Με τα νιάτα όλης της Ελλάδας, με τους αδικημένους και τους οργισμένους πολίτες ολόκληρης της υφηλίου, ένωσα κι εγώ ο ογδοντάχρονος Αντιστασιακός, προχτές, στη Θεσσαλονίκη, τη φωνή μου, και διατράνωσα μαζί τους την απόφασή μας να σταματήσουμε τα εγκληματικά χέρια των αρχιτεκτόνων της «παγκοσμιοποίησης», που σχεδιάζουν τη νέα κατοχή και την υποδούλωση των λαών της Ευρώπης.
«Πάρε ένα σβώλο, Μήτρο/ και διώξε ετούτα τα σκυλιά/ που μου χαλούν το φύτρο». «Ανάξιος όποιος ξάφνου ακούει το προσκλητήριο των καιρών/ να το φυσάει ή να το κρούει σάλπιγγα ή τύμπανο/ τ' ακούει και δε λέει «παρών!».
Οι λαϊκοί και οι εθνικοί μας ποιητές, ταγοί και μπροστάρηδες σε όλους τους λαϊκούς αγώνες, με την πένα ή με το λόγο τους, οδηγούν τα βήματά μας.
«Με τα 'ργανα αλαφριά, βαριά/ σαν το βοριά, σαν το νοτιά/ παντού, σε πέλαγα και σε στεριά/ λαλάτε την τη Λευτεριά. Για να φωτίσει το ντουνιά κι ακόμα πέρα/ πριν έβγει ο ήλιος να 'μαστε έτοιμοι/ τη νέα να δούμε μέρα».
Ας το καταλάβουν οι νέοι αποικιοκράτες, οι «ληστές με το αγγελικό πρόσωπο» και τα πλατιά χαμόγελα. Σ' ετούτον τον τόπο δεν «ευδοκίμησε» ποτέ κατακτητής, με τη βία και το αίμα ή με το δόλο και την μπαμπεσιά. Το ραβασάκι τους, με την «ελευθερία», το «ευρωπαϊκό Σύνταγμα» και την «ευημερία» που μας υπόσχονται, τους το επιστρέφουμε, με την ένδειξη, «απαράδεκτον». «Αυτοί που δε γονάτισαν ποτέ τους/ που δε δέχτηκαν ποτέ πάνω απ' το κεφάλι τους αφέντη/ λένε "ΟΧΙ", και δε σκύβουν/ τον καινούργιο Κεχαγιά να προσκυνήσουν».