «πόνημά του», «Το τέλος της εργασίας και το μέλλον της». Και παρ' όλο που δεν ήταν και τόσο δική του ιδέα, θεωρήθηκε από την αστική σκέψη, ως το μεγάλο μέσο, προκειμένου να αμβλύνει τις πολύπλευρες συνέπειες από το παράσιτο που τρέφεται και τρέφει τον καπιταλισμό και από το οποίο ποτέ δε θα απαλλαγεί η κοινωνία, αν δεν κοινωνικοποιηθούν τα μέσα παραγωγής. Γιατί, είπαμε, ότι ο νόμος της καπιταλιστικής συσσώρευσης, απόλυτος νόμος του καπιταλισμού, συμβαδίζει με την αύξηση του υπερπληθυσμού, δηλαδή των ανέργων. Ακόμη και αν δημιουργηθούν θέσεις εργασίας από τον λεγόμενο τρίτο τομέα, συνολικά οι άνεργοι θα αυξάνονται, αφού θα χάνονται θέσεις εργασίας από άλλους τομείς της παραγωγής.


Σ.Λ.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ