Παρασκευή 26 Νοέμβρη 2004
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 28
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΩΝ
ΒΑΛΤΕΡ ΣΑΛΕΣ
Ημερολόγια μοτοσικλέτας

Τα «Ημερολόγια Μοτοσικλέτας» δεν ξέρεις από πού να τα πιάσεις. Μπροστά σου, θέλεις δε θέλεις, έχεις τον ίδιο τον Τσε, τη γνωστή και τόσο χρήσιμη και άξια ζωή του, το πάθος του για το σοσιαλισμό, τη σύλληψή του και την άγρια δολοφονία του από τη CIA και τους Βολιβιανούς συνεργάτες της. Ετσι, χωρίς να το θέλεις, βλέπεις όλες τις άλλες «λεπτομέρειες» από τη ζωή του δευτερεύουσες. Κάθε αναφορά στο όνομά του αυτόματα ξεδιπλώνεται μπροστά σου το σύνολο της ζωής του. Και όχι μόνο της ζωής του, αλλά και της επανάστασης!

Η ταινία είναι τίμια. Πουθενά δε διαλαλεί ότι στις προθέσεις της ήταν να μας γνωρίσει, σε όλος το βάθος και πλάτος, τον Λατινοαμερικανό επαναστάτη. Μια μικρή χρονική περίοδο, μόλις οκτώ μήνες, υπόσχεται και αυτό κάνει. Και εμείς είμαστε υποχρεωμένοι αυτό που βλέπουμε να κρίνουμε και όχι αυτό που θα επιθυμούσαμε να δούμε. Μια ταινία, δηλαδή, για τον Τσε Γκεβάρα!

Δυο φίλοι, ο Τσε, 23 ετών, και ο Αλμπέρτο, 29 ετών, φορτώνουν τα ελάχιστα απαραίτητα πράγματά τους σε μια μοτοσικλέτα και φεύγουν από το Μπουένος Αϊρες για ένα ταξίδι «γνωριμίας» με τη Λατινική Αμερική. Οταν το ταξίδι φτάσει στο τέλος του οι δυο φίλοι δεν είναι, πια, ίδιοι. Αυτά που είδαν και έμαθαν στη διαδρομή τους σημάδεψαν οριστικά. Η συνέχεια είναι σε όλους γνωστή. Ο Τσε είναι ο Τσε της επανάστασης και του θρύλου και ο Αλμπέρτο ο πιστός στον Τσε και την επανάσταση φίλος (ζει από τη δεκαετία του '60 στην Αβάνα προφέροντας τις πολύτιμες υπηρεσίες του στην Κούβα).

Ο Σάλες έχοντας οδηγό τα δυο ξεχωριστά ημερολόγια που κράτησαν οι δυο φίλοι προσπάθησε - και το κατόρθωσε - να μας δείξει τη μεταβολή των δυο νέων. Τη μεταβολή που ήταν αποτέλεσμα των εμπειριών - και των γνώσεων - που αποκτούσαν βήμα το βήμα, χώρα τη χώρα. Τα χαρούμενα πρόσωπα της αρχής, οι έρωτες, οι «πλάκες» και τα πειράγματα, όσο προχωράει η ταινία αραιώνουν. Στο τέλος οι δυο φίλοι χωρίζουν - προσωρινά - σοβαροί και προβληματισμένοι. «Πριν κάνω οτιδήποτε, θέλω να σκεφτώ», λέει ο Τσε στο φίλο του. Υστερα μπαίνει στο αεροπλάνο, γυρίζει στο σπίτι του, στο Μπουένος Αϊρες, παίρνει το πτυχίο του και φεύγει για το μεγάλο ταξίδι, που τον ανέβασε στα ύψη στις συνειδήσεις του κόσμου.

Η ταινία μέχρι εδώ είναι πλήρης! Αν παρακολουθούσε τη ζωή δυο οποιονδήποτε ανήσυχων νέων ανθρώπων θα έπαιρνε καλό βαθμό! Η ψυχολογική εξέλιξη - και ωρίμανση- των ηρώων θα ήταν λογική και τεκμηριωμένη. Στην περίπτωση, όμως, του Τσε, όχι γιατί αλλιώς τον φανταζόμαστε, αλλά γιατί αλλιώς ήταν, ακόμα και νέος (23 ετών) δεν ήταν, απλώς, ένας ακόμα ανήσυχος νέος. Ο Τσε ήταν «πονηρεμένος». Γιατί «πονηρεμένη» ήταν πάντα η Λατινική Αμερική. Και τα πανεπιστήμια, βέβαια! Γιατί φεύγοντας για το «ταξίδι της αυτογνωσίας» ο πατέρας του του δίνει κρυφά, αλλά αρκετά «σημαδιακά» - και σημειολογικά - ένα περίστροφο! Δεν του είπε να προσέχει τις στροφές. Περίστροφο του έδωσε!

Καταλαβαίνετε πως αν η ταινία ξεκινούσε δίνοντας μεγαλύτερη σημασία στη χειρονομία του πατέρα του Τσε η διαδρομή και τα σχόλια της διαδρομής, βέβαια, θα είχαν άλλον προσανατολισμό και άλλη βαρύτητα. Δε θα υπήρχε κανένας κίνδυνος να παρερμηνευτεί η ωρίμανση του Τσε και θα αποφεύγονταν ενδεχόμενες πρόχειρες εξηγήσεις. Οτι, δηλαδή, η φτώχεια, οι αδικίες, ο αναλφαβητισμός, οι αρρώστιες ήταν αυτά, τελικά, που έκαναν επαναστάτη τον Τσε. Ηταν και αυτά. Ή μάλλον έγινε γι' αυτά. Ομως, έγινε γιατί ήταν μπολιασμένος με τη θεωρία της επανάστασης. Εγινε γιατί ήξερε πως ο κόσμος μπορεί - και πρέπει - να αλλάξει.

Τέλος πάντων, η ταινία επέλεξε να κρατήσει «χαμηλό προφίλ»! Και δεν το επέλεξε, βέβαια, για να γίνει «Δούρειος Ιππος» για τους ανύποπτους! Να συστήσει «γλυκά» τον Τσε Γκεβάρα στη νεολαία και στους απληροφόρητους. Το επέλεξε γιατί ήθελε -μακάρι να κάνουμε λάθος - να αποστασιοποιηθεί απ' αυτό που είναι, τελικά, ο Τσε. Να πάρει αποστάσεις από τον ασυμβίβαστο επαναστάτη. Τη βόλευε να περιοριστεί σε μια συναισθηματική προσέγγιση του ανθρώπου. Του ανθρώπου, όχι του επαναστάτη! Μια προσέγγιση που είναι, τελικά, γενικά αποδεκτή.

Το ίδιο «χαμηλό προφίλ» κράτησε και στην κινηματογράφηση (φόρμα). Ηρεμη αφήγηση. Γλώσσα που δεν αναστατώνει. Ακόμα και τα πρόσωπα, του Τσε και του Αλμπέρτο, ήταν με το ίδιο πνεύμα επιλεγμένα. Η φωτογραφία, οι γωνίες λήψης, οι μουσικές, το μοντάζ, όλα «πειθαρχημένα». Δεν ξέρω πώς θα δουν την ταινία άνθρωποι που έχουν ακούσει λίγα, ελάχιστα ή καθόλου για τον Τσε Γκεβάρα.

Για την ιστορία είμαστε υποχρεωμένοι να πούμε πως στην ταινία υπεύθυνος παραγωγής ήταν ο γνωστός Αμερικανός ηθοποιός και παραγωγός προοδευτικών, γενικά, ταινιών Ρόμπερτ Ρέντφορντ.

Παίζουν: Γκαέλ Γκαρσία Μπερνάλ (Τσε), Ροντρίγκο Ντε λα Σέρνα (Αλμπέρτο), Μια Μαέστρο.


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ